Ωραία το θέτει ο κύριος Frost. Η απόπειρα περιγραφής της μουσικής στο χαρτί (στον κειμενογράφο τέλος πάντων) διαθέτει την τάση να επικεντρώνεται σε βασικές οπτικές μεταφορές (φωτεινή ή σκοτεινή για παράδειγμα), μήπως και αποδώσει τη συναισθηματική χροιά ενός άλμπουμ, με (ολίγον πρωτόγονο) εργαλείο την ευκολία της χρωματικής αναλογίας. Η περιγραφή της μουσικής, βέβαια, έχει από καιρό ανάγκη ένα νέο λεξικό. Ικανό να αποτυπώσει το δυνατόν, τις λεπτές αισθητικές διαφοροποιήσεις κατά τη διάρκεια δίσκων σαν το By The Throat καλή ώρα, δίχως να καταφεύγει μονίμως στην απλούστευση της δυαδικότητας των αντιθέτων ή γενικότερα στο βαθύ βάζο με τα κλισέ.

Αλλά πριν ακόμα καταλήξουμε εκεί. Με ποιο τρόπο κατακτώνται αυτές οι λεπτές διαφοροποιήσεις, στις οποίες «οφείλεις» το συναισθηματικό σου εύρος, για να φτάσεις να προβάλλεις το δίκαιο αίτημα-παράκληση της μη χοντράδας στην περιγραφή – γιατί πάντα θα υπάρχουν και δίσκοι μπετόν αρμέ, εννοώντας τους αντιστοίχως χοντροκομμένους. Ειδικά όταν η αφετηρία σου ονομάζεται εμφανώς ambient. Είδος από καιρό φορμαρισμένο πάνω σε συγκεκριμένους κώδικες, εύκολα πλέον αναπαράξιμους συν χιλιοπαιγμένους – σηκώνεις πέντε drones κουτσά-στραβά, εξορμείς με το μαραφέτι ανά χείρας για άλλα τόσα field recordings, κι έτοιμο το πόνημα.

Με ποιο τρόπο, λοιπόν, όχι μόνο δεν καταλήγεις στη μανιέρα, αλλά κάνεις και κάτι που αφορά το τώρα; Το ’χω ξαναγράψει μέσες άκρες, το ξαναγράφω. Όλο και πιο έντονα τείνω στο συμπέρασμα πως η μοναδική βιώσιμη λύση για την παγκόσμια pop μουσική – εννοώ το υπερσύνολο της pop μουσικής – των ημερών μας είναι η μη περιχαράκωση. Η απελευθέρωσή της από μόδες, από περιορισμούς στα εκφραστικά μέσα και στα πρωτογενή υλικά. Όχι βέβαια η ευκολία της σαλατοποίησης του πλούτου της, αλλά η δημιουργία, ως παράγωγο συνολικής θεώρησης. Ούτε, πολύ περισσότερο, αυτή η εξαπλούμενη, έστω εμπλουτισμένη, ρετρολαγνεία η οποία κρεμιέται εκνευριστικά απ’ την ασφάλεια των ηχητικών αισθητικών καθεστώτων – παίξε… «κελαρυστή brit pop», ανεξαρτήτως ποιοτικής στάθμης, κι όλο και κάποιο καλό λόγο θα μαζέψεις για να ’χεις να χαίρεσαι.

Εκείνος που επενδύει καθαρολογικά – η λέξη κλειδί – σε συγκεκριμένο είδος είναι καταδικασμένος να ακουστεί στην καλύτερη χθεσινός, στη χειρότερη συμπαθής. Ξεκίνα απ’ όπου αγαπάς αλλά ο ωκεανός είναι αχανής, πλούσιος και υπερβολικά περιπετειώδης για να μην του δίνεις καμία σημασία. Επιστροφή, επομένως, στον Ben Frost και το By The Throat – αν και επί της ουσίας ποτέ δεν υπήρξε αποχώρηση. Εντάξει, η μεν φόρμα ambient, όπως την ίδρυσαν οι πατέρες και την εξέλιξαν οι επίγονοι. Όμως, τι λέτε για εκείνες της 17 Seconds νεοκυματικές απολήξεις; Για τα μαυρομεταλλικά σίνθια – τα οποία τυχαίνει να συμπίπτουν και με τους νέους Burzum της μετά ψειρούς περιόδου; Για τον θαμμένο νέο-κλασικισμό α-λα-Johann Johannsson – κάτοικος Ισλανδίας γαρ ο Frost; Για εκείνη την πραγματική χορωδία των λύκων, όχι ως απόσταγμα φυσιολατρικής εναλλακτικότητας ευτυχώς. Εδώ είναι το ταξίδι…

Κι έτσι οδηγούμαστε αναπόφευκτα στην περιγραφή της συνολικής αίσθησης, προϊόν των επί μέρους λεπτομερειών, συν μια αόρατη κόλα να τις ενοποιεί. Αλίμονο, όμως, εάν η ά-λογη φύση της μουσικής μπορούσε να περιγραφεί επαρκώς με τις λέξεις και τους κατασκευαστικούς περιορισμούς τους. Μια απόπειρα, όμως, θα μπορούσε να λέει κάτι για το θαμπό φως που εκπέμπει το χιόνι, σπάζοντας τη μαυρίλα της πηχτής, έρημης νύχτας για χάρη μιας εφορμούσας αγριεμένης αγέλης – τα εύσημα στον εμπνευστή του εξωφύλλου.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured