Το να χρησιμοποιείς το υποτιθέμενα δυνατό σου χαρτί σε βαθμό εξαντλήσεως σε φέρνει αντιμέτωπο –εκτός από την αναμενόμενη υπερέκθεση– με την αρχαία και σοφότατη ρήση περί του τι εστί «Μέτρον Άριστον». Οι υπερβολές, ειδικά όταν επιδιώκονται, ως μόνο αποτέλεσμα μπορούν να έχουν την ακύρωση των σωστών αναλογιών που το ίδιο το Μέτρο υπαγορεύει με στόχο το Άριστο. Σ’ αυτήν τη βάση, θα ήθελα να ξεκινήσω με μια θερμή παράκληση προς τον τραγουδιστή των Puressence, James Mudriczki: όχι άλλο βιμπράτο παρακαλώ! Δεν είναι δυνατόν κάθε ανάσα και λέξη να φιλτράρεται πλέον από αυτό το χαρακτηριστικό μεν, εκνευριστικό δε στην υπερβολή του τρέμολο στο λαρύγγι του...
Πάνε επίσης δεκαπέντε χρόνια πλέον από εκείνο το αγαπημένο για πολλούς, ιδιαιτέρως στην ημεδαπή, ντεμπούτο των Puressence. Τον ανυπέρβλητο χαρακτήρα του επιβεβαιώνουν και τα τέσσερα σχετικά αδύναμα άλμπουμ στο μεταξύ –κάτι βέβαια που δεν ισχύει μόνο για τους Puressence, μα για τη συντριπτική πλειοψηφία των σημερινών ποπ/ροκ συγκροτημάτων της Βρετανίας (κυρίως). Λες και όλη τους η έμπνευση και παραγωγικότητα είναι καταδικασμένη από κάποια κατάρα να εξαντλείται στο ντεμπούτο τους στη μουσική σκηνή... Κάπως έτσι φτάνουμε και στο φρέσκο πόνημα των Puressence, Solid State Recital, το οποίο καλεί τον ακροατή να προσδώσει κοντά πενήντα λεπτά της προσοχής του σε ένα ολίγον τι ξεπερασμένο στυλ τραγουδοποιίας, που, παρόλες τις εκλάμψεις του εδώ κι εκεί, δεν καταφέρνει να συγκινήσει.
Με το καλημέρα και το “Swathes Of Sea Made Stone” η μπάντα φέρνει στο προσκήνιο μια βραδυφλεγή ατμοσφαιρικότητα ως βάση της γραφής της. Μοτίβο που συντηρείται σε όλη τη διάρκεια του δίσκου, προσδίδοντας κάτι παραπάνω από συνοχή. Το αποτέλεσμα είναι μεν ένα δεμένο άλμπουμ, τα όρια όμως των περιεχόμενων τραγουδιών γίνονται δυσδιάκριτα –σε βαθμό παρεξήγησης. Οι Puressence έχουν με λίγα λόγια επενδύσει σε έναν ομοιογενή wall of sound, ο οποίος διαθέτει δυναμική όταν φέρει πιο αιχμηρές κιθάρες (“Another World”) ή όταν τολμά να ξεφύγει λίγο από τη φόρμα (“Solid State” –ευπρόσδεκτα τα πνευστά), τους δεσμεύει ωστόσο εκφραστικά.
Δέσμευση που γίνεται ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα αν προσθέσει κανείς τη μονοδιάστατη φωνητική απόδοση του Mudriczki. Μιλώντας για τον Mudriczki, δείχνει στο Solid State Recital τόσο απορροφημένος στον στόχο του να λάμψει μέσω της ισχυρής διαφορετικότητάς του σαν τραγουδιστής, ώστε το μόνο που πετυχαίνει είναι να προσφέρει στον ακροατή μηδαμινές συγκινήσεις και εκπλήξεις. Η συνεργασία ας πούμε –και η άμεση σύγκριση, ταυτόχρονα– με την εγκρατή φωνή της Judy Collins στο “When Your Eyes Close” τον εκθέτει παρά τον σιγοντάρει. Και είναι κρίμα, γιατί οι στίχοι του αποδεικνύονται καλοδουλεμένοι στο σύνολό τους, ενώ όταν αποφασίζει επιτέλους να «δαγκώσει» λίγο παραπάνω (όπως στο τελευταίο track) είναι πλέον πολύ αργά. Μια πιο φιλοσοφημένη «ζυγοστάθμιση» μεταξύ δυναμικού και λυρικού χαρακτήρα, προς όφελος του πρώτου, θα μπορούσε πιστεύω να έχει κάνει θαύματα στο συγκεκριμένο άλμπουμ.
Καθώς έχει λοιπόν το Solid State Recital, παραμένει γεμάτο δυνατότητες οι οποίες ουδέποτε εξαντλήθηκαν δημιουργικά προς μια πιο περιπετειώδη κατεύθυνση. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι φαν των Puressence θα το αγαπήσουν, ακόμα κι αν χρειαστούν μερικά σπινιαρίσματα παραπάνω ώστε να μαγκώσει τα αυτιά τους και την προσοχή τους. Αλλά για όσους δεν πρόσκεινται στη στενή «οικογενειακή» fanbase του γκρουπ, δεν προτείνεται η απόκτησή του –παρά μόνο κατόπιν ενδελεχούς ακρόασης και όχι ιδιαιτέρως υψηλών προσδοκιών συνάμα.