Ουκ ολίγες φορές έχει αποπειραθεί ο κ. Herbert να θέσει το όνομά του ανάμεσα στους πρωτοπόρους του στουντιακού ήχου, είτε μέσω της πρωτοτυπίας, είτε μέσω των άτεγκτων μανιφέστων του. Γενικά το έχει πετύχει –ποιος ξεχνά άλλωστε το μαξιμαλιστικό εγχείρημα του There’s Me And There’s You με τη Big Band του ή το Bodily Functions του 2001; Και σήμερα, εν έτει 2010, αποπειράται μέσω μιας τριπλής δισκογραφικής κυκλοφορίας να τοποθετηθεί και πάλι, άμεσα ή έμμεσα, πολιτικά.

Το One One είναι το πρώτο σκαλοπάτι αυτού του εγχειρήματος. Τα δέκα κομμάτια που το αποτελούν δεν προέρχονται από κάποια σοκαριστική πλευρά της πραγματικότητας, όπως το έσχατο “One Pig”, το οποίο «ακολουθεί» ηχητικά την προδιαγεγραμμένη πορεία ενός χοίρου από τη γέννησή του μέχρι το σφαγείο –για το οποίο μάλιστα η PETA κατήγγειλε τον Herbert με μια λιτή ανακοίνωση. Επί του προκειμένου, το προσωπικό στοιχείο και η σύνδεσή του με τις πόλεις που έχει επιλέξει ο Herbert φτιάχνουν ένα λείο και αφαιρετικό κατασκεύασμα.

Πρόσθετοι μουσικοί δεν υπάρχουν εδώ. Στο One One ο Matthew Herbert θέλησε να φτιάξει έναν σόλο δίσκο με την ακραία έννοια του όρου. Όλα δηλαδή ξεκινούν και τελειώνουν σε αυτόν. Τα φωνητικά είναι δικά του, οι παραγόμενοι και επαναλαμβανόμενοι ήχοι δικοί του επίσης. Και όλα οδηγούν σε ένα ηχητικό αποτέλεσμα απαλλαγμένο από την κοφτερή ρυθμολογία του παρελθόντος. Τελικά φαίνεται ότι ακόμα κι ο πιο συνεπής πολιτικός και μουσικός νους, όταν στρέφεται στο μέσα του, μαλακώνει. Δεν υπηρετεί τον ριζοσπαστισμό ως αυτοσκοπό.

Το έτερο κύριο χαρακτηριστικό του δίσκου είναι η πλειάδα των στίχων, σε σχέση με τις παλαιότερες δουλειές του Herbert. Αλλά οι στίχοι αδυνατούν, εν πολλοίς, να κατασκευάσουν τη νοητική σύνδεση ανάμεσα στον έκθετο μουσικό και στον ακροατή. Ωστόσο στο φόντο ενυπάρχουν τα ενδιαφέροντα τοπία που φτιάχνει ο καλλιτέχνης διαχρονικά. Άρα, στο σύνολό της, μιλάμε για μια δουλειά η οποία επιδέχεται από τη φύση της ανάμικτης αποδοχής.

Δεν πρέπει βεβαίως να αγνοήσουμε το γεγονός ότι αυτή η γενική στροφή και νέα αναζήτηση κινδυνεύει να οδηγήσει σε βάλτο. Στο One One ο Herbert ακροβατεί στην όχθη του, αλλά τελευταία στιγμή δεν βουτάει στα νερά του. Γιατί κατασκευάζει νησίδες περισσότερο εξωστρεφείς, όπως το “Leipzig”, το ηλεκτρίζον “Porto” ή το “Dublin”. Κατά τα λοιπά όμως παραμένει ευτυχώς αναλλοίωτη η αίσθηση ότι ο πανέξυπνος τούτος άνθρωπος έχει φτιάξει έναν αξιόλογο δίσκο, με ξεκάθαρη προσωπική στόχευση –λες κι έχει βάλει κάποιο στοίχημα με τον εαυτό του.

Το τι πρόκειται να ακολουθήσει στην πορεία από ’δω και πέρα είναι απρόβλεπτο, όπως όλα τα πράγματα τα οποία σχετίζονται με τους αξιόλογους μουσικούς. Το One One πάντως μπορεί να σταθεί αξιοπρεπώς απέναντι στους δύσκολους λάτρεις του Matthew Herbert. Οι υπόλοιποι έχουν μπόλικο ψάξιμο να κάνουν στο παρελθόν του.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured