Τι κάνει έναν καλλιτέχνη, μία μπάντα να ξεχωρίζει από ομότεχνους και ομήγυρη, να κάνει αυτό το περίφημο και πολυπόθητο “stand-out” που λέμε και στα χωριά μας; Η φωνή, το υλικό, τα τραγούδια, ο αέρας, η στόφα, οι τεχνικές δεξιότητες, το σωστό μέρος, η σωστή στιγμή; Μερικές φορές αρκούν ένα ή κάποια από αυτά, άλλες πάλι πρέπει να συντρέχουν όλα, τις περισσότερες όμως πρόκειται για ένα ερώτημα ρητορικό χωρίς απάντηση. Δεν είναι λίγες φορές που αυτός που ξεχωρίζει, το κάνει γιατί δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς. Το μέσο γίνεται σκοπός και η ανάδυση από μια άμορφη μάζα είναι μονόδρομος. Ένα αρμονικό σύνολο αιτίων, οργανικά ενωμένων σε μια αδιάσπαστη χημική ένωση, βρίσκεται στον πυρήνα των ειδοποιών χαρακτηριστικών που συνθέτουν μια καλλιτεχνική ταυτότητα, προορισμένη να ξεχωρίσει, να καταλάβει έναν αναφαίρετο, κατάδικό της χώρο. Και αν όλα σμίξουν στη θέση τους, σύμφωνα με όλα τα άρρητα πρέπει της δημιουργίας, ο μόνος διεκδικητής που θα έχει αυτός ο ονειρικός καλλιτέχνης σε αυτόν τον προσωπικό του χώρο στον δημιουργικό χάρτη θα είναι ο ίδιος του εαυτός. Μόνο αυτός θα μπορέσει να τον καθαιρέσει από τη θέση που τον ξεχωρίζει κερδίζοντας τη μάχη με τη φθορά και την αλλοίωση του χρόνου.
Οι Tindersticks είναι μια από τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις μπάντας που έχουν, μέχρι στιγμής, θριαμβεύσει και στις δύο μάχες: σε εκείνης μέσα από την οποία μια νέα μπάντα επιδιώκει να περάσει από την ανυπαρξία στο προσωπικό στίγμα αλλά κυρίως αυτής μέσα από την οποία αυτό το προσωπικό στίγμα διατηρείται, ανθίζει τακτικά και πετάει νέα κλαδιά στο πέρασμα του χρόνου, στο πέρασμα τριάντα χρόνων για την ακρίβεια. Γιατί αν η παρέα του Stuart A. Staples ξεχώρισε, σχετικά εύκολα, έστω και στο κλειστό, intellectual lobby των ψαγμένων δισκοφάγων των ‘90s, με τα μποέμικα κοστούμια και καπέλα και τις καλλιτεχνικές ενορχηστρώσεις με βιολιά και πνευστά, την εποχή που η grunge επανάσταση όδευε προς το σύντομο τέλος -ενορχηστρωμένο από την άπληστη βιομηχανία γύρω από τον σοκαριστικό θάνατο της ηγετικής φυσιογνωμίας της- δεν ήταν καθόλου αυτονόητο ότι θα διατηρούσε τη θέση της και στη δεύτερη φάση της, στην μετά-millennium εποχή, με το μισό line-up να αποτελεί παρελθόν και την πρόγνωση του καιρού δυσμενή για ένα μεσήλικο συγκρότημα πιουριστών καλλιτεχνών.
Η ιστορία όμως δικαίωσε τους Tindersticks και την απόφαση της εναπομείνασας τριανδρίας των Stuart A. Staples, Neil Fraser και David Boulter να επανεκκινήσουν το συγκρότημα υπό το ίδιο brand, μετά από ένα πενταετές διάλειμμα την περίοδο 2003 – 2008, που όλα έμοιαζαν ότι είχαν τελειώσει, με την αποχώρηση των μισών μελών του. Και όχι μόνο επανεκκίνησαν αλλά κατάφεραν να ξορκίσουν την κατάρα που καραδοκεί την επόμενη μέρα των περισσότερων συγκροτημάτων που αποτολμούν μια δεύτερη καριέρα μετά από ένα ηχηρό hiatus και τα θέλει να θυμίζουν και να ακούγονται σαν τη σκιά του εαυτού τους. Με σκληρή, συστηματική δουλειά, προσήλωση στη δημιουργία και «άνιωθοι» στις εκάστοτε σειρήνες μιας βιομηχανίας σε υπαρξιακή κρίση διαρκείας οι Tindersticks συνέχισαν να κάνουν αυτό που γνώριζαν καλύτερα: να εξερευνούν τη μουσική, τη σύνθεση, την αφήγηση, δοκιμάζοντας και τολμώντας κατά καιρούς διάφορα εξαιρετικά ενδιαφέροντα πράγματα στην ενορχήστρωση και στη φόρμα και βγάζοντας εκεί έξω τον έναν εντυπωσιακά καλοφτιαγμένο δίσκο μετά τον άλλον, διατηρώντας την ποιότητά σε εντυπωσιακά σταθερά υψηλά επίπεδα και τον πυρήνα της Tindersticks ταυτότητας άθικτο παρά τις κατά τόπους πειραματικές τους λοξοδρομήσεις που όμως δεν έβλαψαν και δεν ενόχλησαν κανέναν.
