«Η καλύτερη μπάντα του κόσμου». Έτσι είχε χαρακτηρίσει ο Kurt Cobain τους Teenage Fanclub στις αρχές των 1990s. Και λίγο αργότερα ο Liam Gallagher τους έχρισε δεύτερη καλύτερη μπάντα –μετά τη δικιά του. Όλα αυτά ειπώθηκαν μέσα στο πλαίσιο των υπερβολών που ξεστομίζει κανείς για να μη γίνει ο βαρετός της παρέας. Η αλήθεια πάντως είναι πως από το ξεκίνημά τους οι Σκωτσέζοι ήταν μπάντα αγαπησιάρικη: τρεις τραγουδοποιοί οι οποίοι έβαλαν στην άκρη τους εγωισμούς και ενώθηκαν για κάτι ανώτερο από τους εαυτούς τους. Παρά το παραπλανητικό τους όνομα, οι Teenage Fanclub δεν απευθύνθηκαν σε έφηβους που έψαχναν πρότυπα, ούτε και ταυτίστηκαν με κάποιο μουσικό ρεύμα της εποχής τους (βλ. grunge).

Πέρασαν είκοσι χρόνια από τον πρώτο τους δίσκο. Το Shadows είναι το δέκατο άλμπουμ τους και το δεύτερο που κυκλοφορούν στη δική τους εταιρεία, αφού τα μεγαθήρια τους παρέκαμψαν ως ασύμφορους. Οι Gerard Love, Norman Blake και Raymond McGinley –μεσήλικες πια– δίνουν από τέσσερα τραγούδια ο καθένας και το αποτέλεσμα είναι αυτό που ήταν πάντα: κιθαριστικό pop/rock χωρίς πολλές εξάρσεις, με έμφαση στη μελωδία, με διφωνίες οι οποίες θυμίζουν τους Byrds και μια συναισθηματικότητα που παραπέμπει σε παλιό, καλό Neil Young. H διάθεση είναι πιο χαρούμενη από το Man-Made του 2005 και αυτό γίνεται αισθητό από το εναρκτήριο “Sometimes I Don’t Need To Believe In Anything”, που στο ρεφραίν ρίχνει στο παιχνίδι έγχορδα, synths και φλάουτα.

Υπάρχει κλίμα εορταστικό. Κατά τα άλλα, οι Teenage Fanclub, για μια ακόμα φορά, μένουν απλά στην επιφάνεια των μουσικών ειδών με τα οποία καταπιάνονται (pop με επικάλυψη folk-rock, ψυχεδελικού rock και country). Οι μελωδίες τους εξακολουθούν να είναι εμπνευσμένες, τα τραγούδια τους όμως αναδύουν μια έλλειψη ταυτότητας και κανένα στοιχείο δεν μπορεί να τα βγάλει από τη μετριότητα του «απλώς συμπαθητικού».

Δύσκολα θα βρουν λοιπόν νέους φαν οι Teenage Fanclub με το Shadows. Κι ακόμα πιο δύσκολα θα αναζωπυρώσουν το ενδιαφέρον όσων τους ξέρουν, αλλά δεν ασχολούνται πια μαζί τους. Υπάρχει όμως μια αλήθεια εδώ, μια σχέση αγάπης η οποία μπορεί να μη δίνει πια έντονες συγκινήσεις στους εμπλεκόμενους, αλλά βασίζεται σε ειλικρινή συναισθήματα. Για τους φαν ίσως είναι αρκετό. Για τους ίδιους φτάνει και περισσεύει.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured