Δεν συνηθίζω να χρησιμοποιώ πρώτο ενικό στα κείμενά μου, αλλά αυτή τη φορά αισθάνομαι την ανάγκη να ξεκινήσω σε προσωπικό τόνο, λέγοντας ότι η κριτική για τον 5ο δίσκο της Laura Marling είναι η δυσκολότερη που θυμάμαι να έχω αναλάβει τους τελευταίους μήνες. Αποδείχθηκε πραγματικά μεγάλη πρόκληση το να αξιολογήσεις με ορθότητα, μα και ειλικρίνεια, έναν δίσκο που είναι με τόσο προφανή τρόπο «ποιοτικός», αλλά στην ουσία του τόσο απρόσιτος.

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, το Short Movie δεν αποτελεί αυτό που λέμε «δύσκολο» δίσκο. Οι δουλειές της Joanna Newsom, για παράδειγμα –μουσικός που ηχητικά βρίσκεται σχετικά κοντά στη Marling– συνιστούν έργα πολύ πιο απαιτητικά, με σαφώς μεγαλύτερη πολυπλοκότητα και εγκεφαλικότητα. Έχουν όμως πολύ ιδιαίτερη υφή: περνάνε μια καλλιτεχνική άποψη και μια αισθητική απόλυτα σχηματοποιημένη, η οποία θα κεντρίσει αμέσως τα πιο ανήσυχα αυτιά. Θα απορριφθεί βέβαια από την πλειονότητα των ακροατών, αλλά τελικά θα βρει πιστούς αποδέκτες.

Εκεί ακριβώς έγκειται λοιπόν το πρόβλημά μου με τη Laura Marling. Στο ότι ενώ είναι μια τόσο ταλαντούχα κιθαρωδός και στιχουργός, ενώ διαθέτει όλη την ωριμότητα και τις τιμιότερες των προθέσεων στην προσέγγισή της, τελικά δεν καταφέρνει ποτέ να γίνει συναρπαστική. Δεν έχει πετύχει, δηλαδή, ούτε να διαμορφώσει έναν απόλυτα προσωπικό ήχο, αποτελώντας (με τον όποιον τρόπο) σημείο αναφοράς της νέας folk σκηνής –κάτι που συνέβη με ονόματα όπως Bon Iver, Fleet Foxes, αλλά και με τη Newsom– μα ούτε και να γράψει πραγματικά αξιομνημόνευτες μελωδίες, από εκείνες που οφείλουν να διαθέτουν στον κατάλογό τους οι singers/songwriters που θέλουν να λέγονται «σπουδαίοι».

Οι δίσκοι της Laura Marling ήταν πάντοτε καλοί, αλλά ποτέ εξαιρετικοί. Για να μην είμαστε άδικοι, βέβαια, η νεαρή Βρετανίδα τα πήγε περίφημα στο I Speak Because I Can (2010) και στο Once I Was An Eagle (2013), δουλειές που κατά τον γράφοντα αξιολογούνται αμφότερες με 8/10. Ιδιαίτερα στο τελευταίο, επιχειρήθηκε μια ενδιαφέρουσα, jazzy-folk ηχητική προσέγγιση, ενώ και τα τραγούδια έδιναν την αίσθηση ότι έβρισκαν τον δρόμο τους σε μελωδικό επίπεδο. Έμοιαζε να είναι το πιο μεγαλεπήβολο εγχείρημα της δισκογραφικής της πορείας, προετοιμάζοντας για μια ακόμα πιο αξιοσημείωτη συνέχεια.

Υπό αυτή λοιπόν την οπτική γωνία, το Short Movie δεν στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Ναι, οπωσδήποτε φανερώνει τις διαθέσεις της δημιουργού του για ανανέωση, αφού για πρώτη φορά έχουμε εκτεταμένη χρήση ηλεκτρικής κιθάρας, φουλ μπάντα και την ίδια τη Marling στα ηνία της παραγωγής. Ωστόσο, τέτοιες διαφοροποιήσεις στον ήχο ούτε από αναβάθμιση στις συνθέσεις συνοδεύονται, ούτε την ενίσχυση της ιδιαιτερότητας του όλου ακούσματος συνδράμουν. Κοινώς, πρόκειται για έναν δίσκο με ορισμένα κομμάτια νόστιμα, αλλά όχι πολύ. Με καλή αισθητική, πλην χιλιοφορεμένη. Με σοβαρότητα, η οποία όμως φλερτάρει έντονα με τη σοβαροφάνεια. Μια «τόσο/όσο» κατάσταση, δηλαδή, η οποία δημιουργεί αμφιβολίες ως προς το ενδεχόμενο να προκαλέσει την ανάγκη για επανειλημμένες ακροάσεις.

Στο ζήτημα μάλιστα της σοβαρότητας και της σοβαροφάνειας ίσως έχει σημασία να σταθούμε λίγο παραπάνω. Οποιοσδήποτε έχει επαφή με τις μέχρι τώρα δουλειές της Marling, γνωρίζει την κομβική θέση που κατέχει η στιχουργική ωριμότητα στο έργο της. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το συντηρητικό της γράψιμο σε ό,τι αφορά τις συνθέσεις, έχουν συντελέσει στη σταδιακή διαμόρφωση ενός «έντεχνου» καλλιτεχνικού προφίλ. Κάτι τέτοιο δεν είναι φυσικά a priori μεμπτό, όμως στο Short Movie αυτή η εντεχνίζουσα αύρα εμφανίζεται παραφουσκωμένη. Και για πρώτη φορά ενοχλεί∙ σαν η Marling να πασχίζει να καλύψει την έλλειψη των στιβαρών μελωδιών, σαν να αγωνιά να ακουστεί βαρυσήμαντη. Σε κάνει ορισμένες φορές να νιώθεις ότι πνίγεσαι, σου δημιουργεί την ανάγκη να δεις το χλωμό και μόνιμα αγέλαστο πρόσωπο αυτής της 25χρονης να τσαλακώνεται, να νιώσεις τη φλόγα της νεότητάς της να καίει. «When we were young we belonged to someone / And that was easy», τραγουδάει. Αλίμονο δηλαδή σε όσους έχουν πατήσει τα 25...

Σε μια πιο ψύχραιμη αντιμετώπιση, πάντως, πρέπει κανείς να αναλογιστεί το τι έχει πετύχει η συγκεκριμένη κοπέλα σε τόσο νεαρή ηλικία. Οφείλει επίσης να παραδεχτεί ότι πολλοί από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες άργησαν να βρουν τον δρόμο τους και να παραδώσουν τα αριστουργήματά τους, πολύ περισσότερο απ' όσο οι ταχύτητες της σημερινής μουσικής βιομηχανίας επιτρέπουν. Η Laura Marling έχει ήδη αποδείξει ότι διαθέτει εξαιρετικές προοπτικές και οι αρετές του νέου της δίσκου παραμένουν αρκετές, ή τουλάχιστον ικανές για να του δώσουν ένα θετικό (τελικά) πρόσημο. Εξάλλου κομμάτια σαν τα "False Hope", "I Feel Your Love" και "Gurdjieff's Daughter" στέκονται αξιοπρεπέστατα ανάμεσα στις καλύτερες στιγμές της δισκογραφίας της.

{youtube}5hnKz9rlna4{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured