Οι Coldplay είναι η κλασσική περίπτωση συγκροτήματος που αρέσει σε όλους (σχεδόν) αλλά λίγοι είναι αυτοί που δεν νοιώθουν ενοχές γι’ αυτό, και πολλοί αυτοί που μόνοι στο αυτοκίνητο πάντα δυναμώνουν το ράδιο όταν παίζει κάποιο κομμάτι τους (βέβαια αυτό πριν συμπληρώσει κανείς τις εκατό χιλιάδες ακροάσεις οπότε και το έχει σιχαθεί η ψυχή του).

Με το “Parachutes” ονομάστηκαν οι νέοι διάδοχοι – τουλάχιστον όσον αφορά την δημοτικότητα τους – των Radiohead. Τα “Yellow” και “Trouble” ακούστηκαν όσο κανένα άλλο ποπ-ροκ κομμάτι το 2000. Το ίδιο συνέβη και με το “A Rush Of Blood In The Head” δύο χρόνια αργότερα, με τα “Clocks” και “In My Place” να έχουν θέση σε κάθε είδους club και charts. Έγιναν πλέον mainstream και αυτό έμελλε να είναι και το μοιραίο "λάθος" τους, για τους απανταχού indie μουσικόφιλους και μουσικοκριτικούς.

Ξέχωρα απο το hype και ό,τι άλλο το ακολουθεί, οι Coldplay επί της ουσίας κυκλοφόρησαν δύο εξαιρετικούς και καθοριστικούς ποπ δίσκους. Μπόλικες ακουστικές μελωδίες -συνοδεία της χαρακτηριστικότατης φωνής του Chris Martin. Στα μόλις 5 χρόνια ζωής τους πρόφτασαν να έχουν και κλώνους, όπως τους Keane και Two Face και η συνέχεια είναι απλή. Κάνουν ό,τι ακριβώς έκαναν και την τελευταία φορά, για να αποφύγουν τις κακοτοπιές, με μπροστάρη πάλι τον Martin με το μικρόφωνο και το πιάνο του. Δεν μπορώ να αρνηθώ την ύπαρξη κομματιών που είναι ικανά να σου κολλήσουν στο μυαλό και τη γλώσσα, με την πρώτη κιόλας ακρόαση. Το κακό, και φαίνεται επίσης με την πρώτη ακρόαση, είναι ότι δεν θα έχει διάρκεια ο δίσκος. Η συνταγή που ακολουθούν είναι η ίδια ακριβώς. Χωρίς καμία έκπληξη και διάθεση πειραματισμού ή έστω εξερεύνησης μουσικών μονοπατιών, οι Coldplay συνθέτουν, εκ του ασφαλούς, τα δώδεκα –συν ένα κρυφό- κομμάτια του δίσκου στα πρότυπα του προηγούμενου.

Δεν θα απογοητεύσουν το πιστό κοινό τους με κομμάτια όπως το πρώτο single “Speed Of Sound” ή το εναρκτήριο “Square One”. Θα ξαφνιάσουν όσους ακούσουν το “Talk” και τυχαίνει να είναι και Kraftwerk-ικοί, αφού, και με όλες τις νόμιμες διαδικασίες, έχουν δανειστεί τη μελωδία του “Computer Love” των Γερμανών. Η μπαλάντα “What If” θα μπορούσε να λέγεται και “Trouble Part II” ενώ το “The Hardest Part” άνετα θα γινόταν το επόμενο single.

Εν ολίγοις ο ήχος τους είναι σήμα κατατεθέν και αναγνωρίσιμος από οποιονδήποτε τους έχει ακούσει έστω και μία φορά. Αλλά μήπως αυτό σημαίνει ότι είναι προβλέψιμοι και κινδυνεύουν να γίνουν (αν δεν έχουν ήδη γίνει) γραφικοί; Ή ότι δεν τολμούν να πάνε «παρακάτω», φοβούμενοι μην χάσουν την ίσως εφήμερη επιτυχία που τους προσφέρει αυτή η φόρμα;

Όποια κι αν είναι τα τινά, φαίνεται να έχουν στρογγυλοκαθίσει για τα καλά στο «θρόνο» που έχουν «νοικιάσει». Εγώ πάντως από την τρίτη, και αυστηρώς όχι απανωτή ακρόαση, τους βαρέθηκα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured