Παίζει να είναι και από τις πιο σχιζοφρενικές συλλογές τις οποίες έχω ακούσει το Addicted To Bass 2011 των Wideboys... Αν και διατηρεί έναν συγκεκριμένο ηχητικό σκελετό και μια ενιαία οπτική, το εν λόγω τριπλό άλμπουμ μεταμορφώνεται δραματικά από CD σε CD, αλλάζοντας και τις δικές μου διαθέσεις: πότε με παρασύρει στους ρυθμούς του κάνοντάς με να αναφωνήσω «εύγε!», πότε με βυθίζει στη μπασο-ανία, πότε με φρικάρει και με κάνει να σκέφτομαι να του δώσω μία και να το πετάξω στη θάλασσα.
Δεν είναι λοιπόν και τόσο απλή η αποκωδικοποίηση αυτής της τραμπάλας συναισθημάτων, πόσο μάλλον το να φτάσεις σε μια απόφαση συνολικής αξιολόγησης. Τους Wideboys βέβαια μόνο άγνωστους δεν τους λες –και η αλήθεια είναι ότι κάπως έτσι τους έχω στο μυαλό μου με βάση τη δουλειά τους ως remixers: ότι δηλαδή είναι ή του ύψους ή του βάθους. Από τη μια, αποτελεί γεγονός πως λίγοι άνθρωποι στη Βρετανία του σήμερα αντιλαμβάνονται το περιεχόμενο της λέξης «urban» όπως οι κύριοι Jim Sullivan και Eddie Craig. Από την άλλη, αποδεικνύονται τόσο ταγμένοι στο mainstream ώστε δεν αντιλαμβάνονται πάντα πού σταματά η λαμπερή, ισορροπημένη μαζικότητα και πού ξεκινά η ανελέητη φτήνια. Αν και δεν τραβάω κανά ζόρι να προσδιοριστώ –ως ακροατής και μουσικογραφιάς– ως εναλλακτικός, δεν απέφυγα τη σκέψη ότι, αν τα πράγματα αφήνονταν στα χέρια ανθρώπων όπως οι Wideboys ή οργανισμών όπως το Ministry Of Sound, το dubstep απλά δεν θα είχε συμβεί ποτέ...
Δεν λέω ότι οι Wideboys δεν την ξέρουν τη δουλειά τους και δεν την κάνουν σωστά. Ως compilers, κάνουν ό,τι ακριβώς απαιτείται στο Addicted To Bass 2011. Μιξάρουν 63 επιλογές (πρωτότυπα κομμάτια και remixes) μέσω των οποίων καταγράφουν τη σύγχρονη drum ‘n’ bass σκηνή, όπως αναγεννήθηκε μετά το αναπάντεχο φιλί της ζωής που έλαβε από τη garage αισθητική. Και μιξάρουν σωστά, εξασφαλίζοντας και ενιαία αισθητική και ηχητική συνέχεια, μένοντας συνάμα πιστοί στις Ministry Of Sound κλαμπ επιταγές. Ενώ όμως το πρώτο CD της συλλογής αποδεικνύεται καταιγιστικό στο μεγαλύτερο μέρος του, το δεύτερο ακούγεται σαν εκείνες τις συλλογές που τις αφήνουν και παίζουν σε επαρχιακά beach bars, ζαλίζοντάς σου τα ούμπαλα με τα υστερικά τους beats και τα κακοφορμισμένα τους remixes σε γνωστές επιτυχίες. Το τρίτο πάλι CD μοιράζεται ανάμεσα στις δύο προαναφερθείσες κατευθύνσεις, επιτείνοντας έτσι τη σχιζοφρένεια: πάνω που σε φτιάχνει κάτι, το ακολουθεί (αμέσως ή λίγο παρακάτω) κάτι άλλο, το οποίο σε βγάζει από τα ρούχα σου.
Σας αρέσει να σας παίρνει και να σας σηκώνει; Αγαπάτε τη στιγμή εκείνη που, ανεβάζοντας την ένταση στο ηχοσύστημά σας, νιώθετε τα κύματα του ήχου να σας ρίχνουν αλλεπάλληλα χαστούκια; Βλέπετε τους συνήθως ακίνητους γοφούς σας να λικνίζονται στον ρυθμό κάθε που έρχονται σε επαφή με ογκώδη breakbeats; Αν απαντάτε ναι σε πράγματα όπως τα παραπάνω, το πρώτο CD σας είναι απαραίτητο. Τα χαλάει λίγο προς το τέλος, μέχρι εκεί όμως οι επιλογές κρίνονται εξαιρετικά επιτυχείς –τσεκάρετε λ.χ. το “Fighting Fire” από Breakage feat. Jess Mills, το Tantrum Desire remix στο “Timebomb” των Laidback Luke & Jonathan Mendelsohn ή το Sigma remix στο “We Can Have It All” του Danny Byrd.
Αντίθετα, στο δεύτερο CD ψάχνεις καλά κομμάτια με το κιάλι. Υπάρχουν 2-3 αξιόλογα, για να μην είμαι άδικος, αλλά χαρά στο κουράγιο σου όταν σε έχουν ισοπεδώσει με το καλημέρα ένα Villa remix στο “Rolling In The Deep” της Adele ή το remix των Chris Lake & Mark Lys στο –ούτως ή άλλως άθλιο– “Hey (Nah Nah Nah)” των Milk & Sugar (ναι, το sample είναι από Vaya Con Dios). Αν και οι εναλλακτικοί πιθανώς θα ξεσηκωθούν με αυτό που θα πω, το τρίτο CD ξεκινά μια χαρά, με ένα κεφάτο “C’Mon (Catch ‘Em By Surprise)” –ήτοι βάση από Diplo feat. Busta Rhymes με επικάλυψη από Tiesto. Αλλά εκεί που έχεις αναθαρρήσει, οι Wideboys σου ρίχνουν στο κεφάλι αυτό το κακό “2Gether”, συνεργασία Roger Sanchez με Far East Movement και Kanobby. Και το σκηνικό θα επαναληφθεί και παρακάτω: παίρνεις τα πάνω σου με Michael Woods και “First Aid”, αρχίζεις τα καντήλια με το κάκιστο Afrojack remix στο “Last Night” των Ian Carey, Snoop Dogg & Bobby Anthony. Αν ακούσετε δε τι τραβάει το έρμο το “Sweet Dreams” των Eurythmics στα χέρια του Avicii, θα καταραστείτε τον Σουηδό να μην ξαναδεί γλυκό όνειρο στον ύπνο του.
Μη σας κουράζω όμως περισσότερο. Το Addicted To Bass 2011 των Wideboys θα παραμείνει στη δισκοθήκη μου και συγκεκριμένες του στιγμές θα παίξουν σίγουρα σε έξαλλα, ενεργητικά πρωινά ή σε πάρτυ όπου το ζητούμενο θα είναι να το λικνίσεις το ρημάδι και να αποδιώξεις τους βαρύγδουπους στοχασμούς. Αλλά αν με ρωτάτε για αυτό το «κάτι» που έλεγε και η Καίτη Γαρμπή θα σας απαντήσω ευθαρσώς: δεν υπάρχει.