Με το πρώτο, ομώνυμο, δημιούργημά τους (2008) οι Friendly Fires παρουσίασαν έναν ήχο όχι πρωτότυπο, αλλά τουλάχιστον φρέσκο. Τα τραγούδια τους είχαν τον αέρα της εξωστρέφειας, σε έσπρωχναν να λικνιστείς στο ρυθμικό πανηγυράκι που έστηναν και διέθεταν προς κατανάλωση μια καθάρια οπτική για τη μουσική με αισιόδοξες παρωπίδες. Δεν έφεραν λοιπόν την επανάσταση με το ντεμπούτο τους, έκαναν όμως πολύ κόσμο να υπερκεράσει την καθημερινή βρώμα με όπλο την ειδυλλιακή θέα της ιδεατής ποπ.
Αυτός ο δίσκος, όμως, επιβεβαιώνει με μαθηματική ακρίβεια το αναμενόμενο... Αν με το Pala οι Friendly Fires διέψευδαν όλες τις προσδοκίες, τότε θα έπρεπε να αναλωθούμε στην προσεκτική εξέταση μιας περίπτωσης ξεχωριστής. Το τελικό δημιούργημα, ωστόσο, αποδεικνύεται μαγκωμένο στο δόκανο που έστησε η πρώτη μορφολογική δημιουργία τους. Είναι προφανές ότι οι Friendly Fires ήθελαν να προχωρήσουν και να βάλουν το κατιτίς στον ήχο τους, κάτι όμως τους κράτησε πίσω: δεν έπρεπε να δυσαρεστήσουν το μεγαλειώδες πρόσφατο παρελθόν τους. Όπως και να το κάνουμε, πρέπει να είσαι τρομερά ταλαντούχος για να εμποτίσεις την ποπ –αυτήν με τις χορευτικές προεκτάσεις– με το προσωπικό σου όραμα. Ή να είσαι πρωτοπόρος της παραγωγής για να φτιάξεις το δικό σου ηχητικό αποτύπωμα. Και οι Friendly Fires δεν είναι τίποτα από τα δύο.
Σκοπός των Βρετανών είναι να γράψουν τραγούδια με «ακίδες» οι οποίες θα ενοχλήσουν όμορφα τα αυτιά του ακροατή. Σε αυτήν την αποστολή χρειάζονται καλές μελωδίες και προβοκατόρικοι ήχοι. Το Pala στερείται τέτοιων στοιχείων: ακούγεται σαν ένα ενιαίο τραγούδι χωρίς σπουδαίες μελωδικές εξάρσεις και με απαράλλακτο μουσικό χαλί. Όλος ο δίσκος περνάει τελικά χωρίς να αφήσει ούτε μία αμυχή στο αυτί. Μόνο το “Hawaian Air”, λόγω υφέρπουσας ειρωνείας, η βρώμικη κιθάρα (μερικών δευτερολέπτων) του “Running Away” και το “Helpless” –λόγω εμπορικής πεπατημένης– στέκονται ένα σκαλί παραπάνω από τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου. Και πάλι όμως βρίσκονται πολύ χαμηλά.
Ο πολύχρωμος παπαγάλος που κυριαρχεί στο οπτικό μέρος της δουλειάς λειτουργεί ως εισαγωγή σε ένα πεδίο που, υπό κανονικές συνθήκες, θα περιείχε την ποικιλία της φωτεινής πλευράς του πλανήτη. Η όλη διαδικασία όμως, το περιβάλλον του δίσκου και η ιστορία που αποσπασματικά θέλουν να τραγουδήσουν οι Friendly Fires δεν έχει αρχή, μέση και τέλος. Όχι επειδή ακολουθούν διαφορετικές αφηγηματικές αρχές, μα επειδή οι πρωταγωνιστές δεν δρουν, δεν αντιδρούν, μονάχα περιγράφουν. Χωρίς φαντασία.
Και, σε τελική ανάλυση, το Pala των Friendly Fires δεν διαθέτει ίχνος τόλμης. Αν είχε κυκλοφορήσει πριν το ντεμπούτο τους, εκείνο θα αποτελούσε μια λογική εξέλιξη, θα μιλούσαμε για μια πορεία με έναν στόχο. Τώρα όμως καλούμαστε να ασχοληθούμε με το κατρακύλισμα στην ανία. Πόσο άσχημο είναι να ακούς χορευτικά κοψίματα και να βαριέσαι...