To κορίτσι που καθόλου δεν ενδιαφερόταν να είναι cool, που δήλωνε ότι το Studio 54 ήταν μόνο status, χρήματα και "cocaine glamour", που δεν το ενδιέφερε να φορά μπλουζάκια με γνωστά logo και Calvin Klein τζιν, είναι ακριβώς αυτό το κορίτσι που ξεκίνησε μικρό παιδί με πιάνο και κορνέτα, εκκλησιαστική χορωδία και σχολικές παραστάσεις, έφτασε στην Νέα Υόρκη αρχές της δεκαετίας του ‘70, έζησε τις μυθικές νύχτες των CBGB και Studio 54,-και τα δύο venues στην προσπάθεια αναβάθμισης υποβαθμισμένων περιοχών- εργάστηκε στο New York Magazine ως δημοσιογράφος, απολύθηκε, έφτασε στο Σικάγο στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, τη στιγμή που γεννιόταν η πανκ σκηνή και με ένα single που μοίραζε σε DJs, δισκάδικα και τοποθετούσε σε jukebox σε clubs, άρχισε την επανάσταση-ενάντια στον κομφορμισμό, τον υλισμό, την εμπορευματοποίηση, την «κουλτούρα» των hipster και οτιδήποτε “cool”.

35 χρόνια μετά κι ενώ η Fagan ζει πλέον στη Νέα Ορλεάνη και συνεχίζει να κάνει ζωντανές εμφανίσεις, λαμβάνει ένα τηλεφώνημα στο οποίο της προτείνεται μια επανέκδοση του ντεμπούτου της άλμπουμ, το οποίο σαφώς θεωρεί φάρσα, αλλά να που έρχεται το 2016 αρχικά και το 2023 στη συνέχεια και η φάρσα γίνεται πραγματικότητα.

Το ντεμπούτο της single  "I Don’t Wanna Be Too Cool"  κυκλοφορεί αρχικά το 1981 από το μικρό label Disturbing Records, που σχηματίζει μαζί με φίλους που γνώρισε όταν άνοιγε τις συναυλίες των Ramones ως frontwoman των BB Spin, για να ακουστεί σε όλα τα underground bar και club του Σικάγο και να περάσει στη συνέχεια στην αφάνεια, αφού πρώτα γίνει sold out. Με δικά της έξοδα η Fagan τυπώνει ακόμα 1000 αντίτυπα, τα οποία μαζί με άλλα της υπάρχοντα καίγονται σε κάποια πυρκαγιά που ξεσπά στο σπίτι της με αποτέλεσμα το ντεμπούτο της single να καταλήξει συλλεκτικό.

Το 2016 η Manufactured Records, θυγατρική της Captured Tracks στο Brooklyn, επανακυκλοφορεί το  single με  δύο bonus tracks, έκδοση η οποία, επίσης, γίνεται γρήγορα sold out. Και έρχεται η στιγμή που η Captured Tracks προχωρά σε  μια  expanded και remastered LP version του “I Don’t Wanna Be Too Cool,” που συμπεριλαμβάνει το ομώνυμο κομμάτι, τα αρχικά original B-sides, τέσσερα κομμάτια από τη ρομαντική ημι-αυτοβιογραφική rock new wave όπερα "The Kissing Concept", που είχε γράψει η Fagan στα ‘80s  και στην οποία υποδύεται μια κοσμική περσόνα, παρασυρμένη από το  post-industrial νυχτερινό τοπίο της  rock και της disco ("I really liked the wild, dancing-all-night part of it and the loud, throbbing music", αναφέρει χαρακτηριστικά, "I’ll always be a club kid"), και ένα ακυκλοφόρητο ska κομμάτι. Ένα σύνολο συνθέσεων που επιβεβαιώνει όλη την μουσική της διαδρομή από την post punk,το new wave, την disco και την ska μέχρι την εμπνευσμένη από την Tammy Wynette  country μουσική, τα σημερινά gigs σε μικρά clubs στη Νέα Ορλεάνη και τα χριστουγεννιάτικα άλμπουμ.

Πάντα cool -είτε το θέλει, είτε όχι,-, αντισυμβατική, γοητευτική, γεμάτη αυτοπεποίθηση και εξυπνάδα. Το άλμπουμ αυτό αποκρυσταλλώνει αυτές τις μαγικές της ιδιότητες που βρίσκουν την απόλυτη έκφραση τους στο μινιμαλιστικό, new wave και synth pop “I Don’t Wanna Be Too Cool”.

Με αυτό το reissue η Fagan θεμελιώνει τη θέση της στην punk ιστορία -σκηνή του Σικάγο. Πριν γίνει η frontwoman της ska μπάντας Heavy Manners που έπαιζε ως support στους Clash, τους English Beat και την Grace Jones στις αρχές του 1980, το new-wave single “I Don’t Wanna Be Too Cool” είχε ήδη εξαντληθεί. Κομμάτι που ξεχωρίζει για το εμπνευσμένο drum machine, την ακαταμάχητη μελωδία του και τους εριστικούς στίχους του (“I know your cool is chemical”), τον δυνατό, μινιμαλιστικό ρυθμό και το  στυλάτο  post punk riff. Γράφτηκε, αμέσως,  αφού η Fagan έμαθε μπάσο και μέμφεται τα  hipster «ψώνια» που είχαν εισχωρήσει στην punk σκηνή της Νέας Υόρκης στην οποία είχε μόλις προσγειωθεί.

Τα σαγηνευτικά φωνητικά της κάνουν το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς, στην αρχή παραμένοντας στο γνώριμο pop level των 80s πριν ανέβουν σημαντικά και πιάσουν τους ψηλούς τόνους σχεδόν τιτιβίσματος. Σε κάποια σημεία το τρέμουλο στη φωνή και ο υψηλός τόνος θυμίζει Yoko Ono. Το original B side, "Waiting for the Crisis", είναι ένα ωμό, διαχρονικό κομμάτι, χαστούκι στην πολιτική των  H.Π.Α και του Reagan ("We sell guns to all our third world friends. We sell guns if they will sell us oil").

Το υπόλοιπο άλμπουμ θυμίζει  Blondie με τα διαπεραστικά synths, τα funky dance beats και το ενδιαφέρον της  Fagan για τη  reggae. Παραγωγός στο κομμάτι που κλείνει το άλμπουμ "Say It", ο Peter Tosh και ο κιθαρίστας του Bob Marley, Donald Kinsey, με αντισυμβατικές και offbeat κιθάρες και ένα συνθεσάιζερ ξεχωριστό. Ναι, ο ήχος της  Fagan είναι ξεκάθαρα ‘80s, αλλά αυτά τα κομμάτια που βουτούν στα μυστήρια, την απογοήτευση, την ματαίωση και την ανατροπή του έρωτα, καθώς, επίσης, στην ματαιότητα του κυνηγιού της μόδας ξεπερνούν τον χρόνο. Η ίδια δηλώνει σε συνέντευξή της για αυτά: "They’re timeless. I like that on each song, I just come charging into it. I like listening back to it and thinking: you go girl, you get out there and just tell ’em".

Είναι η στιγμή να βρει η Kate Fagan τη θέση που της ανήκει στην ιστορία της πανκ σκηνής.

You Go Girl!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured