Δεν είναι εύκολο να θεωρείσαι «ο άλλος», το συμπληρωματικό κομμάτι, εκείνος που απλά προσφέρει τη γαρνιτούρα σε ένα ήδη καλοφτιαγμένο φαγητό. Και δυστυχώς αυτή τη ρετσινιά κουβαλούσε ο Big Boi όσο οι OutKast παίζανε με τα όρια του hip hop και τα επεκτείνανε, δημιουργώντας μια εντελώς δική τους σχολή. Τέτοιοι χαρακτηρισμοί μπορεί να υπήρξαν βέβαια άδικοι και αβάσιμοι, είναι όμως εύκολο να κατανοήσεις πώς προέκυψαν: βλέπετε, ο Andre 3000 ήταν πάντα ο καλύτερος μουσικός και ο Big Boi ο καλύτερος rapper –οπότε ο πρώτος απολάμβανε την αποδοχή κι ενός ευρύτερου ακροατηρίου. Προσθέστε και την πληθωρική περσόνα με τις φανταχτερές εμφανίσεις και το εκκεντρικό look, βάλτε και τον λαλίστατο χαρακτήρα του και να πώς ο προβολέας κατέληγε στον Three Stacks, παρά στον Big Boi…

Ο μύθος άρχισε να καταρρέει σιγά-σιγά, με αρχή το Speakerboxxx/The Love Below (2003), που στην ουσία ήταν δύο προσωπικοί δίσκοι ενωμένοι σε μια κοινή OutKast κυκλοφορία. Κατόπιν, ο Big Boi επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά με τον πρώτο του επίσημα προσωπικό δίσκο, Sir Lucious Left Foot: The Son Of Chico Dusty (2010), ο οποίος αποδείκνυε ακόμα πιο σθεναρά το όραμά του για ένα hip hop προορισμένο για το μέλλον, με περαιτέρω μπόλιασμα ήχων και με αναχώρηση από τη South φόρμουλα που κατέστησε τους OutKast σε φιγούρες ολκής. Αλλά το πρόσφατο Vicious Lies And Dangerous Rumors αποδείχθηκε μπερδεμένη υπόθεση...

Όχι ότι η διάθεση φουτουρισμού που επιδεικνύει εδώ ο Big Boi δεν παράγει ορισμένα εξαιρετικά αποτελέσματα. Το νταλαβέρι του με την ποπ, ας πούμε, ευθύνεται για δύο τραγούδια τα οποία ξεχωρίζουν με ευκολία: στο μεν “CPU” τον πρώτο ρόλο έχουν οι μαζικοί ήχοι, στο δε “Lines” η ποπ κάθεται στα πίσω καθίσματα κάνοντας την παρουσία της αισθητή μονάχα στα ρεφρέν, αφήνοντας έτσι το hip hop στοιχείο να οδηγεί την προσπάθεια –με εξίσου αξιέπαινα αποτελέσματα. Και η διάθεση πειραματισμού και ηχητικής εξέλιξης δεν σταματά σ' αυτά τα παραδείγματα: εδώ κι εκεί θα ακούσετε κομμάτια που φέρνουν στο μυαλό πότε τους ήχους του John Legend και πότε εκείνους της Santigold, χωρίς να λησμονούν να κλείσουν το μάτι και στο southern στοιχείο καλλιτεχνών όπως οι Chamillionaire και Ludacris.

Υπάρχουν όμως και δύο μεγάλα «αλλά» για τον Big Boi στο Vicious Lies And Dangerous Rumors. Το πρώτο είναι απόρροια της παραπάνω πολυσυλλεκτικότητας: ο δίσκος προσπαθεί να βρεθεί παντού μουσικά, κάτι που πλήττει τελικά τη συνοχή και τη ροή του, κάνοντάς τον να μοιάζει με μια συλλογή ήχων που, ενώ επιμέρους διαθέτει καλά μέρη, αποτυγχάνει να δημιουργήσει την αίσθηση του όλου. Το δεύτερο «αλλά» οφείλεται σε κάποιες αδύναμες στιγμές, ανίκανες να κοιτάξουν στα μάτια τις υπόλοιπες συνθέσεις, «νερώνοντας» έτσι την καθαρότητα της συνολικής ποιότητας.

Εν τέλει το νέο άλμπουμ του Big Boi αξίζει ακροάσεις, βάζει όμως τον ακροατή στη διαδικασία του φιλτραρίσματος, προκειμένου να ξεχωρίσει τις στιγμές που πραγματικά αξίζουν από εκείνες που απλά υπάρχουν ή που (μάταια) προσπαθούν να κολλήσουν στον κεντρικό κορμό.

{youtube}0DXJQbEkZnQ{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured