Το κύμα των αναβιώσεων καλά κρατεί. Την ώρα που κάποιοι γκρινιάζουν για παλιομοδίτικες ροπές και κολλημένες οπτικές, κάποιοι άλλοι (δείχνουν να) απολαμβάνουν αυτήν την ανακουφιστική «επανάληψη». Σαν μια ζεστή κουβέρτα τα κρύα απογεύματα του χειμώνα. Όμως το ζήτημα είναι πάντα η ίδια η μουσική: παρελθόν ή παρόν, λίγη σημασία έχουν όταν αυτή αποδεικνύεται καλή.
Οι Καναδοί Deep Dark Woods ανήκουν σε εκείνους τους μουσικούς που ακολουθούν το revival ρεύμα της αμερικάνικης folk, στην οποία εντάσσουν διακριτικές δόσεις μελωδικής ποπ και ψυχεδέλειας, μαζί με ορισμένες ριπές prog καταβολών. Για την ηχογράφηση μάλιστα του νέου τους δίσκου, άφησαν τις ανέσεις των μεγάλων στούντιο και κλείστηκαν σε ένα εξοχικό κατάλυμα κοντά στα Βραχώδη Όρη, προκειμένου να ανακαλύψουν ξανά κάτι από τη μαγεία που περικλείει το σκηνικό μιας παρέας η οποία παίζει μουσική κοντά στη φύση.
Όπως αναφέρουν και οι ίδιοι, το Jubilee λειτουργεί ως ένα ταξίδι μέσω folk και ροκ διαδρομών, από την Καλιφόρνια και το Ηνωμένο Βασίλειο της δεκαετίας του 1970 μέχρι το σήμερα. Το άλμπουμ κάνει ένα πέρασμα από τις αρμονίες των Byrds, τις ατμόσφαιρες των Fairport Convention και το φαζάρισμα του Neil Young, με τους Καναδούς να εμπλουτίζουν τα παραπάνω με βιμπράφωνο, mellotron, όργανο, τσελέστα και steel κιθάρες, χτίζοντας βελούδινες folk και ελαφρώς country μπαλάντες, οι οποίες αποπνέουν μελαγχολία και εξελίσσονται αργά. Στον αντίποδα, υπάρχουν ορισμένα μικρά διαλείμματα όπου ξεδιπλώνονται πιο γρήγοροι ρυθμοί, κινούμενοι είτε σε americana «τοπία», είτε σε πιο μπλουζάτες διαδρομές –ειδικά το 10λεπτο “The Same Thing” στο κλείσιμο του δίσκου.
Η αρκούντως βαρύτονη φωνή του Ryan Boldt σέρνεται σε χαμηλή κλίμακα και δίνει την αίσθηση ότι περισσότερο απαγγέλλει παρά τραγουδάει, ενώ οι στίχοι μιλούν για απώλεια, πόνο και χαμένες αγάπες. Η παραγωγή του Jonathan Wilson αναδεικνύεται σφιχτοδεμένη και επιτυχημένη στην ανάπλαση μιας ρετρό ατμόσφαιρας –όπως και η δουλειά του και με τον Father John Misty στο Fear Fun του 2012– δεν είναι όμως αρκετή για να καλύψει την ανισορροπία που υπάρχει στο Jubilee.
Γιατί οι Deep Dark Woods ξέρουν να φτιάχνουν ωραίες μελωδίες και να βάζουν μέσα τους και νοσταλγία, αλλά το κάνουν δίχως πνοή και δίχως αίσθηση του μέτρου –από τα βασικά συστατικά για ένα καλό άλμπουμ. Περιορίζονται σε βολικά μονοπάτια τα οποία, αν και μελωδικότατα, δεν δημιουργούν τελικά εκείνο που προτάσσει η μπάντα: μια γέφυρα δηλαδή ανάμεσα στο παρελθόν της folk και στο παρόν του είδους. Αντιθέτως, σερβίρουν μία από τα ίδια σε ωραίο περιτύλιγμα, μία ακόμα επανάληψη για το κέφι κάποιας παρέας που ηχογραφεί πάνω στο βουνό. Όπως είπαμε και στην αρχή, για μερικούς ίσως αποβαίνει ανακουφιστική η επανάληψη, για τους υπόλοιπους όμως αποτελεί μια μάλλον αδιάφορη υπόθεση…
{youtube}dtntturqVIg{/youtube}