Μουσικογραφιάδικη εμμονή #316: να εφευρίσκεις καινούργια μουσικά είδη. Όχι καινούργιο χούι του χώρου και, από ότι φαίνεται, καθόλου ξεπερασμένο. «Δεν θα πεθάνουμε ποτέ, κουφάλα νεκροθάφτη» τραγουδάει το συγκεκριμένο χόμπι σε όλους τους άμεσα ενδιαφερόμενους με την καινούργια μουσική, το οποίο –για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους– έχει βολέψει αρκετές φορές στο να κατηγοριοποιήσεις και να θέσεις τα μουσικά όρια κάποιας νέας μπάντας.
Από την άλλη, δεν είναι λίγες οι φορές που επιχειρήθηκαν να στηθούν σκηνές και είδη από το πουθενά, δίχως καμία ανάγκη για τούτο, καταλήγοντας σε αστεία και διόλου αξιομνημόνευτα αποτελέσματα. Παράδειγμα του τελευταίου αποτελεί (και) το chillwave, το οποίο στήθηκε εκ των ουκ άνευ γύρω στο 2009 και ήδη –μόλις δύο χρόνια μετά– πολλοί (ακόμα και μουσικοί δημοσιογράφοι) το μεταχειρίζονται σαν ένα σημείο των καιρών με προεκτάσεις στην αστειότητα.
Από αυτό το είδος κάποια ονόματα επιζήσανε. Οι Toro Y Moi, οι Memory Tapes, οι Twin Sister, οι Neon Indian και φυσικά ο κύριος Ernest Greene και το προσωπικό μουσικό του όχημα, οι Washed Out. Δυο ΕΡ είχαν κυκλοφορήσει οι «Ξεπλυμένοι» μέχρι και φέτος αλλά αυτό δεν τους είχε σταματήσει από το να θεωρούνται μπροστάρηδες του chillwave, κυρίως λόγω του περσινού Life Of Leisure: με τις γεμάτες αναμνήσεις μελωδίες του, με την αθωότητα της παιδικής ηλικίας να πλανάται ολούθε ανά το ηχογράφημα και με τα διακριτικά κρουστά του, το EP αυτό κατάφερε με άνεση να ανήκει στα πιο πλήρη και εμπνευσμένα παραδείγματα του είδους, παράγοντας στην πορεία και έναν «ύμνο» του (“Hold Out”). Για φέτος λοιπόν είχε ανακοινωθεί ότι ένας από τους πιο δημιουργικούς εκπροσώπους του chillwave θα κυκλοφορούσε το πρώτο του ολοκληρωμένο άλμπουμ. Το γεγονός δε ότι αυτό θα γινόταν υπό τη φτερούγα της πάλαι πότε grunge καλύβας (και νυν παντός είδους εναλλακτικής χοάνης) Sub Pop, είχε καταφέρει να αυξήσει αφενός το ενδιαφέρον των φίλων του Greene αλλά και να φέρει κοντά του ακροατήρια πιο κιθαριστικά στοχευμένα.
Το εναρκτήριο “Eyes Be Closed” φροντίζει να κάνει την εισαγωγή ομαλή, καθώς το τίγκα εϊτίλα βασικό σινθο-ριφ του θυμίζει γνωστά πράγματα δεκαετιών πίσω, ενώ ο ήχος χτίζεται συνεχώς με όμορφες μελωδίες και φωνητικά (σε αποστολή συνοδευτική παρά πρωταγωνιστική). Στο αμέσως επόμενο βήμα, το “Echoes” σου πετάει στο τραπέζι τα λαχταριστά πλήκτρα του, που θυμίζουν λίγο από Boards Of Canada σε πολύ πιο ορθολογική βάση όμως, σε ένα κομμάτι ιδανικό για χαμηλών ρυθμών στιγμές και ασχολίες. Την ίδια οδό ακολουθεί και το “Soft”, ενώ το “Far Away” –αν και διατηρεί τον ίδιο μυοχαλαρωτικό προορισμό– χρησιμοποιεί μια εναλλακτική διαδρομή προς αυτόν: εδώ ρόλο οδηγού αναλαμβάνουν το ζεστό μπάσο, το οποίο σε αγκαλιάζει ολόγυρα, αλλά και τα εύθραυστα φωνητικά –τόσο, ώστε νομίζεις πως εάν σπάσεις τη σιωπή του δωματίου μπορεί και να τα θρυμματίσεις. Το “Before” πάλι δανείζεται τη νοοτροπία του αρχικού τραγουδιού και παιχνιδίζει πάνω της, ενώ το “You And I” αποδεικνύεται κομμάτι που δεν χρειάζεται τους στίχους για να σου δημιουργήσει συναισθήματα ανεκπλήρωτου έρωτα, πικρού χωρισμού και ραγισμένων καρδιών.
Και μπορεί το “A Dedication” στο κλείσιμο του δίσκου να προσπαθεί να προσφέρει κάτι διαφορετικό –με τη φωνή να ακούγεται για πρώτη φορά καθαρή, δίχως φίλτρα από πάνω της και με το πιάνο να δημιουργεί μια πιο οργανική ατμόσφαιρα (ιδιαίτερα καλά τα αποτελέσματα)– δεν αλλάζει όμως τη γενική εικόνα του Within And Without των Washed Out: εδώ έχουμε να κάνουμε με άλμπουμ ηλεκτρονικής μελαγχολίας, όπου η φωνητική ερμηνεία αποτελεί ένα ακόμα χρώμα στον μουσικό καμβά του Ernest Greene, ενώ πλούσια αποδεικνύονται τα ελέη σε synths και beats συνοδευτικά παρά πρωταγωνιστικά. Μπορεί να μην αποτελεί κορυφαίο άλμπουμ για το τρέχον έτος –όπως βιάστηκαν να προϋπαντήσουν αρκετά μουσικά έντυπα και sites– είναι ωστόσο ένας από τα πιο καλοφτιαγμένα. Και γι’ αυτό ιδανικό να σας συνοδεύσει στην πιεστική καθημερινότητα, όταν ο οργανισμός θα αναζητά διεξόδους.