«I can’t talk, I got nothing to say» τραγουδάει ο Ryan Adams στο πρώτο κομμάτι (και σινγκλ) του νέου του άλμπουμ, βάζοντάς με σε σκέψεις για το αν οι στίχοι απαντούν στο αίτημα του τίτλου “Gimme Something Good”. Και είναι τελικά τραγικά ειρωνικό, αλλά αυτές οι λίγες λέξεις συνοψίζουν άριστα το περιεχόμενο τούτης της κυκλοφορίας.
 
Τα τελευταία 14 χρόνια η δισκογραφία του Αμερικανού τραγουδοποιού μετρά ισάριθμα άλμπουμ –χώρια τα EP, τα σινγκλ και ό,τι άλλο πλευρικό εμφανίζεται κατά καιρούς. Παρότι η φετινή επιστροφή του έρχεται έπειτα από τριετές διάλειμμα, συχνότητα τέτοιου είδους είναι μάλλον απίθανο να κρύβει πίσω της έναν ιδιαίτερα προσεκτικό δημιουργό. Πράγματι, όλον αυτόν τον καιρό ο Ryan Adams έχει καταθέσει ένα σώμα δουλειάς μεγάλης ποιοτικής διακύμανσης, με το βάρος να γέρνει προς το αρνητικό πρόσημο.
 
Στο φετινό άλμπουμ με τίτλο το όνομά του, πηγαίνει στον αντίποδα του country/folk ήχου του Ashes & Fire (2011), επιστρατεύοντας έναν ηλεκτρικό ήχο με έντονες παραπομπές στα 1980s και σε καλλιτέχνες όπως ο Bruce Springsteen και ο σχεδόν συνώνυμός του Bryan Adams. Ενώ όμως η παραγωγή ακούγεται γεμάτη και προσεγμένη στις λεπτομέρειές της, τα όσα καταθέτει ο τραγουδοποιός προκύπτουν άνευρα και αδιάφορα· γραμμένα, θα 'λεγες, στον αυτόματο πιλότο. Με τη θεματολογία τους να κινείται σε αόριστες και μάλλον στανταρισμένες «σκοτεινές» καταστάσεις και τις μελωδίες τους, όταν έχουν κάποιο ενδιαφέρον (“Gimme Something Good”, “Am I Safe”, “My Wrecking Ball”), όλο και κάτι άλλο να θυμίζουν –είτε από τη δική του δισκογραφία, είτε από αλλού– το άλμπουμ δεν τσουλάει με τίποτα.
 
Δημιουργεί έτσι απορίες η επιλογή του τίτλου, αφού (ως γνωστόν) συνηθίζεται το όνομα ενός δημιουργού να κοσμεί δουλειές στις οποίες γίνεται είτε μια σημαντική καλλιτεχνική δήλωση, είτε επαναπροσδιορισμός στόχων. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει όμως για το Ryan Adams. Αντιθέτως, συναντάμε εδώ ένα πρόσωπο κουρασμένο, το οποίο έχουμε μάλιστα ξανασυναντήσει αρκετές ακόμα φορές στα σχεδόν 20 χρόνια της πορείας του –1995 ήταν, θυμίζω, το ντεμπούτο του με τους Whiskeytown. Ομολογώ βέβαια ότι δεν παρακολουθώ ιδιαίτερα την πορεία του Ryan Adams, αφού τις περισσότερες φορές που επιχείρησα ν' ακούσω δίσκους του δεν κατάφερα να βρω κάτι ικανό να με κρατήσει πέραν της πρώτης ακρόασης. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και μ' αυτό το καινούριο του άλμπουμ, ίσως μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό από ποτέ.
 
Δεν λέω φυσικά ότι τον ακυρώνω ως καλλιτέχνη, από την άλλη όμως δεν πρόκειται να ψαρώσω ξανά διαβάζοντας τα όσα μεγαλόσχημα του αποδίδει συνήθως ο μουσικός τύπος, εγχώριος και διεθνής. Έπειτα άλλωστε από όλα όσα έχει καταθέσει, γίνεται νομίζω ξεκάθαρο ότι μιλάμε για έναν δημιουργό μέτριου καλλιτεχνικού βεληνεκούς. Ή –για να είμαι πιο δίκαιος– για κάποιον που φαίνεται να προσπαθεί όσο του χρειάζεται και όχι όσο, ενδεχομένως, μπορεί.
 

{youtube}802vbfZe9io{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured