Είμαι της γνώμης ότι έχει παραγίνει το πράγμα με τη σπορά του Bob Dylan και του DIY. Κάπου το παίρνω την κιθάρα μου και βγάζω τα σώψυχά μου έχει καταλήξει γρατζουνάω την ταστιέρα και γαϊδουροφωνασκώ. Και κάπου το τα κάνω όλα μόνος εκφράζει περισσότερο έναν τσαπατσούλικο ερασιτεχνισμό παρά μια δημιουργική ανεξαρτησία. Δεν ξέρω, ίσως απλά εμένα να με έχει κουράσει όλη αυτή η νέο-folk σκηνή στις παρυφές του indie, όλη αυτή η στρατιά από συμπαθώς μέτριους singer-songwriters, στοχαζόμενους σε ακουστικές ή ημι-ακουστικές φόρμες.

Τα γράφω αυτά για να δηλώσω όχι το τι είναι ο Ισλανδός Porir Jonsson, αλλά τα όσα δεν είναι. Γιατί στο τρίτο του άλμπουμ κάτω από το παροιμιώδες καλλιτεχνικό ψευδώνυμο My Summer As A Salvation Soldier, το Activism, κάνει τα πάντα για να με βγάλει ψεύτη και άδικο –και μάλιστα δίχως να εγκαταλείπει ούτε σπιθαμή το ηχητικό ύφος στο οποίο αναφέρθηκα πιο πάνω. Την κιθάρα του παίζει κατά μάλλον απλό τρόπο, τραγουδάει μετά βίας στα πλαίσια του φωνητικά επαρκούς, δίνοντας –όπως όλοι οι τραγουδοποιοί– τα πάντα στη διαδρομή της ερμηνείας, ως οικείος θέλει μάλλον να λογίζεται παρά ως περίεργος. Κι όμως, στο Activism (κυκλοφορία του 2007 που τώρα φτάνει στην Ελλάδα) βρίσκει τον τρόπο να σε κάνει να ακούσεις –ξανά και ξανά– τις μικρές καθημερινές του διηγήσεις, με έναν τρόπο ο οποίος διαφεύγει τόσο από το κλίμα του I Believe In This (2004), όσο και από αυτό του συγκριτικά πιο συζητημένου Anarchists Are Hopeless Romantics(2005).

Εκεί όπου κρατάει όλες τις ηχητικές συμβάσεις, ο Jonsson επενδύει στη βιωματικότητα. Δείχνοντας ότι, ναι, σημασία έχει τελικά το αν έχεις κάτι να πεις, όχι το αν ανατρέπεις τη φόρμα και μετακινείς το «ταβάνι» της μουσικής τέχνης. Ο τρόπος που δηλώνει το πόσο καλοδεχούμενος νιώθει στην καρδιά της (“The Sun”), η έξοχη σκιαγράφηση εκείνων των επιφανειακά ασήμαντων μα πολύ πιο υπόγειων ερωτικών καυγάδων οι οποίοι μπορεί να οδηγήσουν ένα ζευγάρι σε τρομακτικές σιωπές μετά το κοινό δείπνο (“Jesus Christ!”), και κάτι ακατανόητα ισλανδικά που ξεστομίζει στο τέλος του “Hey Mom”, όλα δείχνουν να καθρεφτίζουν αποστάγματα μικρών προσωπικών ιστοριών. Ακόμα και η πολιτικοποιημένη αντίθεση του “PNX.” στα χάλια των πολιτικών δομείται και αιτιολογείται στη βάση της καθημερινότητας, όχι σε κάποιο ιδανικό.

Και εκεί που νομίζεις ότι ο My Summer As A Salvation Soldier θα κρατήσει τη φόρμα στο Activism, παράγοντας απλώς ένα πιο ολοκληρωμένο αποτέλεσμα στα βήματα των δύο προηγούμενων σόλο προσπαθειών του, εκείνος σου ανατρέπει το πόρισμα. Δείχνοντας ότι, στον βαθμό που θέλει, μπορεί να κάνει και άλλα πράγματα –και μάλιστα εξαίσια. Μπορεί λ.χ. να πατήσει γκάζια (“How Are You?”) θυμίζοντάς σου ότι τούτη η ευαίσθητη ψυχή ηγείται και μιας punk μπάντας, ενώ συμμετέχει και σε διάφορα hardcore σχήματα της Ισλανδίας. Μπορεί να προβεί και σε πιο λεπτοδουλεμένες και απαιτητικές ενορχηστρώσεις (“I’ll Try”). Και μπορεί, τέλος, να γράψει κάτι τόσο λαμπρώς pop, όσο το διάρκειας 2 λεπτών και 10 δευτέρων “Track 6”.

Το τι κάνει και πόσο το πειράζει, είναι λοιπόν απόρροια του τι αποσκοπεί να εκφράσει. Ανεξαρτήτως γούστου, ο Jonsson δεν σου αφήνει άλλη παραδοχή απ’ το ότι τα καταφέρνει περίφημα στους εδώ καλλιτεχνικούς του στόχους. Χώρος υπάρχει για μια τελευταία γραμμή άμυνας, ότι ένα πόνημα σαν το Activism έχει, πλην των ορατών αρετών, κι ένα αισθητικό ταβάνι σημαντικότητας. Ε, και; Δεν είναι ο δίσκος που θα αλλάξει τη μουσική και θα επαναπροσδιορίσει τον μοντέρνο τροβαδούρο. Αλλά είναι δίσκος που θα εγκατασταθεί για τα καλά στα μηχανήματα και στο είναι σου. Ρουά ματ, δύστροπε και δυσθεώρητε μουσικοκριτικέ…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured