Προτού διαβάσεις την κριτική στο τρίτο άλμπουμ των Fujiya & Miyagi δες αυτό!

Δεν είναι αξιολάτρευτη;

Τώρα άκου το “Knickerbocker”. Δεν σου φαίνονται πλέον και τόσο δυσνόητοι οι στίχοι του, ε;

Πολύ με ταλαιπώρησε το συγκεκριμένο άλμπουμ.
Γιατί, συζητώντας με τον άνθρωπο που το έβαλε Νο1 άλμπουμ του για το 2008, προβληματίστηκα.
Ο Παναγιώτης Μένεγος ισχυρίζεται πως είναι ό,τι καλύτερο άκουσε πέρσι.
Ας μιλήσουμε λίγο για το Lightbulbs λοιπόν.
Ή μάλλον, Fuck it.
Ας μιλήσουμε λίγο για τον άνθρωπο Μένεγο. Τον επαγγελματία Μένεγο. Τον καλλιτέχνη Μένεγο.
Τι τον ώθησε να το αναδείξει ως προσωπικό αγαπημένο του για τη χρονιά που μας πέρασε;
Τι άκουσε που δεν άκουσε εγώ;
Τι συμβαίνει μέσα στο τρικυμισμένο του ψυχολογικό σύμπαν;
(Να είναι η πολλή ενασχόληση με τον Παναθηναϊκό;
Μην είναι τα δακρυγόνα που έτρωγε στο κεφάλι επί ένα συναπτό μήνα;
Μην είναι τα πολλά ξενύχτια;
Να είναι το μπούκοβο που βάζει στον πατσά του;
Μην είναι η πολλή παρέα με τον Σταύρο Διοσκουρίδη;)

Προσπαθώ να διεισδύσω στο μυαλό του Παναγιώτη. Φαντάζομαι τι ακριβώς μπορεί να τον ενθουσίασε στο Lightbulbs: η εμμονοληπτική προσήλωση στη λεπτομέρεια της παραγωγής, στο πώς ακούγεται το πιατίνι των drums από πάνω από το ρυθμικό ριφ των keyboards – κι όχι θαμμένο κάτω από τα δυο γιγάντια Korg της τετράδας από το Μπράιτον (κι όχι το Μπρίστολ, καημένοι μουσικογραφιάδες, με το οποίο διαρκώς το συγχέετε). Πιστεύω πως του άρεσε κι η διάθεσή τους να θολώσουν την εικόνα τους: είναι rock μπάντα που έχει βαρεθεί τα συμβατικά rock όργανα ή μια ηλεκτρονική μπάντα η οποία άπλα αφήνει χώρο να αναπνεύσει στον ήχο τους και μια κιθάρα ή ένα μπάσο που kraut-ίζει; (στο λεξικό Αvopolis η λέξη kraut-ίζω είναι ο χαρακτηρισμός-πασπαρτού για έναν ήχο ο οποίος δεν μοιάζει ούτε με ηλεκτρονική μουσική, ούτε με rock, άλλα χάσκει κάπου ανάμεσα).

Είμαι σίγουρος επίσης πως ο Μένεγος, επειδή γνωρίζει κι ομιλεί πολύ καλά την αγγλική, καταλαβαίνει τη ματαιότητα του να βάλεις δήθεν ψαγμένους στίχους πίσω από μια ελαφρά μετρονομική μουσική, η οποία αρχικό σκοπό της έχει (όντως;) να σε κάνει να κουνήσεις ρυθμικά το αριστερό σου πόδι στο πάτωμα. Είναι κάτι που το αναγνωρίζω – αντίστοιχα, το αναγνωρίζω και στους Fujiya & Miyagi. Είναι έξυπνοι χωρίς να καταντάνε εξυπνάκηδες. και εστέτ χωρίς να καταντάνε ελιτίστες. Κι ο τραγουδιστής, ο David Best, διαθέτει έναν ελαφρά ειρωνικό τόνο στην εκφορά των στίχων του, σαν να ακούς να μιλάει η Λιάνα Κανέλλη στη Βουλή. Είναι προτέρημα να μπορείς να ακούγεσαι σαρκαστικός χωρίς να κινδυνεύεις να χαρακτηριστείς κυνικός. Να είσαι τόσο διπλωμάτης ώστε να λες σε κάποιον «άμε στο διάολο αγόρι μου» κι αυτός να μην βλέπει την ώρα να ξεκινήσει το ταξίδι του στην Κόλαση.

Τοποθετημένοι πανούργα κάπου ανάμεσα στη διαλεκτική ικανότητα των Of Montreal (μόνο που οι Fujiya & Miyagi παίζουν ΟΛΑ τα μεγάλα τους χιτάκια στις συναυλίες τους...) και τη μηχανιστική, σχεδόν ρομποτική Kraftwerk-ική πειραματική τους, καταφέρνουν να ακούγονται σαν ένα αποκύημα ενός PC από το κοντινό μέλλον. Τόσο πολύ ώστε στο τέλος βλέπεις πόσο εύστοχος είναι ο στίχος τους «if today is the same as yesterday, tomorrow’ll be the same as today». Εξίσου πανούργα είναι και η τελική γεύση που σου αφήνουν: από τη μια δεν διαθέτουν το χορευτικό ειδικό εκείνο βάρος που θα σε έκανε να ξεκουνηθείς, αλλά από την άλλη δεν μπορείς να σταματήσεις να κουνάς το, αριστερό πάντα, πόδι σου πάνω-κάτω. Αλλά τελικά το σώμα σου είναι αυτό με το τελικό παράπονο: να σηκωθώ ή όχι; Άρχισαν τα όργανα ή όχι; Να χτυπήσω τα πόδια μου πάνω στον ασίκικο σκοπό ή να παλουκωθώ; Αποφασίστε επιτέλους...

Το Transparent Things του 2006 είναι σαφώς μια πιο σφιχτοδεμένη δουλειά – για όσους δεν πρωτάκουσαν τους Fujiya & Miyagi λόγω “Knickerbocker”. Λυπάμαι που θα στεναχωρήσω τον Παναγιώτη, αλλά το Lightbulbs δεν διαθέτει τα ηχητικά πυροτεχνήματα, ούτε τη συνολική δυναμική του προηγουμένου. Αποτελεί όμως το μεταβατικό στάδιο, θαρρώ, γι΄αυτό που πρόκειται να επακολουθήσει: την τελειοποίηση ενός απολύτως προσωπικού μουσικού ιδιώματος, του “Τhe Fujiya & Miyagi Sound”.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured