Με το ντουέτο από την Νέα Ορλεάνη συστηθήκαμε το 2006 με το October Language. Εκείνος ο δίσκος με τον αυστηρά πειραματικό ήχο, μετακινούνταν με την ίδια ευχέρεια από τον καθαρό θόρυβο στις απαλές ambient συχνότητες, καταφέρνοντας κάτι που εκείνη τη χρονιά ελάχιστοι μουσικοί της ίδιας συνομοταξίας είχαν κατορθώσει –γι’ αυτό και είχε καταλήξει στο προσωπικό μου top-10 για το Sonik. Το ντεμπούτο των Belong (εξαιρετικό όνομα) είχε πάρει τότε διθυραμβικές κριτικές ακόμα και από έντυπα που δεν ειδικεύονται σε αυτόν τον ήχο, μεταφράζοντας την προαναφερθείσα ισορροπία σε επιρροές από My Bloody Valentine (για το θορυβώδες κομμάτι) και Fennesz (για το αντίστοιχο ambient) –αν και ακόμα και σήμερα μου φαίνεται λανθασμένη μια τέτοια ανάγνωση. Κάπου τώρα στην πορεία, το ντουέτο αποφάσισε να πάρει στα σοβαρά ό,τι γράφτηκε και να ασχοληθεί με αυτά τα ονόματα, καταλήγοντας στην παρούσα κυκλοφορία.

Η μεγάλη αλλαγή στον ήχο των Belong δεν θα μπορούσε να γίνει απότομα –διάβασα το δελτίο τύπου του Common Era για να βεβαιωθώ πως μιλάμε για την ίδια μπάντα– γι’ αυτό και υπήρξε μια ενδιάμεση στάση, ένα EP (2008) το οποίο αγνοούσα μέχρι πρόσφατα. Για να διατυπωθεί έτσι μια πιο πλήρης και σφαιρική άποψη γι’ αυτή τη μετάλλαξη μπήκα στη διαδικασία ακρόασης του Colorloss Record EP, που ουσιαστικά σηματοδοτεί τη νέα τους πορεία. Εκεί οι Αμερικανοί επέλεξαν 4 obscure τραγούδια από τη «σκληρή» ψυχεδελική σκηνή. Αφετηρία του, το “Late Night” του Syd Barrett και, αν το καλοσκεφτείς, το χαώδες μυαλό του αντικατοπτρίζεται επακριβώς από την προσέγγιση των Belong. Το αρχικό τραγούδι διασπάται σε πολλά κομμάτια, καλύπτεται από πολυεπίπεδα drones και έτσι τα κύρια χαρακτηριστικά της σύνθεσης του Barrett κρύβονται και μεταλλάσσονται κατά τρόπο ουσιαστικό. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και στις υπόλοιπες 3 επιλογές, από τις οποίες ξεχωρίζει το “My Clown” των July (μεγάλο χιτ για τους απανταχού ψυχεδελο-συλλέκτες). Φαίνεται πως κάπου εδώ οι Belong έκλεισαν οριστικά το πρώτο κεφάλαιο της καριέρας τους και ξόδεψαν τα τρία χρόνια που ακολούθησαν αναζητώντας καινούργιους τρόπους έκφρασης, μέχρι να καταλήξουν σε ό,τι ακούς εδώ. Με τα τραγούδια να έχουν αναρριχηθεί από τον πάτο των συνθέσεων τους, στην επιφάνεια. Όπως αυτοί την καταλαβαίνουν.

Η φετινή τους λοιπόν κυκλοφορία, αν και έντονα διαφοροποιημένη ηχητικά, αποδεικνύεται εξίσου εντυπωσιακή. Στο μεγαλύτερό της μέρος μπορείς να ισχυριστείς πως είναι βγαλμένη από τα βρετανικά 1980s και ότι οι ίδιοι –έπειτα από βαθιά μελέτη– ακούγονται σαν να έχουν σπουδάσει πώς πρέπει να ακούγεται ένα drum machine. Και, κυρίως, να έχουν αφιερώσει άπειρες ώρες αφοσίωσης στο μπάσο του Gallup. Αν πρέπει έτσι να συμπτύξεις σε μια πρόταση και να φέρεις στο σήμερα τον ήχο των Belong στο Common Era, μπορείς να ισχυριστείς πως κάπως έτσι θα ακούγονταν οι A Place To Bury To Strangers αν αγαπούσαν τα 1980s όσο αγαπούν τις πεταλιέρες τους.

Όλα αυτά συμβαίνουν πάντα πίσω από ένα θορυβώδες τείχος, το οποίο διατηρείται σε πρώτο επίπεδο ακόμα και στις πιο ήσυχες στιγμές του δίσκου (όπως στο ομώνυμο τραγούδι). Τα θαμμένα στο βάθος φωνητικά παραπέμπουν στις shoegaze τακτικές και κάνουν τα τραγούδια των Αμερικανών απόκοσμα χωρίς να ακούγονται όμως επιτηδευμένα. Π.χ. το συγκλονιστικό “Different Heart”, αν και το μοναδικό τραγούδι που μπορείς (έστω και λίγο) να αποκρυπτογραφήσεις στιχουργικά, καθοδηγείται από τα πλήκτρα προς ένα λυτρωτικό φινάλε. Εξαιρετικό δείγμα και συνδετικό κρίκο της πενταετούς ύπαρξης της μπάντας θα βρεις όμως και στα μισά του δίσκου  στο “Keep Still”. Λίγο αφαιρετικά μπορείς να ισχυριστείς ότι μοιάζει σαν ν’ ακούς σύνθεση από το October Language με την προσθήκη στίχων.

Ενώ λοιπόν αυτή την περίοδο στην Kranky όλα τα φώτα είναι στραμμένα στον «πολύ» Tim Hecker και στο Ravedeath 1972 το οποίο εκθειάζεται παντού, οι Belong έχουν παραδώσει όχι μόνο μία από τις εκπλήξεις της χρονιάς αλλά και τον μέχρι στιγμής σημαντικότερο δίσκο του 2011 (θα έπαιρνε δικαιωματικά 8,5 στα 10, αν το σύστημα αξιολόγησης του Avopolis επέτρεπε τα μισά).

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured