Τα «τίμια άλμπουμ» των βετεράνων της ποπ/ροκ δισκογραφίας μου θυμίζουν συχνά τα «καλά παιδιά» του καθημερινού κοινωνικού βίου. Πώς δηλαδή όταν γνωρίζεις ένα νέο πρόσωπο και αισθάνεσαι ότι –παρά τις ευγένειες και τα χαμόγελα– δεν κολλάς μαζί του, λες στον κοινό γνωστό που σας σύστησε «καλό παιδί μου φάνηκε» ώστε και να εξωραΐσεις την εντύπωση και να μην δείξεις ότι βγάζεις το φτυάρι μονομιάς (για να μη συζητήσουμε τι εννοούν οι γυναίκες όταν χαρακτηρίζουν έναν άντρα «καλό παιδί»); Έτσι και το τίμιο άλμπουμ: είναι συχνά μια μέθοδος του μουσικοκριτικού εκείνου που δεν θέλει να γίνει κακός για να φτιασιδώσει την αλήθεια.

Το Breath Out Breath In των Zombies, η πρώτη τους δουλειά εδώ και 7 χρόνια, είναι λοιπόν ένα «τίμιο άλμπουμ». Πρώτον, γιατί όλοι παραδεχόμαστε (αν δεν αγαπάμε) τους Βρετανούς που κάποτε πλούτισαν τη μουσική μας κληρονομιά με το Odessey And Oracle (1968). Δεύτερον, γιατί επιδιώκει να πείσει μόνο για το καλοστεκούμενο κέφι της υπόθεσης, παρά να εντυπωσιάσει με μοντερνικές διαδρομές και φαντεζί πειράματα. Τρίτον, για εκείνο το «featuring Colin Blunstone & Rod Argent» κάτω από τον τίτλο, στο εξώφυλλο. Μια λογική άμυνα απέναντι στο κύμα περιφοράς δοξασμένων ονομάτων του παρελθόντος, από ένα συγκρότημα το οποίο θέλει να διαχωρίσει τη θέση του από επανενώσεις τύπου «ένα αυθεντικό μέλος και μια αρμαθιά πιτσιρικάδες γύρω του». 

Θα μπορούσα λοιπόν να αρχίσω να σας λέω ότι οι Zombies κάνουν εδώ «αυτό που ξέρουν και αγαπούν, με την εμπειρία ενός φτασμένου βετεράνου» παράγοντας ένα «αξιοπρεπές αποτέλεσμα, που θα ευχαριστήσει τους φίλους του συγκεκριμένου ήχου».

Βαρέθηκα γράφοντάς το όσο βαρεθήκατε κι εσείς διαβάζοντάς το...

Η πικρή αλήθεια είναι ότι οι Zombies του 2011 δεν έχουν σχεδόν τίποτα να πουν. Μπορεί να έδωσαν μια λεβέντικη συναυλία τον περασμένο Μάιο, στη δισκογραφία όμως δεν κρίνεσαι με τις αντοχές και την απόδοσή σου στο σανίδι. Στο Breathe Out Breathe In η συζήτηση εξαντλείται σε μια εκ νέου πιστοποίηση ότι οι Βρετανοί μπορούν ακόμα να τιθασεύουν τη συγκεκριμένη ηχητική φόρμα, βγάζοντας στην πορεία και 2-3 ευχάριστα ανακυκλωμένες μελωδίες και ρεφρέν. Η απροθυμία τους δε για την οποιαδήποτε παρέκκλιση από τα εσκαμμένα βαφτίζεται (αναμενόμενα) συνέπεια και όχι συντηρητισμός. Δεν λέω, μπορεί να τα έκαναν μαντάρα αν ξανοίγονταν σε πράγματα που δεν μπορούν να ενσωματώσουν στον κώδικά τους. Όμως έτσι καταλήγουμε στο να υπάρχουν στο δισκογραφικό σήμερα ελέω και μόνο της νοσταλγίας μερίδας ακροατών για τα παρελθόντα (προ πολλού) μεγαλεία τους. Ζόμπι όνομα και πράγμα, μου έρχεται να πω –αλλά μετά θυμάμαι εκείνο το “Care Of Cell 44” και δεν μου πάει η καρδιά...

Υπάρχουν και κάποια ίσως. Ίσως αν ο Colin Blunstone έγραφε περισσότερα τραγούδια, η εικόνα του Breathe Out Breathe In να ήταν ελαφρώς καλύτερη. Γιατί το μόνο άξιο προσοχής τραγούδι που βρίσκεις εδώ είναι και το μόνο δικό του (“Any Other Way”). Ίσως δηλαδή αν ο Rob Argent δεν έπαιρνε τόσο επ’ ώμου αυτόν τον νέο δίσκο να είχε βγει κάτι με περισσότερο ενδιαφέρον. Τώρα όμως υπογράφει τα περισσότερα τραγούδια και την παραγωγή, φτιάχνοντας ένα κοκτέιλ από τη γνώριμη 1960s ποπ/ροκ που εκπροσώπησαν επάξια οι Zombies και από το αμερικάνικης λογικής soft rock με πλήκτρα στιλ που λάνσαρε ο ίδιος μετά τη διάλυσή τους, στα πέντε χρόνια δράσης των Argent στα 1970s.

Με τα ίσως και τα αν, πάντως, δεν βγαίνεις πουθενά. Ούτε και το Breathe Out Breathe In των Zombies βγαίνει κάπου. Πώς να το κάνουμε, όσα φτιασιδώματα κι αν σκεφτείς για να το καλύψεις, τελειώνοντας την ακρόαση το μόνο αληθινό κέρδος είναι που ξαναβγάζεις το Odessey And Oracle για έναν ακόμα γύρο στο πικάπ σου. Άντε να ξαναπαίξεις 2-3 φορές και το “Any Other Way”.


 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured