Δέκα χρόνια. Και όμως, ήταν «μόλις» πριν δέκα χρόνια που κυκλοφόρησε το τελευταίο άλμπουμ της Helen Folasade Adu και της μπάντας της. Από το Lovers Rock του 2000 έως και σήμερα μεσολάβησε λοιπόν μια ιδιαίτερη περίοδος, κατά την οποία η Αγγλο-Νιγηριανή ντίβα επέλεξε να απέχει από τα μουσικά δρώμενα, αφιερώνοντας χρόνο στην προσωπική της ζωή. Και αν σε αυτά τα δέκα χρόνια προσθέσουμε και τα οκτώ που μεσολάβησαν ανάμεσα στο Love Deluxe και το Lovers Rock, τότε δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε πως έχουμε να κάνουμε με μια καλλιτέχνιδα η οποία ηχογραφεί μόνο όταν έχει κάτι να πει. Μια τόσο μακρόχρονη βέβαια απουσία δημιουργεί την ενδόμυχη απαίτηση μιας ανώτερης ποιότητας στο τελικό αποτέλεσμα. Οπότε το κύριο ερώτημα στο οποίο καλείται εξ’ αρχής να απαντήσει το φρέσκο Soldier Of Love των Sade είναι αν πρόκειται γι’ αυτό που περίμεναν οι φίλοι τους.

Κυρίως ναι είναι η απάντηση. Και αυτό γιατί το τελευταίο τους πόνημα ταιριάζει απόλυτα, αισθητικά, με τους πέντε στούντιο προκατόχους του: ο ίδιος γνώριμος ήχος, η ίδια καταπραϋντική φωνή, η ίδια θεματολογία. Σαν έναν παλιό φίλο που έχεις καιρό να συναντήσεις αλλά με το που δεις το πρόσωπό του και ακούσεις τη φωνή του τον νιώθεις απευθείας οικείο, μέρος του εαυτού σου. Έτσι ακριβώς δρα και στον ακροατή η παρουσία και η φωνητική ερμηνεία της Sade στο Soldier Of Love, η οποία για μια ακόμη φορά κινείται στα γνώριμα σε όλους μας ερωτικά μονοπάτια – άλλοτε της ανύψωσης και άλλοτε της απογοήτευσης.

Όλα αυτά τα χρόνια, άλλωστε, η Sade με τη μπάντα της υπηρετεί με τον πιο συνεπή τρόπο το κεντρικό θέμα και (αυτο)σκοπό της θεματολογίας της: την αγάπη. Ακριβώς όπως δηλώνει και ο τίτλος του ομώνυμου τραγουδιού του νέου αυτού δίσκου, είναι στρατευμένη στην υπηρεσία της αγάπης και του έρωτα. Μάλιστα, το “Soldier Of Love” αποτελεί και το (με διαφορά) καλύτερο τραγούδι του δίσκου. Με μια αξιοπρόσεχτα περίπλοκη ενορχήστρωση στιγμιαίων εξάρσεων από κρουστά και μια περιρρέουσα ηλεκτρική ατμόσφαιρα να περιβάλει τις εκμυστηρεύσεις της πενηντάχρονης πλέον Adu («at the borderline of my faith, the hinterland of my devotion, in the front line of this battle of mine») καταφέρνει και πραγματικά ξεχωρίζει. Επίσης highlight είναι όμως και το ευρισκόμενο στον μουσικό αντίποδα, λόγω της λιτής του ηχητικής περιβολής, “Morning Bird”, που ακολουθεί το “Soldier Of Love” καταπόδας, τόσο στο sequencing του cd όσο και ποιοτικά. Ξεχωριστή αναφοράς αξίζει επίσης και στο απλό αλλά τόσο μελωδικό “Bring Me Home”. Τα υπόλοιπα επτά τραγούδια δεν ξεφεύγουν από τα γνωστά λημέρια της μπάντας. Οι κιθάρες και το σαξόφωνο του Stuart Mathewman, τα πλήκτρα του Andrew Hale και το μπάσο του Paul Denman, όλα υπηρετούν τον ίδιο σκοπό: το σιγοντάρισμα των εξαίρετων φωνητικών διηγήσεων. Σε καμία σχεδόν περίπτωση δεν επιχειρούν να «κλέψουν» την παράσταση από εκείνες. Και πολύ σωστά πράττουν.

Όσον αφορά στις αστοχίες; Δεν φαίνεται να υπάρχουν τρανταχτές. Προς τιμήν όλων των μουσικών εδώ, το μεγάλο διάστημα της μεταξύ τους απραξίας δεν φαίνεται να τους επηρέασε. Αυτό που φαίνεται όμως να λείπει από το Soldier Of Love δεν είναι ούτε οι ιδέες, ούτε η συνοχή, ούτε η χημεία. Απλά, σε σύγκριση με τις παλιότερες δουλειές τους, το παρόν είναι ίσως περισσότερο υποτονικό, ενώ του λείπει σαφώς το πραγματικά μεγάλο και διαχρονικό τραγούδι – τύπου π.χ. “Smooth Operator” ή “No Ordinary Love”. Μικρά παράπονα είναι βέβαια αυτά, οπότε δεν αρκούν ώστε να αποσπάσουν την προσοχή από έναν συνολικά καλό δίσκο. Μόνο ας ελπίσουμε να μη χρειαστεί άλλη μια δεκαετία για τον επόμενο!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured