Ακούω και διαβάζω διθυράμβους για τον νέο δίσκο των Σπαθιών και ειλικρινά απορώ… Στις μισές περιπτώσεις είναι φανερό ότι έχουμε να κάνουμε με στήλες/περιοδικά/blogs τα οποία ανακάλυψαν εκ των υστέρων τους Τεξανούς και τους αποθεώνουν μεθεορτίως για να δείξουν ότι γνωρίζουν το «καλά κρυμμένο μυστικό» της αμερικάνικης σκηνής (κλασική ηλίθια φράση του δημοσιογραφικού συρμού). Περισσότερη απορία μου προξενούν οι υπόλοιποι, όσοι αποδεδειγμένα είναι ψύχραιμοι απέναντι στο ενίοτε hype και δήθεν. Κι αυτό διότι όχι μόνο δεν προχώρησαν βήμα στο Warp Riders οι φερέλπιδες Sword, αλλά αντίθετα χάθηκαν στη δίνη του ίδιου του τίτλου τους.
Όχι πως δεν βρίσκουμε παρόντα τα χαρακτηριστικά τους συστατικά. Απλά το παραξήλωσαν το πλεκτό. Έτσι, ό,τι σε προηγούμενες περιπτώσεις φάνταζε ως έξυπνη επανεπίσκεψη στους πλανήτες του 1970 (νοοτροπία) και του 1980 (λακτίσματα συνθέσεων που θύμιζαν τις πρώτες ημέρες του thrash), εδώ ξεμένει από καύσιμα ακριβώς επειδή τελικά το Άλφα του Κενταύρου είναι μακριά (όποιο και αν είναι για κάθε μπάντα). Τουτέστιν: υποτίθεται ότι ο δίσκος διαθέτει μια συνεκτική δομικότητα, κινούμενη γύρω από την επιστημονική φαντασία. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν χτίζεται μόνο με ένα πραγματικά καλό εξώφυλλο, τη στιγμή που μέσα εμπεριέχεται ένας αχταρμάς από αναγνώσεις ηρωικής φαντασίας (μερικοί επιμένουν να τη συγχέουν με την επιστημονική φαντασία, ανάμεσά τους και οι Sword) και καναπεδάτες παρακολουθήσεις sci-fi ταινιών τρίτης κατηγορίας.
Κι εμείς λατρεύουμε το Star Trek ρε παλικάρια, αλλά άμα κάτσουμε να γράψουμε θεματικούς στίχους γύρω από το Εντερπράιζ δεν θα ξεπηδήσει κάτι σε στυλ «Στον πλανήτη εκείνο ο Κερκ αντιμετώπισε τις δυσκολίες της ζωής/όρισε μια ζοφερή καινούργια μοίρα/αυτό που οι αρχαίοι μάγοι είχαν στα κιτάπια τους για φύρα». Δεν ξέρω αν γίνομαι αντιληπτός, μα ειλικρινά δεν μπορώ να βλέπω διαστημόπλοια απ’ έξω και μέσα να διαβάζω για μάγισσες… Και μάλιστα εν έτει 2011. Στους δύο πρώτους δίσκους οι Sword το έπρατταν (συνοδεία σχεδόν φρικτών γραφιστικών) με έναν τρόπο που στη χειρότερη παρέπεμπε σε αποκυήματα εφηβείας και στην καλύτερη σ’ ένα αντιδραστικό καζάνι απέναντι στη βάρβαρη πραγματικότητα. Δυστυχώς εδώ αποδεικνύεται ότι είναι το ταβάνι της λεκτικής τους οδού.
Και στη μουσική, όμως, τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά. Ο προαναφερθείς παλιομοδίτικος thrash χαρακτήρας (αυτός που, ουδόλως τυχαίως, τους οδήγησε πριν από χρόνια σε support εμφανίσεις σε περιοδεία των Metallica) έχει ελαφρώς υποχωρήσει. Δεν είναι αναγκαία κακό, αλλά το ζήτημα είναι με τι αντικαταστάθηκε ή σε τι μετουσιώθηκε. Μόνο έτσι στο “Astreas Dream” ακούμε τον παλιό καλό δυναμίτη της μπάντας μόνο που –επειδή ακριβώς το έχουμε ξανακούσει– δεν αποτελεί πλέον έκπληξη. Στον υπόλοιπο χρόνο της Δίνης ακούμε τους Σπαθάτους να παιανίζουν ένα hard rock του οποίου όμως την 1970s βάση δεν μπορούν να υποστηρίξουν: δεν φτάνει τα σολίδια να είναι αρκετά, χρειάζεται να υπάρχουν και δομές παράλληλες με εκείνες του τότε hard rock.
Με λίγα λόγια, όταν το hard rock στοιχείο το ακούγαμε μέσα στις thrash αναθυμιάσεις των προηγούμενων δίσκων των Sword, ηχούσε καλοδεχούμενο ακριβώς επειδή έτσι αποφευγόταν ο αυτισμός. Τώρα όμως που η μπάντα αποφάσισε να το μεταποιήσει σε ένα μαδριγάλι freak out hard rock δεν λειτουργεί. Απλά γιατί όταν παραγόταν αυτό το είδος 40 χρόνια πίσω, είχε στα ροδάκια των αποσκευών του και το παράλληλα αναπτυσσόμενο art rock (θυμηθείτε οποιοδήποτε δίσκο των Purple μέχρι το 1973 ή τους Mountain του πρώτου άλμπουμ) αλλά και την –ήδη κορυφωμένη– ψυχεδέλεια. Αυτά σαν αναμνήσεις αλλά και νανοσκελετοί των ενορχηστρώσεων έδωσαν κάτι παραπάνω από ξερά σόλο και εναλλαγές κουπλέ ρεφρέν.
Χώρια που αυτή η αναπτυσσόμενη λατρεία της κάθε γέφυρας που έγραψε ο Phill Lynnott και οι Τhin Lizzy πρέπει επιτέλους να σταματήσει. Προτιμάμε τα δάνεια από Iron Maiden. Τα τελευταία τουλάχιστον –επειδή οι Sword τα έχουν βιώσει σε σαφώς πιo σύγχρονο με εκείνους χρόνο– τα έχουν αφομοιώσει καλύτερα…