Tom Rowlands και Ed Simons. Τα Χημικά Αδέλφια. Ένα μουσικό ντουέτο που έχει σημαδέψει κόσμο και κοσμάκη με τα τεράστια beats τα οποία έχει παράγει στα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Δίσκοι αναφοράς όπως το post-techno Exit Planet Dust, το electro-punk Dig Your Own Hole και το dance-rock Surrender έχουν επαναπροσδιορίσει τους παραπάνω όρους και γαλουχήσει το σύνολο του σύγχρονου «εναλλακτικού» κοινού, δονώντας τις πίστες με τρόπο μοναδικό. Σαν μια μουσική χημική ένωση πολλών και διάφορων συστατικών με εκρηκτικά αποτελέσματα.

Στον ρόλο του Δρυίδη, λοιπόν, οι Χημικοί Tom και Ed ταίζουν τα αυτιά μας με χορευτικό μουσικό ζωμό όλα αυτά τα χρόνια... Κάτι όμως πλέον έχει αλλάξει. Και έχει αλλάξει προς το χειρότερο. Στα τρία άλμπουμ που κυκλοφόρησαν μέσα στην περασμένη δεκαετία ακούγονται όλο και πιο αδιάφοροι και βαρετοί. Ο περίφημος θρεπτικός ζωμός έχασε τη γεύση του και σταδιακά κατέληξε σε νερόβραστο χυλό. Με αποκορύφωμα το προ τριετίας εντελώς άνοστο We Are The Night.

Further. Παραπέρα δηλαδή. Αλλά με ποια κατεύθυνση πλέον; Ποια εξέλιξη; Πραγματικά ήταν μεγάλη η περιέργειά μου πρωτακούγοντας το Further να δω κάποια σημάδια ανάκαμψης των Chemical Brothers. Έστω με μια επιστροφή στις ρίζες, μιας και φαίνεται να έχουν φτάσει στο τέλος της δημιουργικής τους ανέλιξης καιρό τώρα. Πατάω το play και σκέφτομαι «λες;»... Μετά από ένα εκνευριστικό εισαγωγικό ονόματι “Snow” σκάει στα ηχεία το “Escape Velocity” και –όντως!– μοιάζει προερχόμενο από τη χρυσή εποχή, στα μέσα των 1990s. Μια εθιστική μελωδία από synths πασπαλισμένη με ένα σωρό στουντιακών εφέ επικαλυπτόμενη από φαρδιά-πλατιά beats. Ήχος που δύναται να υποδουλώσει ένα club ολόκληρο. Αν και στα δώδεκα λεπτά της διάρκειάς του ίσως τραβάει λίγο παραπάνω από το ιδανικό είναι ό,τι καλύτερο περιέχει ο δίσκος. Από εκεί και πέρα οι έξι εναπομείναντες συνθέσεις κάνουν δυστυχώς τραμπάλα όσον αφορά στην ποιότητα τους.

Η τριπαριστή chillout αίσθηση του “Another World”, με τα φωνητικά της μοναδικής καλεσμένης που συναντάμε στο Further, της Stephanie Dosen, πετυχαίνει να τραβήξει τα βλέμματα έστω προσωρινά, ενώ το “Dissolve” που ακολουθεί χρησιμοποιεί βρώμικα φαζαριστά ξεσπάσματα σαν επικάλυψη σε μια μελωδία η οποία είναι μακριά από αξιομνημόνευτη. Παρ' όλα αυτά, έως τούτο το σημείο ο δίσκος πετυχαίνει ένα ελάχιστο επίπεδο αποδεκτής απόδοσης παρότι το περιεχόμενο έχει φθίνουσα πορεία. Τα πράγματα όμως αγριεύουν επικίνδυνα στο “Horse Power”, ένα «τραγούδι» το οποίο παραπέμπει σε rave πάρτυ εντός αχυρώνα, όπου οι παρευρισκόμενοι καπνίζουν το... άχυρο και τα άλογα κάνουν φωνητικά υπό την επήρεια LSD, crack, μανιταριών και ό,τι άλλο τέλος πάντων συγγενές μπορεί να φανταστεί κανείς. Λόγω υπερβολικής ηχητικής ομοιότητας με παλιότερες δουλειές τους φαντάζει δυστυχώς με παρωδία, η οποία το μόνο που πετυχαίνει είναι να διακόψει ανεπανόρθωτα τη ροή του δίσκου. Το υπέρ-ψυχεδελικό “Swoon” κατόπιν δεν αποφεύγει την βαρετή επανάληψη ενώ το δυναμικό drum ‘n’ base του “K+D+B” ολίγον τι το χαντακώνουν τα φωνητικά του Rowlands, τα οποία ακούγονται αδύναμα και όχι υπογείως αιθέρια, όπως μάλλον είχε σκοπό.

Συμπέρασμα; Παρότι αρχικά ήμουν έτοιμος να πάρω το φτυάρι μου, η προσεκτική ακρόαση του δίσκου για σειρά ημερών δεν μου επέτρεψε να κατρακυλήσω σε κυνικά, στα όρια της εμπάθειας σχόλια –που άλλωστε δεν αρμόζουν και σε παρουσίαση της δουλειάς ενός μουσικού σχήματος με κάποια ιστορία. Ωστόσο, και παρότι το Further των Chemical Brothers δεν καταποντίζεται σε κανένα σημείο –με την εξαίρεση του “Horse Power”– δεν πιστεύω πως θα κρατήσει την προσοχή του ακροατή για παραπάνω από μερικές μέρες. Ουσιαστικά αποτελεί μια εσωστρεφώς αναγκαία ηλεκτρονική κατάθεση για τους ίδιους τους Chemical Brothers, σε μια βάση επαναπροσδιορισμού της μουσικής τους ταυτότητας μετά από μια όχι και τόσο επιτυχημένη δεκαετία. Τίποτα ανάλογο ωστόσο δεν ισχύει για τον ευρύτερο αριθμό των οπαδών τους, που μάλλον θα περίμεναν μια πιο δυναμική επιστροφή. Ίσως την επόμενη φορά;

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured