Όταν τα τραγούδια σου τα έχουν πει τόσοι, ανεξαρτήτως φάσματος –από τον Joe Cocker ως την Amy Winehouse– το έχεις το δικαίωμα. Όταν έχεις συνεργαστεί με τους πάντες σχεδόν, από τον George Harrison μέχρι τον Frank Sinatra, αποκτάς εις διπλούν το δικαίωμα. Όταν έχουν ασπρίσει τα μαλλιά σου να παίζεις στα στούντιο ως διακεκριμένος side man δίπλα στους Beach Boys, στον B.B. King και σε πολλούς ακόμα μεγάλους, το δικαίωμα το έχεις πια σχεδόν εξ ορισμού. Κι όταν το βλέμμα σου έχει περιδιαβεί ολόκληρη τη βόρεια Αμερική (συμπεριλαμβανομένου δηλαδή του Καναδά), γνωρίζοντας κάθε τρύπα που θεωρητικά ονομάζεται club, ballroom, στούντιο, ε τότε κατέχεις διαβατήριο που γράφει «κάνε ό,τι θέλεις στο μέλλον ρε μαγκίτη! Δικαιωματικά». Κι αν υπάρχει ακόμα κάποια ένσταση για το δικαίωμά σου να υπάρχεις πέρα από στυλ και είδη, ας καταρριφθεί από το γεγονός πως τη βοήθειά σου ζήτησε ακόμα κι ο Bernie Taupin. Τον αγνοείτε; Ρωτήστε τότε τον Elton John αν θα είχε το 30% έστω της καριέρας την οποία έχει φτιάξει, δίχως τους ευφυέστατους στίχους του.
Επιπλέον, ο Leon Russell έχει απόλυτο δικαίωμα να ξεκινάει τον καινούργιο του δίσκο με το "Come On In To My Kitchen" του Robert Johnson: είναι αξιοσημείωτη η επιτυχία του στην προφορά, ενώ μάλλον το λέει πιο αισθαντικά από οποιονδήποτε άλλο έχει προσπαθήσει να το βάλει στο ρεπερτόριό του. Και ακριβώς επειδή είναι ένας πιστολάς του blues (acid) rock, μπορεί να παίρνει μια dixieland ορχήστρα και να διασκευάζει το "New York State Of Mind" του Billy Joel σε ρυθμούς Νέας Ορλεάνης, αδιαφορώντας για την τοπικιστική ακίδα του τίτλου και των στίχων. Διότι άμα είσαι μάγκας και καταλαβαίνεις από πού έχει εμπνευστεί ο δημιουργός, οδηγείς τη διασκευή όπου ακριβώς πρέπει, κάνοντας τον «μπαμπά» της σύνθεσης ευτυχισμένο, μιας κι εκείνος έπρεπε αναγκαστικά να βάλει το Μεγάλο Μήλο στον λογαριασμό της ηχοσυχνότητας, ώστε να πιάσει τους φανατικότερους οπαδούς του –τους ίδιους τους Νεοϋορκέζους. Δικαιωματικά, λοιπόν, μπορείς να απαιτήσεις το χαμόγελο ευγνωμοσύνης του Joel: επέστρεψες ένα αρχετυπικό του τραγούδι στη Βηθλεέμ του.
Κατά τ' άλλα, ο Russell –αυτός ο Μικρός Ήρως της αμερικάνικης μουσικής– δεν ονόμασε άστοχα τον νέο του δίσκο LifeJourney. Όπως ο ίδιος έχει δηλώσει, είναι ένας ηθοποιός της μουσικής, με ευρεία γκάμα ρόλων: μπήκε στο μπλουζ της δεκαετίας του 1960 μέσα από κοινές ακροάσεις με τον Eric Clapton, βγήκε στα τέλη της ίδιας εποχής προς το acid, έπαιξε με το αργόσυρτο τζαζ συμφωνικό στοιχείο του Bix Beiderbecke που άκουσε στο ραδιόφωνο της μάνας του, χώθηκε κατόπιν στην country (δείτε οποιαδήποτε φωτογραφία του από τα 1970s και θα καταλάβετε). Ένα λοιπόν μεγάλο μέρος αυτής της πορείας ζωής σκιαγραφείται θαυμάσια εδώ, είτε ο Russell προσαρμόζει τραγούδια άλλων καλλιτεχνών στο προσωπικό του στυλ, είτε συνεισφέρει νέες δικές του δημιουργίες ("Big Lips", "Down In Dixieland").
Άμα δεν ανοίξετε ένα (καλό) μπουκάλι κρασί ακούγοντας το LifeJourney, δεν θα καταλάβετε πλήρως το άρωμά του. Ακόμα κι εγώ που, μάρτυρας μου ο Θεός και ο αρχισυντάκτης, δεν πίνω (και δεν έπινα ποτέ) κατέβασα ένα μπουκάλι ακούγοντας αυτούς τους «που-'σαι-ρε-ξάδερφε-Dr. John» ύμνους. Από τους απολαυστικότερους δίσκους της χρονιάς που διανύουμε, κι ας μην τον δείτε σε καμία λίστα με «hot» κυκλοφορίες.
{youtube}MLpe1eoMp5w{/youtube}