Επτά χρόνια μετά το τελευταίο τους άλμπουμ, οι Cake επανακάμπτουν με το Showroom Of Compassion. Το παρασκήνιο αυτής της καθυστέρησης συμπεριλαμβάνει διαμάχες με την προηγούμενη δισκογραφική εταιρεία τους, αλλά και διαφωνίες/αντιπαραθέσεις μεταξύ του frontman John MacCrea και των υπόλοιπων μελών. Προφανώς η χρυσή τομή βρέθηκε –τουλάχιστον προσωρινά– κι έτσι είδε το φως της ημέρας ένας νέος δίσκος.
Αν θυμάστε τα χιτάκια της προηγούμενης δεκαετίας που ακούστηκαν εκτενώς σε τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά στούντιο, όπως το “Short Skirt, Long Jacket” ή το “Rock ‘N’ Roll Lifestyle”, δεν απέχετε και πολύ από τη διάθεση της κατά σειρά έβδομης δουλειάς των Αμερικανών. Υπάρχουν βέβαια και τρεις διαφορές, οι οποίες βγάζουν μάτι και διαφοροποιούν το Showroom Of Compassion σε σχέση με όσα γνωρίζαμε για τους Cake μέχρι σήμερα. Αφενός, οι ερμηνείες του MacCrea προσπαθούν να είναι πιο λυρικές και μελωδικές, δίνοντας σημασία στη mellow πλευρά της φωνής του. Οι συνθέσεις πάλι είναι περισσότερο «επιφανειακές», με απλή δομή, χωρίς κρεσέντα και χωρίς την τραγουδιστική επιθετικότητα που είχαμε συνηθίσει στο παρελθόν, εκείνη δηλαδή την κάποια δόση μαγκιάς που έκανε τον MacCrea να ξεχωρίζει στα τέλη των 1990s. Τέλος, η χρήση του φυσικού πιάνου σε πολλά τραγούδια δίνει μια πιο «αναλογική» προσέγγιση στις μελωδίες, ενώ οι ενορχηστρώσεις δείχνουν σαφώς εμπλουτισμένες.
Το CD κυλάει λοιπόν ευχάριστα, μα τα συναισθήματα είναι ανάμικτα καθώς οι μελωδίες μένουν μεν στο μυαλό, αλλά μέχρι να ακολουθήσει το επόμενο κομμάτι. Συναντούμε σαρκαστικούς και οργίλους στίχους στο “Sick Of You”, καθώς και ωμές κιθάρες και πομπώδη μα ενδιαφέροντα ρυθμικά –σε ένα κομμάτι που, αν δεν ανήκε στους Cake, θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί αποκύημα κάποιου Rolling Stone υβριδίου. Ξεχωρίζουν επίσης για την upbeat αύρα τους το disco/funky “Μustache Man” και το ανάλαφρο βιολί του (folk κατευθύνσεων) “Italian Guy”, ενώ το “Federal Funding” –η πιο πολιτικοποιημένη στιγμή του δίσκου– έχει μια σαφή αίσθηση υπεροχής συγκριτικά με τα υπόλοιπα κομμάτια, χάρη στη μπλουζ διάθεσή του και τον πρωταγωνιστικό ρόλο που δίνει στα πνευστά. Θα θυμίσει σε πολλούς τις πιο «ορεξάτες» εποχές του The Distance.
Γενικά, ενώ υπάρχουν καλές προθέσεις και το υλικό είναι αρκετά ζυμωμένο (και η παραγωγή είναι πολύ καλή), οι Cake δεν αγγίζουν τη μουσική ωριμότητα, ούτε και μας δίνουν να ακούσουμε κάτι το καινούργιο. Ανατρέχουν πρόθυμα στα χρόνια της πρώιμης νεότητάς τους, εκεί κάπου στα μέσα του 1970 και στις αρχές του 1980, προσφέροντάς μας στιγμές σχεδόν νοσταλγικές, αναβιώσεις που δεν μπορούν να τους πάνε ένα βήμα παραπέρα, δικαιολογώντας έτσι και το μεγάλο κενό των επτά χρόνων. Μια δεκαετία πίσω, αρκετά από αυτά τα τραγούδια θα μπορούσαν το δίχως άλλο να αναδειχθούν σε ραδιοφωνικές επιτυχίες, έστω κι αν ο δίσκος στερείται ενός ξεκάθαρου single. Σύντομα και συμπαγή, τα νέα δημιουργήματα των Cake μάλλον θα αποδειχθούν αρκετά για τους fans τους. Αλλά στερούνται οποιασδήποτε διάθεσης για κάτι διαφορετικό από όσα ήδη ξέραμε για τους Καλιφορνέζους, ώστε να τα προσέξουν και οι υπόλοιποι.