Oι υπέρμαχοι της στυλιστικής ορθοδοξίας τα έχουν βρει λίγο σκούρα με την Αρβανιτάκη. Διαφορετικές οι ηχητικές επιλογές της σε κάθε δίσκο, διαφορετικοί οι συνεργάτες στο δημιουργικό μέρος. Το μόνο που μένει κοινό είναι η εκπληκτική φωνή της. Αν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι βρίσκεται στο ζενίθ της χρησιμοποίησής της η φιλοσοφία παραγωγής "συγκεντρώνω σημαντικούς δημιουργούς και δημιουργώ μια συλλογή τραγουδιών πλέον" (τη συζητήσαμε εκτενώς στη δισκοκριτική της τελευταίας δουλειάς της Χαρούλας Αλεξίου), το αποτέλεσμα αυτού του ηχογραφήματος δεν θα πρέπει να μας προξενεί καμία εντύπωση. Είναι όλοι εδώ: Χατζηγιάννης, Γαλάνη, Κραουνάκης, Βαρδής, Αλκ.Ιωαννίδης, Ζούδιαρης, Ξυδάκης, Μαχαιρίτσας, Ζήκας, Πάππος, Ανδρικάκης, Δημοπούλου, Θ.Παπαδόπουλος. Η τόλμη όμως εγκειται στο ότι τουλάχιστον έγινε το βήμα αυτή τη φορά να δημιουργηθεί μια ενιαία αισθητική, η οποία θα εγκολπώνει όλα τα στοιχεία χωρίς να λειτουργεί ισοπεδωτικά. Αν τα κατάφερε; Σε κάποια κομμάτια μας άφησε μουσική φρέσκια και δυνατή, χάρμα ώτων. Σε κάποια άλλα κυριολεκτικά η ενορχήστρωση απορρόφησε κάθε υγρό στοιχείο, στεγνώνοντας το κομμάτι, αφήνοντάς το να αποτελέσει ένα αποτυχημένο πείραμα.Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Ο Άκης Κατσουπάκης, που ανέλαβε την ενορχήστρωση, αναδεικνύεται εδώ σε κύριο πρωταγωνιστή, προσθέτοντας λούπες, εφέ και γενικά επεμβαίνοντας τεχνολογικά, ακόμα και σε έντεχνα τσιφτετέλια. Κατά τη γνώμη του γράφοντος τα κατάφερε μια χαρά. Ωστόσο κάποια από τα κομμάτια έπρεπε ή να μην συμπεριληφθούν σε αυτή τουλάχιστον τη δουλειά ή να τύχουν διαφορετικής αντιμετώπισης. Ας πούμε, το "Όλα στο Φως", μια σύνθεση του Νίκου Ξυδάκη, σε στίχους Αλκίνοου Ιωαννίδη, μοιάζει με κακό remix σε κλασικό κομμάτι του πρώτου. Από την άλλη, η πιο διακριτική και ταιριαστή επέμβαση στο τσιφτετέλοειδές "Πες μου Όνειρα Γλυκά", μοιάζει με φυσική προέκταση των παρόμοιων σε φιλοσοφία εξηλεκτρισμένων ενορχηστρώσεων του Νίκου Παπάζογλου. Όταν ρισκάρεις έτσι έχεις και το κριτήριο τη αισθητικής λειτουργικότητας που καμιά φορά είναι απόλυτα υποκειμενικό.Στα καθαρά ποπ κομμάτια τα πράγματα είναι σαφώς πιο εύκολα. Πέρα από το συμπαθητικό "Πάρε με αγκαλιά και πάμε" του Μιχάλη Χατζηγιάννη και της Λήδας Ρουμάνη, υπάρχει ένα όμορφο downtempo "Δεν έχει επιστροφή" της Δήμητρας Γαλάνη και της Ελεάνας Βραχάλη, μια μπαλλάντα ουσιαστικά για πιάνο, με πιασάρικο και αρκούντως δραματικό ρεφρέν. Προσθέστε ένα κλασικό ποπ, Χατζηγιαννικό κομμάτι με τίτλο "Ως τα Χαράματα" (εδώ πραγματικά έβαλε τα δυνατά του!), αλλά και μια σύνθεση της Μαρίας Παπαδοπούλου (στην οποία έχουμε κάνει αρκετές αναφορές και για το σόλο υλικό της), το "Τι μου δίνεις να γυρίσω". Η τελευταία διανθίζεται με πλούσια έγχορδα δια κουαρτέτου και το όλο στυλ ενέχει τη ζεστή αίσθηση των Βέλγων Hooverphonic.