Το Soft Tissue έρχεται να καταλάβει πανηγυρικά τη θέση no. 14 στη δισκογραφία των Tindersticks ως ένα θριαμβευτικό και ειλικρινές επιστέγασμα μιας εξαιρετικής τριαντακονταετούς πορείας που έρχεται να δρέψει τους καρπούς της πολυετούς και απαρέκκλιτης προσήλωσης σε έναν κοινό, καλλιτεχνικό αξιακό κώδικα. Πανέμορφα γραμμένο και ενορχηστρωμένο, με την τεχνική των Tindersticks, τόσο ως μουσικών όσο και ως συνθετών, να ρέει σαν ώριμο, καλό κρασί, το Soft Tissue είναι ένας φόρος τιμής στην Tindersticks ταυτότητα και όπως γεννήθηκε στα ‘90s με το δισκογραφικό τρίπτυχο Tindersticks-Tindersticks II- Curtains και αναγεννήθηκε διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητας της μέσα από την εργατικότητα, τη σοβαρότητα και τον σεβασμό του διάδοχου line-up τόσο στην Tindersticks παράδοη όσο και στους ίδιους τους εαυτούς τους.
Με ένα υποδόριο, ιδιοσυγκρασιακό αλλά σαφέστατο και άμεσο groove να δονεί όλον τον δίσκο το Soft Tissue ξετυλίγει τις ιστορίες του πάνω σε παραδοσιακές μουσικές φόρμες, από την soul και την αργή, αισθησιακή disco των ‘70s μέχρι την bossa nova και τους λοιπούς νωχελικούς λατινοαμερικανικούς ρυθμούς που λειτουργούν ως απολαυστική πλαστελίνη κάτω από τη φωνή του Staples και τις κινηματογραφικές, δραματικές προσεγγίσεις των Tindersticks. Το εναρκτήριο “New World” κερδίζει τον ακροατή με το καλημέρα με την εμπνευσμένη και κάτι παραπάνω από ελκυστική soulful φόρμα με την οποία ντύνει ένα set αψεγάδιαστων, υπαρξιακών στίχων ικανών να «πιάσουν» τον καθένα ενώ το “Don’t Walk Run” συνεχίζει την -για-όλους-τους-σωστούς-λόγους- επίκληση στο συναίσθημα με ένα παραδοσιακό Tindersticks track που μυρίζει αδιόρατα The Waiting Room. “Nancy” και “Falling, the Light” συνεχίζουν αυτό το απολαυστικό παιχνίδι αποπλάνησης σπρώχνοντας τον ακροατή μαλακά προς τα ενδότερα του album, εκεί που τον περιμένει το μυστήριο του υπέροχου, βγαλμένου από τη μήτρα των Tinderstick hits “Always A Stranger”. Ενώ λίγο πιο κάτω το “Turned My Back” με το δωρικό, λιτό και γεμάτο αυτοπεποίθηση μπάσο που σκορπάει δύναμη με ένα μόνο απαλό, σίγουρο άγγιγμα κλειδώνει με ένα ακόμα highlight την αποτίμηση του Soft Tissue ως ενός από τα καλύτερα Tinderstick albums και ενός από τα ελάχιστα του συγκροτήματος με αξιώσεις ευρύτερης αναγνώρισης, πέραν του σεσημασμένου, εκλεκτικού κύκλου τους.
“Baby I was falling/but the shit that I was falling through /'Thought it was just the world rising” τραγουδάει ο Stuart A. Staples στο “New World” πετυχαίνοντας bull’s eye καθώς όλοι αναρωτιόμαστε τι θα μας φέρει αυτός ο νέος κόσμος που ξημερώνει κάθε μέρα. Για τους Tindersticks μέχρι στιγμής έχει φέρει έναν δίσκο για τον οποίο μπορούν να είναι περήφανοι από κάθε άποψη, έναν δίσκο που μπορεί να παιχτεί live με μεγάλη προστιθέμενη αξία για την μπάντα και τον ακροατή, έναν δίσκο που βάζει ένα ακόμα πολύτιμο λιθαράκι στον τοίχο μιας από τις πιο υποτιμημένες ίσως μπάντες της γενιάς της. Ο νέος κόσμος ίσως να μην χωράει ένα εμφατικό breakthrough των Tindersticks που θα σπάσει το διαχρονικό τους status του cult gem αυτό όμως, όπως έδειξαν οι δεκαετίες, δεν αποτελεί και μεγάλο πρόβλημα ούτε για τους ίδιους, ούτε για το κοινό τους. Οι Tindersticks τραγουδάνε ακόμα απευθείας από τον μαλακό σκληρό πυρήνα της ύπαρξης τους και εκπέμπουν όμορφα από εκείνον τον κατάδικό τους χώρο που κανείς -ούτε οι ίδιοι οι εαυτοί τους- δεν μπορεί να τους πάρει.
Οι Tindersticks εμφανίζονται στο Christmas Theatre το Σάββατο 2 Νοεμβρίου. Η προπώληση συνεχίζεται.