Στις μέρες εκείνες (φαίνονται παλιές, αλλά δεν είναι) όταν δεν είχαμε ακόμα Facebook και όλη η online κοινωνικότητά μας διαδραματιζόταν στο MySpace, αρκετοί έθεσαν την εξής ερώτηση στα ανά το ίντερνετ forums: πώς θα ξεφορτωθώ ένα banner με κάτι αγριεμένους γενειοφόρους, το οποίο μου σκάει κάθε που μπαίνω στο MySpace, ακόμα και στο προφίλ μου;
Υπήρξε μία από τις πλέον επιτυχημένες διαφημιστικές καμπάνιες μουσικού περιεχομένου στα τελευταία χρόνια. Ό,τι κι αν άκουγες, δεν υπήρχε περίπτωση να μην έψαχνες κάποια στιγμή τι διάολο ήταν πια αυτοί οι Amon Amarth. Νέο κοινό δεν ξέρω αν κέρδισαν οι Σουηδοί death metallers, όμως το όνομά τους έπαψε να ηχεί μονάχα στον κύκλο των αφοσιωμένων στο ασήκωτο metal. Και παρότι η μπάντα βρισκόταν τότε στο έβδομο άλμπουμ της, ήταν ακριβώς εκείνο που –τυχαία;– χαιρετίστηκε ως το πιο επιτυχημένο της.
Σε μια επιφανειακή λοιπόν ανάλυση, το Surtur Rising των Amon Amarth έχει το βαρύ καθήκον να διαδεχθεί το Twilight Of The Thunder God. Και βάζω στοίχημα πως πολλές κριτικές θα κονταροχτυπηθούν στη στενωπό των συγκρίσεων. Λες και δεν υπάρχει υπόλοιπη δισκογραφία για τους Σουηδούς, λες και οι κριτικές πρέπει να αναλώνονται σε τόσο περιορισμένα ζητούμενα, αντί να εξετάζουν τα πράγματα σε ευρύτερες κλίμακες. Ναι, τελικά το Surtur Rising επάξια διαδέχεται το Twilight Of The Thunder God, αλλά μήπως τα πραγματικά –και τα δύσκολα– ερωτήματα έχουν περισσότερο να κάνουν με το τι έχει να δώσει, αν έχει, ένα τέτοιο άλμπουμ στο death metal σκηνικό του 21ου αιώνα; Ένα πεδίο σε κρίση, το οποίο, εξαιρουμένων σποραδικών εκλάμψεων, έχει καταντήσει να ζει με δανεικά από το ανθηρό black metal;
Τέτοιες ερωτήσεις αποδεικνύονται πιο αμείλικτες και τρομακτικές από την έλευση του (δαίμονα της φωτιάς και ηγέτη του Muspelheim) Surtur –κι ας μας τον επικρεμάνε ως απειλή οι Amon Amarth σε αυτόν τον καινούργιο δίσκο. Θέλω να είμαι σαφής: δεν πρόκειται για μπάντα του πεταματού. Τη γνωρίζουν την τέχνη τους, διαθέτουν όρεξη και ήδη από τον προηγούμενο δίσκο επιδεικνύουν μια ωρίμανση των εκφραστικών τους μέσων, που τους οδηγεί στο να φτιάχνουν με άνεση αφορμές για δυνατό headbanging (π.χ. “War Of The Gods”, “War Of The Gods”, “The Last Stand Of Frej”, “For Victory Or Death”, “Live Without Regret”). Έχουν την αξία τους όλα τούτα, αν όμως επιστρέψουμε στα δύσκολα ερωτήματα θα βρούμε ότι το γκρουπ έχει στρίψει δια του αρραβώνος και έχει ταμπουρωθεί στις μανιέρες του σουηδικής κοπής μελωδικού death metal.
Αντί λοιπόν για απαντήσεις, οι Amon Amarth κραδαίνουν παλικαρίσιους κώδικες τιμής βουτηγμένους στο προχριστιανικό σκανδιναβικό παρελθόν. Και αντί για προτάσεις, κραυγάζουν ηρωικά, μεθυσμένοι με λογοτεχνήματα φαντασίας. Ο Johan Hegg βρυχάται και τα growls του, όπως και όλη η λογική της παραγωγής εδώ, υπερτονίζουν το επιθετικό στοιχείο. Πόσο όμως στρογγυλοποιημένα, ανώδυνα εν τέλει, ηχούν όλα στο Surtur Rising... Ακόμα κι αν παρασυρθείς από 2-3 καλοστημένα σημεία, αρκεί να τραβήξεις π.χ. από τη δισκοθήκη σου το Tales From A Thousand Lakes και αμέσως καταλαβαίνεις τα όρια όσων πράττουν (εδώ, μα και γενικότερα) οι Σουηδοί.
Θαυμάζουν κολοσσούς οι Amon Amarth, οι ίδιοι όμως δεν έχουν το ανάστημα να αποτελέσουν έναν νέο βαρυμεταλλικό γίγαντα. Αποδεικνύονται ικανοί να σκαρφαλώνουν στους ώμους αυτών των τελευταίων, αλλά όχι και να ποιήσουν έργα ισάξια. Γι’ αυτό και, τελικά, το έχουν πιο εύκολο να τραγουδούν για τα κατορθώματα των άλλων. Του Surtur, των θεών, των ημιθέων, των ηρώων, της σκηνής του Γκέτεμποργκ και δεν συμμαζεύεται.
Υ.Γ.: Υπάρχει και ειδική έκδοση με διασκευές στο “War Machine” των Kiss και στο “Balls To The Wall” των Accept –ενώ στο iTunes υπάρχει ακόμα μία, στο “Aerials” των System Of A Down. Δεν είναι κακές διασκευές, κόβονται και ράβονται όμως τόσο πολύ στα μέτρα των Amon Amarth ώστε τελικά καθίστανται μάλλον αναμενόμενες, δίχως να προσφέρουν κάτι στα όσα ξέραμε ήδη για αυτά τα τραγούδια. Περισσότερο νόημα έχει έτσι να αναζητήσετε την έκδοση με το DVD Bloodshed Over Bochum, με αποσπάσματα από τις 4 βραδιές τους στο Zeche του Μπόχουμ (Γερμανία), τον Δεκέμβρη του 2010.