Το καλοκαίρι δεν είναι κάτι το χρονικά ορισμένο, δεν είναι ένας ημερολογιακός σταθμός, είναι πολύ περισσότερο ένας θυμικός προορισμός. Σε αυτό το πλαίσιο, πάντα διαφωνούσα στην βιομηχανοποιημένη λογική του «καλοκαιρινού δίσκου». Γεγονός στο οποίο συνηγορούν και οι reggaeton καλλιτέχνες, παρότι πρεσβεύουν ένα είδος που για τον δυτικό κόσμο συνεπάγεται με πολύ συγκεκριμένες συνθήκες, ειδικά μετά την παγκόσμια εξάπλωσή του και την mainstream αναγνώρισή του χάριν σε καλλιτέχνες όπως ο Daddy Yankee.

Τα χρόνια από τη «μεγάλη έκρηξη» της δεκαετίας του 2000 όμως έχουν περάσει, ο κόσμος έχει αλλάξει ριζικά τόσο μουσικά όσο και κοινωνικοοικονομικά. Για πολλά χρόνια η δύση επέστρεψε στους «δικούς της» καλλιτέχνες, επισκεπτόμενη τη μουσική της Καραϊβικής υπό τουριστικό πρίσμα ως soundtrack των διακοπών της. Αυτό όμως δε σημαίνει πως η Λατινική Αμερική και ιδιαίτερα περιοχές όπως το Πουέρτο Ρίκο, ο Παναμάς και η Κολομβία σταμάτησαν να έχουν το ρόλο της βαριάς βιομηχανίας πολιτισμού. Μια βιομηχανία, από τα σπάργανα της οποίας προέρχεται και ο Bad Bunny ή αλλιώς, ο άνθρωπος που έκανε την "musica urbana" παγκόσμιο φαινόμενο.

Δεν πρόκειται όμως για ένα καλλιτεχνικό προφίλ του, κατά κόσμον, Benito Antonio Martínez Ocasio το παρόν κείμενο, αλλά για μια προσέγγιση της νέας δισκογραφικής του δουλειάς, η οποία μας έκανε ποδαρικό στο νέο έτος, με τίτλο DeBÍ TiRAR MáS FOToS (μτφ. I Should Have Taken More Photos). Πρόκειται για ένα δίσκο που στις δημοφιλείς πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, με χαρακτηριστικότερο το TikTok, χίταρε σε λίγα μόλις λεπτά από την κυκλοφορία του, με έναν Bad Bunny αφοσιωμένο στην υπεράσπιση της πολιτισμικής παράδοσης τόσο του Πουέρτο Ρίκο, όσο και της Λατινικής Αμερικής συνολικά.

«Δεν με ενδιαφέρει» απάντησε όταν τον ρώτησαν σε συνέντευξή του στο Popcast, το μουσικό podcast των New York Times, εάν θεωρεί πως οι αγγλόφωνοι (και κυρίως οι βορειοαμερικάνοι) χάνουν το νόημα της μουσικής του εξαιτίας της γλωσσικής διαφοράς. Κι αυτή είναι η ουσία του DTMF. Είναι μια δήλωση, από ένα σύγχρονο pop μεγαθήριο, πως πρώτα απ’ όλα κάνει μουσική για τον λαό του. Μουσικά άλλωστε πρόκειται για τον πιο «πουερτορικανικό» δίσκο της καριέρας του, στον οποίο μέσα από μια πολυσχιδή μουσική προσέγγιση, εξερευνεί τις πολιτισμικές και ιστορικές ρίζες του τόπου του.

Reggaeton τόσο της νέας όσο και της παλαιάς σχολής, trap, salsa, jibaro, plena. Πρόκειται για ένα κοκτέιλ της πλούσιας μουσικής λαογραφίας κυρίαρχα του Πουέρτο Ρίκο, αλλά κατ επέκταση τόσο της Καραϊβικής, όσο και της Λατινικής Αμερικής. Ένα κοκτέιλ το οποίο κοιτά μπροστά, στο μέλλον, πλαισιώνοντας όμως την παράδοση όχι νοσταλγικά ή εθιμοτυπικά, αλλά ως έμβιο οργανισμό του σήμερα. Δεν σταματάει η αγωνία για το μέλλον της πατρίδας του όμως μονάχα στη σύνθεση, αλλά αρθρώνει και συγκεκριμένο λόγο. Στιχουργικά (google translate σε ευχαριστώ), λοιπόν, βλέπουμε τη θεμελιώδη αγάπη του καλλιτέχνη για το Πουέρτο Ρίκο και την ουσιαστική ανησυχία του για τις κοινωνικές ανισότητες που διαρκώς οξύνονται και οδηγούν στη μετανάστευση, αλλά και για τις ιδιαίτερες σχέσεις του νησιού με τις Η.Π.Α., των οποίων οι αποικιοκρατικές πολιτικές -μέσω φυσικά του gentrification- απειλούν την πολιτισμική του ταυτότητα (όπως πολύ χαρακτηριστικά παρουσιάζει στο "Lo Que Le Pasó a Hawaii").

Οι συνεργασίες του δίσκου κυμαίνονται μεταξύ ασφαλούς δρόμου και οράματος. Βλέπουμε μια παρέλαση τόσο της αφρόκρεμας της πουερτορικανικής βιομηχανίας, όπως είναι οι συχνοί συνεργάτες του Benito Tainy, La Paciencia και MAG, αλλά και σύγχρονες ορχήστρες όπως οι Los Pleneros de la Cresta. Άξιο αναφοράς επίσης είναι το σπουδαίο φιλμ μικρού μήκους το οποίο παρουσιάστηκε στο YouTube στα πλαίσια του roll out του δίσκου, στο οποίο συμπρωταγωνιστεί με τον θρυλικό ηθοποιό του νησιού Jacobo Morales, μέσα από το οποίο αποτυπώνει και οπτικά την αλλαγή που υφίσταται από τον εξευγενισμό το Πουέρτο Ρίκο.

Ολοκληρώνοντας, το DTFM είναι πολλά περισσότερα από ένας απλώς εξαιρετικός δίσκος. Είναι ένα έργο ζωής, το οποίο συνδυάζει την τέχνη με τον ακτιβισμό, αναδεικνύοντας πως το να είσαι mainstream δε συνεπάγεται με εφήμερα, πλαστικά προϊόντα, ούτε επικοινωνιακή ουδετερότητα. Αντιθέτως, είναι ένα βήμα το οποίο ο καλλιτέχνης είναι στην ευχέρειά του πως θα το διαχειριστεί. Ο Bad Bunny επέλεξε να γίνει το σώμα και η ψυχή του τόπου του, να εκφράσει τις αγωνίες του απλού κόσμου του Πουέρτο Ρίκο, να εμπνεύσει τόσο καλλιτεχνικά όσο και κοινωνικά.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured