“Και το αίμα έρρεε, σε όλες τις πόλεις απ’ όπου περνούσε. Θαρρείς και δεν υπήρχε πόρτα, πουθενά, πίσω από την οποία να μη φωνάζει ασταμάτητα, το αίμα για αίμα. Δεν υπήρχε γυναίκα, είτε τραγουδούσε μπροστά στις τρομπέτες της αλαζονείας, είτε αγαλλίαζε ενώπιον του Κυρίου, που να μην είχε δει τον πατέρα της, τον αδελφό της, τον εραστή της ή τον γιο της να τους πετσοκόβουν χωρίς έλεος. Που δεν είχε δει την αδελφή της να μπαίνει στο μεγάλο πορνείο του λευκού και που δεν είχε η ίδια γλιτώσει παρά τρίχα από την ίδια τύχη. Δεν υπήρχε άντρας, ιεροκήρυκας ή βλάσφημος, από εκείνους που χάιδευαν την κιθάρα τους τα μοναχικά, θλιμμένα βράδια, ή που φυσούσαν με μανία και έκσταση το χρυσό τους κέρας τη νύχτα, που δεν τον είχαν αναγκάσει να σκύψει το κεφάλι και να πιει τα λασπόνερα των λευκών.”

Όλα τα σώματα αποτελούνται από 70% νερό, όλα τα σώματα ανεξαρτήτως εθνικότητας, χρώματος, σεξουαλικής ταυτότητας, φύλου, θρησκείας, πεθαίνουν έπειτα από επτά μέρες δίχως νερό. Ακούω το “Tsunami Rising”, 14ο κομμάτι του No More Water: The Gospel of James Baldwin, λίγες μέρες έπειτα από τη χρωμοσωματική ολυμπιακή φλυαρία, από woke vs anti-woke, #MeToo σε prime time περιτυλίγματα, δικαιωματιστές και δόγματα στο Νήμα, ανειλικρινείς αμοραλιστές επενδυτές στην ενδεχόμενη αξία του «δώσε» και του «μαζί», κάθομαι και διαβάζω δοθείσης της ευκαιρίας -με οργή και απροσμέτρητες feed-αρισμένες αμφιβολίες για το καθετί -εκ νέου τα γραπτά του Baldwin από το “Αν η Beale Street μπορούσε να μιλήσει” και από το “Ανέβα στο βουνό να το φωνάξεις” (εκδ. Πόλις, μτφρ. Α. Τριμπέρη και Χ. Οικονόμου αντίστοιχα). Τα ξαναδιαβάζω σελίδα-σελίδα, μέχρι να σπάσει η ράχη, μέχρι να τσαλακωθεί το εξώφυλλο, μέχρι να τσακίσουν οι σελίδες, ακούγοντας “I've been / Flying / Naked / Dying / Behind / Now I go ahead / Just to see / How long I can breathe”, βουτηγμένος μέχρι τα μπούνια, επιστρέφοντας σε εκείνο το κείμενο του 1963 με τον τίτλο  “A Talk to Teachers”, στην απέλπιδη απεύθυνση του Baldwin προς τους δασκάλους για το ποια εφόδια χρειάζεται το άτομο για να αλλάζουν οι κοινωνίες, για το ποια όπλα χρειάζονται οι νέγροι (δεν το γράφω σωστά; αν ναι, είμαι υπόλογος της λέξης) για να μη γίνουν ταυτοτικά και κοινωνικά σχιζοφρενείς. “I want to suggest two propositions / The first one is that the poets, by which I mеan all artists, are the only peoplе who know the truth about us / Soldiers don’t / Statesmen don’t / Priests don’t / Union leaders don’t / Only the poets / That is my first proposition”.

Προφανώς και ο Baldwin θα έπρεπε να διδάσκεται στα αμερικανικά σχολεία, προφανώς και τα ονόματα των Emmett Till, Herbert Lee, Medgar Evers, Harriette Moore και Malcolm X, θα πρέπει να επαναχαράζονται σε τοίχους δίπλα στο σύνθημα “It's time to raise the roof on these motherfuckers”, τα ξέρει η Ndegeocello τούτα για να κυκλοφορεί 100 χρόνια μετά τη γέννησή του, στις 2 Αυγούστου του 1924 στο Harlem Hospital της Νέας Υόρκης, την ωδή της μέσα από τα λόγια του, τον gospel θρήνο της, τη soulful ουμανιστική διεκδίκηση, πολυεπίπεδη ως κατάθεση και κάλεσμα, μια σύγχρονη αφροαμερικάνικη saga που η σκούφια της βαστά σχεδόν 10 χρόνια πίσω. Ήταν το 2016, όταν σε μια εμφάνιση της στα πλαίσια των ετήσιων αφιερώσεων στη μνήμη του Baldwin,  φρέσκια από το καθαρτικό συναπάντημα με το The Fire Next Time, της καρφώθηκε η ιδέα  ώστε τα λόγια του να συνομιλήσουν με τη μουσική της. Βαφτίστηκε, κατέθεσε, ύμνησε κι αναγεννήθηκε εντός των γραπτών του, μελοποιώντας τα σε παραβολική γραμμικότητα, ώστε να μιλήσει για τα πεσμένα σώματα στο Ferguson, στο Cleveland και στο Staten Island.

Η 56χρονη μπασίστρια και τραγουδίστρια έχει διανύσει κάμποσο δρόμο από το ανδρόγυνο neo-soul 1993 έως σήμερα, από το “lesbo machsimo” που θυμάται, από το Red, Hot + Cool ή από τη διασκευή του “Wild Night” πλάι στον John Mellencamp. Κουβαλά αντάμα και τα γραπτά της Audre Lorde, στις arty προσευχές της έχει τον Hathaway, τον Marvin όπως όλοι, μα τούτα τα χαρίζει στη φωνή του Justin Hicks, στους ψίθυρους της Kenita Miller, στο spoken word της Staceyann Chin και του Hilton Als, σε soukous, jazz, dub, pop περιπλανήσεις, με τον κιθαρίστα Chris Bruce μαζί της στη συμπαραγωγή, το καίριο σαξόφωνο του Josh Johnson, τον keyboardist Jebin Bruni και τον Abe Rounds στα ντραμς.Οι Jake Sherman, Julius Rodriguez (αμφότεροι στα keyboards) και ο Paul Thompson (τρομπέτα) συμπληρώνουν τα credits στην υπαρξιακή διαδρομή του No More Water: The Gospel of James Baldwin που κυκλοφόρησε για λογαριασμό της Blue Note.

Το έφτιαξε με αγάπη, όχι ως game changer μα παίρνοντας το προκαθορισμένο -τουτέστιν την ανεξίτηλη, αριστοτεχνική σφραγίδα του Baldwin- κοινωνώντας το με τρόπο πλατύ, εύληπτο και ρέοντα, με προτεραιοποίηση στην απεύθυνση προς εκείνους τους ακροατές που “have been ‘down the line,’ as the song puts it, know what this music is about”  όπως συνέβαινε και με τα blues και jazz τραγούδια που ηχούσαν στα χρόνια του συγγραφέα. Ένα βλεφάρισμα στο πρόσφατο Tiny Desk της, ή στο What’s In My Bag του Amoeba δισκοπωλείου, αρκεί για να δει κανείς στα μάτια της την τρυφερότητα, τη γλυκιά επιθυμία στο χαμόγελο και το βλέμμα μιας τελικά υποτιμημένης περίπτωσης μουσικού, που εδώ τα κάνει όλα καθώς πρέπει. Σα να βρήκε μια καινούργια φωνή εντός της.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured