Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι ζουν παρέα με τα φαντάσματά τους. Φαντάσματα εκείνων που δεν υπάρχουν πια, εκείνων που είναι εδώ αλλά δεν υπάρχει επαφή, φαντάσματα του ίδιου τους του εαυτού, όπως συμβαίνει με τον ήρωα του Ντίκενς, Εμπενίζερ Σκρουτζ. Η Marissa Nadler φαίνεται ότι ξέρει καλά αυτά τα «παιχνίδια» του μυαλού και στη νέα της δισκογραφική δουλειά χρησιμοποιεί έτσι τη γνώση της ως μια γενική αρχή για να πει τις ιστορίες όσων ηρώων έχει πλάσει η δική της φαντασία.
Το Sister, σύμφωνα με την ίδια τη μουσικό, αποτελεί συνέχεια του περσινού ομώνυμου δίσκου της, το «sister-album» όπως το ονομάζει. Κάτι τέτοιο μπορεί να σημαίνει μια σκοτεινή βόλτα πίσω από τον καθρέφτη-μνήμη, για να θυμηθούμε την Αλίκη του Κάρολ, μόνο που εδώ δεν έχουμε ακριβώς μια αντεστραμμένη πραγματικότητα, ούτε τόσο το στοιχείο του παράλογου. Εδώ, το χειρότερο που συμβαίνει είναι το πέρασμα του χρόνου και ό,τι αυτό επιφέρει στις ζωές των ανθρώπων: η μνήμη που συχνά χάνεται σε αδιέξοδα μονοπάτια.
Ο θάνατος, ο έρωτας, η αξιοπρέπεια, η χαμένη παιδική ηλικία είναι μερικά από τα θέματα που τραγουδά στο Sister η Marissa Nadler, με αυτή τη γνώριμη πια χροιά και με τον στοιχειωτικό τρόπο με τον οποίον έγινε διάσημη. Επιλέγει επίσης λιτή ενορχήστρωση και τα βασικά μόνο όργανα, με το βάρος να πέφτει έτσι ακόμα περισσότερο στην ερμηνεία και στον στίχο. Πιο απογυμνωμένη λοιπόν και χωρίς διάθεση για μουσικές εξερευνήσεις, με ακουστικές κιθάρες, πλήκτρα και αρκετό reverb, η νεαρή τραγουδοποιός από τη Βοστόνη φτιάχνει αργόσυρτες μελωδίες και μπαλάντες που πατούν στην folk και αγγίζουν την country, χωρίς να εγκαταλείπει τις ποπ καταβολές της. Η φωνή της, κρυστάλλινη και εκφραστική, βρίσκεται συνεχώς στο επίκεντρο. Μερικές φορές, μαζί με τη συνοδεία χορωδιακών, στέλνει ανατριχιαστικές ριπές καθώς τα ντραμς εμφανίζονται διακριτικά και σε πένθιμο ρυθμό, όπως και το πιάνο.
Η Nadler φτιάχνει φέτος ένα πιο εσωστρεφές άλμπουμ, το οποίο διαθέτει μερικές καλές στιγμές και τη συναισθηματική φόρτιση που ίσως ήθελε η δημιουργός του. Έχει, επιπλέον, όλα εκείνα τα στοιχεία ενός concept δίσκου, ακόμα ίσως και ενός άτυπου soundtrack. Από την άλλη, η επανάληψη των μοτίβων αλλά και η αντίθεση της ποπ έκφρασης με την επιτηδευμένη μελαγχολία, είναι τα στοιχεία εκείνα τα οποία μπορούν να κατεδαφίσουν εύκολα το οικοδόμημα που χτίζει η μουσικός. Οι πιστοί της ίσως διχαστούν –κι αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Αυτό που σίγουρα όμως βλάπτει τον δίσκο, είναι η εμμονή στη θλίψη η οποία χάνει τη βαρύτητά της ακριβώς επειδή «καίγεται» πολύ γρήγορα από την υπερβολική χρήση.