Πάμε λίγο πίσω για να διαβάσουμε τι έγραφε ο Δημήτρης Λιλής για το Space 1.8: «Οι ιστορίες και τα σχόλια που συνοδεύουν την παρθενική μεγάλης διάρκειας κυκλοφορία της με τίτλο Space 1.8 , είναι ικανά να ωθήσουν κάθε φίλο της jazz και της ambient στο να πατήσει το play. Και κατά πάσα πιθανότητα, θα δικαιωθεί, θα λυτρωθεί ή θα βρει τη γιατρεία του σε έναν από τους πιο ιδιαίτερους, φινετσάτους και συναισθηματικά φορτισμένους, ορχηστρικούς δίσκους της χρονιάς. (…) ξεκίνησε να συνθέτει και να ηχογραφεί το “Space” concept της μόλις στα 22 της χρόνια και έχοντας μόλις συνέλθει από αφαίρεση όγκου, με αποτέλεσμα να εμβαθύνει στις θεραπευτικές ικανότητες που μπορεί να έχει η ελεύθερη από φόρμες μουσική».

Σε εκείνη την κριτική, ενός δίσκου που είχε διαφύγει από το εγχώριο ραντάρ κατέληγε -για να το εξάρει περαιτέρω- στο Promises των Sanders/Floating Points (για κακή της τύχη, η δική της κυκλοφορία βγήκε μόλις μερικούς μήνες αργότερα την ίδια χρονιά), κάτι που παρομοίως συμβαίνει και στα κείμενα για το Endlessness, στοιχείο που αντανακλαστικά τσιγκλά όσους εξ ημών δε βρήκαμε τις ελπιδοφόρες απαντήσεις για τον ταραγμένο μας κόσμο, μέσα από τη συγκεκριμένη καλλιτεχνική ambient/jazz σύμπραξη, όπως αυτή καταγράφηκε εντός της πλειοψηφίας των αποδεκτών. «Τότε ρε μεγάλε, τι να μας πεις εσύ κι η στενοκεφαλιά σου για τη Sinephro;» τι σόι βαρύτητα έχει μια στερεοτυπική, επαναλαμβανόμενη, αυτιστική πρόσληψη, που μοιραία οδηγεί σε «αξιολογική διαταραχή»; Εύλογα τα ερωτήματα, οπότε για τη συνέχεια πρέπει να συμφωνήσουμε σε κάτι ελάχιστο μα μείζον, εφόσον πέσαμε/τε στην περίπτωση που τράβηξα τον διαμεσολαβητικό κλήρο για το Endlessness.

Τα δέκα ομότιτλα Continuum της Sinephro, τα τρία τέταρτα που διαρκεί ο δίσκος της που κυκλοφόρησε υπό τη σκέπη της Warp είναι τόσο καλά, όσο το Promises των Samuel Shepherd, Pharoah Sanders και London Symphony Orchestra. Ίσως και καλύτερα, γιατί σκαρφαλώνουν δυσκολότερα, δίχως ιμάντες με ασφαλές trademark ανάλογων υπογραφών (μαζί της βρίσκονται οι James Mollison (Ezra Collective), Morgan Simpson (Black Midi), Sheila Maurice-Grey (Kokoroko), Nubya Garcia, Lyle Barton, Natcyet Wakili, και Wonky Logic με το δίσκο της Luaka Bop. Στα μέτρα λοιπόν αυτού, ακόμη και για τον ακροατή που δε συμμερίστηκε την υπερβατική απεραντοσύνη εκείνου του δίσκου, το συμπαντικό εναγκαλισμό με το «είναι» του και τις λοιπές συναισθηματικά φορτισμένες αοριστολογίες (ή τελικώς απόλυτα δικαιολογημένες αισθητικές «ανάγκες»), η Sinephro έρχεται σχολαστικά, δίχως βαρύγδουπα τρυκς εντυπωσιασμού, αφήνοντας τους χώρους να ανοίξουν ισορροπημένα, παραδομένη στο συνεχόμενο αρπέτζιο. Βουτά ως λεπτολόγος στο digital, ξαναβουτά βαθύτερα σε αναλογική άβυσσο, παίρνει τις παλιές ανάσες του Sanders, στριφογυρίζει στα πεπραγμένα του Jon Hassell και του Terry Riley. Λέει λιγότερα - όχι κρύβοντας σκέψεις και θέσεις, αυτό θα ήταν ένα ιντελεκτουέλ βάσανο για όσους με έπαρση προτεραιοποιούν το υπερφίαλα δυσπρόσιτο- μα εμείς ακούμε περισσότερα.

Ήδη μετάνιωσα με τον τρόπο που ξεκίνησα να ακούω το Endlessness. Κυλά γενναιόδωρα αποκαλυπτική αυτή η «βουτιά στον κύκλο της ύπαρξης» που δύσκολα αποφεύγεις τη χρήση του «θεραπευτικού» ως όρο (διάβασα στην κριτική του Petridis όπου εντόπισε σχόλιο στο οποίο αναφέρεται πως τα synths στο home studio της είναι ρυθμισμένα στα 432Hz, συχνότητα που αυξάνει την ανακούφιση από τον πόνο, τη χαλάρωση και βελτιώνει την πνευματική διαύγεια), χωρίς αυτό να σημαίνει πως η Sinephro είναι κάποια δευτεράντζα αναισθησιολόγος που μεταχειρίστηκε μια περιττή και πρόσκαιρη επισκληρίδιο. Αν μη τι άλλο, δεν της αρμόζει ούτε η όποια προβοκάτσια εκπορεύτηκε από τις αναγωγές για την περίπτωση των Sanders/Floating Points (νατοι πάλι αυτοί), ούτε η συγκριτική υποτίμηση ελέω Alice Coltrane cosmic εργογραφίας. Καθησυχαστικά ταπεινή είναι η ποιότητα της Sinephro, κι ο δίσκος της αξίζει να ακουστεί. Εγώ πάντως θα τον ξαναεπισκεφθώ.

https://open.spotify.com/album/51CQQ3tQLRZlZJZ5jcpoGE?si=g2rr2gLKRoWni3lNyqGbCg

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured