Θα μπορούσα, με μια δόση κακεντρέχειας, να σας τον συστήσω ως τον Phil Collins της τζαζ. Όχι μόνο γιατί του φέρνει λίγο σε κάποιες φώτο πόζες. Kυρίως γιατί –αφότου έπαψε να αρκείται στο τρομπόνι και έπιασε και το τραγούδι– έχει συχνά συμπεριφερθεί ως κατασκευαστής σιροπιαστών, ανερυθρίαστα mainstream στιγμών κι έχει κάνει δουλειές με σημαντική αποδοχή από το ευρύ κοινό μα αμφιλεγόμενη καλλιτεχνική αξία, τις οποίες θα ζήλευε το ένδοξο μέλος των Genesis. Να σας επισημάνω το Funky Abba (2004), όπου αποπειράθηκε να ντύσει με funk και νεο-soul χρώματα τραγούδια όπως το “Gimme Gimme Gimme” και το “Dancing Queen”, στερώντας τα από τη μαγεία τους; Να σας θυμίσω την κάθοδό του στον κόσμο της μπαλάντας ευρείας αποδοχής με το Sentimental Journey του 2002, όπου αρκετές φορές το οικείο (και αγαπητό) των επιλογών διέθετε περισσότερο εκτόπισμα από τις εκτελέσεις;
Το φρέσκο λοιπόν άλμπουμ του Nils Landgren, The Moon The Stars And You, το δηλώνει ήδη από τον τίτλο ότι ανήκει σε αυτόν τον κόσμο, σε αυτήν την πλευρά των δημιουργικών του καταθέσεων. Είναι ένα άλμπουμ διασκευών, κομμένο και ραμμένο στη συνταγή της «επιτυχίας»: ελαφριά, νυχτερινή τζαζ, παλιομοδίτικης κοπής και απαλών αγγιγμάτων, ντύνει εκτελέσεις στο “Moon River” του Henry Mancini, στο “Stars In Your Eyes” του Herbie Hancock, στο “Lost In The Stars” του Kurt Weil, αλλά και στο “Please Don’t Tell Me How The Story Ends” του Kris Kristofferson ή στο “Moonshadow” του Cat Stevens.
Αν θέλετε να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα για τις εκτελέσεις και για την παραγωγή, τα πράγματα συχνά ηχούν θαυμάσια. Μην ξεχνάτε ότι έχουμε μια δουλειά με την υπογραφή της Act, πράγμα που από μόνο του σας εγγυάται μια τουλάχιστον καλαίσθητη έκδοση κι ένα μουσικό περιεχόμενο με κάποιον πήχη –τον οποίον τονίζει και αναδεικνύει η παραγωγή, δια χειρός του ίδιου του Landgren μεν, με την πολύτιμη όμως συνδρομή του Siegfried Loch. Μην ξεχνάτε επίσης ότι ο Σουηδός είναι καταπληκτικός τρομπονίστας: όπου ακούγεται λοιπόν το πνευστό του, δεν αποτυγχάνει στο να εντυπωσιάσει, στο να δημιουργήσει κάποιο κλίμα. Όταν μάλιστα το περιστοιχίζουν τόσοι θαυμάσιοι μουσικοί, όπως λ.χ. ο Michael Wollny με τον Joe Sample (πιάνο), ο Lars Danielsson (μπάσο) ή ο Richard Galliano (ακορντεόν), καταλαβαίνετε πιστεύω ότι έχουμε να κάνουμε με εκτελέσεις φροντισμένες στην εντέλεια και τόσο καλοπαιγμένες, ώστε να μη σου αφήνουν παρά δευτερεύοντα περιθώρια γκρίνιας –τα οποία περισσότερο πηγάζουν από μια διαφορετική αντίληψη για το πώς μπορούσε να είχε γίνει η δουλειά, παρά κριτικάρουν την αξία του αποτελέσματος. Σημειώστε επίσης την παρουσία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Στοκχόλμης, υπό τη διεύθυνση του Mats Rondin.
Ωστόσο τέτοια πράγματα χτίζουν μεν ένα άξιο υπόβαθρο, αλλά η αποστολή τους σταματά εκεί. Και, δυστυχώς για τον δίσκο, κάπου εκεί τελειώνουν και τα όσα θετικά έχω να πω για αυτόν. Γιατί στις υπερδομές ο Landgren προκρίνει –τόσο ως ερμηνευτής, όσο και ως ιθύνων νους του The Moon The Stars And You– το χλιαρό, το αναμενόμενο και το συμβατικό ως τις αισθητικές ποιότητες που θέλει να αναδείξει. Πέρα από το ότι ως ερμηνευτής δεν είναι τόσο κατάλληλος όσο ίσως νομίζει για να πει όλα αυτά τα τραγούδια (δεν τραγουδάς π.χ. Kris Kristofferson με Kenny Rogers τρόπους), πουθενά δεν αισθάνεσαι την ανάγκη του να βάλει μια ξεχωριστή πινελιά, να κάνει μια μικρή ανατροπή στα δεδομένα, να βρει μια άλλη διαδρομή στην προσέγγιση.
Αντίθετα, σε σοκάρει η σοβαροφανής χλιαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει π.χ. το “Lost In The Stars” (ακυρώνοντας εντελώς τη συμμετοχή μιας ικανής ορχήστρας) ή το “The Moon’s A Harsh Mistress” (καταστρέφοντας την εξαίρετη ενορχήστρωση των Vince Mendoza & Lars Danielsson). Και σίγουρα σε αφήνει ανικανοποίητο η όλη αίσθηση δαντελένιας μεσήλικης διασκέδασης που διατρέχει τη ραχοκοκαλιά του άλμπουμ, στο όνομα της οποίας η τζαζ και οι τρόποι της καταντούν τελικά μια ενήλικη σύμβαση, χάνοντας όλη τους την περιπέτεια, πολυπλοκότητα και, εν τέλει, μαγεία.