Οι συνεργασίες με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και τον Αντώνη Βαρδή δεν αφήνουν κάτι ξοπίσω τους, ενώ το ξανάσμιγμα με τον Θ. Παπαδόπουλο (Οπισθοδρομική Κομπανία) μετά από 15 χρόνια, μπορεί να υπερφορτώνεται για δείξει σύγχρονο (λάουτο και δωδεκάχορδη κι από πίσω ηλεκτρονικά εφέ!), αλλά δεν είναι κουραστικό -δεν χάνει λοιπόν το κομμάτι. Το πιο απλό, λιτό τραγούδι το πήρε από τον Αλκίνοο ("Ενα τραγούδι για την ελευθερία"): ακουστική κιθάρα, φυσαρμόνικα και hammond συνθέτουν μια κατευναστική, γαλήνια μπαλλάντα που δεν εκβιάζει το συναίσθημα, αλλά το κερδίζει ήρεμα. Τέλος, ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έχει γράψει ποτέ ο Κραουνάκης, και το καλύτερο τα τελευταία χρόνια μαζί με τη "Ροζ Γραβάτα", το "Πάω να Πιάσω Ουρανό", συμπεριλαμβάνεται κι εδώ για να ενισχύσει το πακέτο, η ελκυστικότητα του οποίου ανεβαίνει και με την έξυπνη προσθήκη ενός 30λεπτου dvd με σκηνές και εντυπώσεις από τις ηχογραφήσεις. Η Ελευθερία Αρβανιτάκη φαίνεται να οικοδομεί μια σχέση και με πιο νεανικά και ποπ ακροατήρια, χωρίς να χάνει τη ζεστή αίσθηση οικειότητας με το κοινό που την παρακολουθεί. Σίγουρα κάποιοι καθαρολόγοι - καλοθελητές του ελληνικού έντεχνου τραγουδιού θα αρχίσουν τα τροπάρια για ξεπούλημα και μπαστάρδεμα και ίσως να μην έχουν και άδικο ως προς το δεύτερο. Από την χιλιοστή όμως σύνθεση του Ξυδάκη ή του Ιωαννίδη με την ίδια ακριβώς φιλοσοφία ενορχήστρωσης, προτιμούμε αυτό το αμήχανο πράγμα. Έτσι κι αλλιώς κανείς συνθέτης δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να σηκώσει το βάρος ενός άλμπουμ ενός μεγάλου ερμηνευτή από μόνος του, φέρνοντας αναπόφευκτα αυτές τις συλλογές στις οποίες ο παραγωγός-ενορχηστρωτής καλείται να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Τουλάχιστον έτσι χαιρόμαστε να βλέπουμε κάτι στο οποίο οι συντελεστές του θέλουν να προσδώσουν ένα ενιαίο αισθητικό χαρακτήρα και -γιατί όχι- να το αποδομήσουν ή να το εμπλουτίσουν με αυτονόητα για άλλες χώρες στοιχεία. Επαναλαμβάνουμε, υπάρχουν στιγμές που νιώθεις ότι όλο αυτό έγινε με άτσαλο κι αταίριαστο τρόπο, αλλά και τίποτα καλό δεν προκύπτει χωρίς να προσπαθήσεις, ειδικά αν το αποτέλεσμά του έγκειται εν πολλοίς στο υποκειμενικό στοιχείο της ατομικής δεκτικότητας. Κι αν σας αρκεί μόνο αυτό, ναι, πολλά από τα τραγούδια είναι αρκετά αξιόλογα για το είδος τους.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured