Δεν είναι εύκολο να είσαι ο Al Green. Ας το παραδεχτούμε. Δεν θέλεις με τίποτα να είσαι στα παπούτσια τέτοιων ανθρώπων, για να χρησιμοποιήσουμε μια αμερικανολογία στη γλώσσα. Οι κορυφές που έχεις κατακτήσει (καλλιτεχνικές, αποθεώσεως και εμπορικές) κάνουν το όποιο επόμενο βήμα ίσως και επιβλαβές για τη συνολική αποτίμηση της καριέρας σου. Και αν θυμάστε, πριν μερικά χρόνια, ο μεγάλος είχε μάλλον παραφερθεί στις συναυλίες που συνόδευαν την έκδοση της ταινίας Ray –της γνωστής κινηματογραφικής ρέπλικας του Ray Charles, με τον Jammie Fox στον ομώνυμο ρόλο.
Προσωπικά πίστεψα εκεί ότι ο γέροντας το 'χει χάσει λίγο, οπότε με τίποτα δεν περίμενα έναν τέτοιο δίσκο. Από την άλλη, βέβαια, εμπρός κι αυτός στον δρόμο που χαράχτηκε από μία αποδοχή της γκρουβαρισμένης με λευκή πατίνα soul (απομεινάρι της προ 12ετίας έκρηξης της acid soul), με αποτέλεσμα τη γνωστή ιστορία: οι λευκοί ξανανοίγουν τις πόρτες και προσπαθούν οι της έγχρωμης μουσικής να πάρουν ψυχία, εφόασον μιλάμε για δικό τους δημιούργημα.
Τον δρόμο λοιπόν όπου περπάτησαν προσωπικότητες όπως η Betty LaVette (στην πιο blues εκδοχή της ιστορίας) και η Sharon Jones στη λευκο-Motown κλίμακα που άνοιξε αναπάντεχα πριν 3 χρόνια η Amy Winehouse, βαδίζει και ο θείος Al από τo Forrest House του Arkansas (62 χρονών σήμερα) στο Lay It Down. Έναν δίσκο σοφά φτιαγμένο με τη στόφα που δικαίως τον έκανε αστέρα μεγατόνων τη δεκαετία του 1970 στο rhythm & blues. Το δραματικά γεγονότα του 1974 (μία φίλη του προσπάθησε να τον σκοτώσει πληγώνοντας τον σχεδόν θανάσιμα, πριν αυτοκτονήσει στο ίδιο δωμάτιο) μπορεί μεν να τον οδήγησαν κοντά στη χριστιανική θρησκεία με ένα σχεδόν πρωτόγνωρο για τα δεδομένα ενός star τρόπο (κάνοντάς τον πάστορα και ταυτόχρονα τραγουδιστή), αλλά δεν έχουν επηρεάσει με μανιχαϊσμούς και άλλα ασπρόμαυρα και βαρύχνωτα συνθήματα ή μηνύματα τους δίσκους του. Ειδικότερα αυτόν εδώ.
Μελωμένη αλλά χωρίς λιγούρα soul και για την ακρίβεια rhythm & blues με τις πατούρες στη φωνή που ακολούθησε η soul λογική στη φωνή τη δεκαετία του 1970 περιέχει το Lay It Down. Οι ρυθμοί δεν ομοιάζουν κάποιας ξεθυμασμένης σαμπάνιας την οποία εξαπολύει κάποιος γεροξούρας για να πείσει ότι κατέχει ακόμα ποδήλατο (και ο νοών νοήτω), αλλά σφύζουν αυθεντικού ερωτισμού και ρομαντισμού με ουμανιστικές πινελιές – απέχοντας όμως ολόκληρη τη διαδρομή του Υπερσιβηρικού από το να χαρακτηριστούν χριστιανικές. Η μπάντα αποτελείται από ηλεκτρικά όργανα, φυσητήρες (και μάλιστα από τους πιο αποτελεσματικούς τα τελευταία 3 χρόνια, τους Dap Kings σε τενόρο και βαρύτονα σαξόφωνα), οι πότε συνοδευτικές και πότε πρωταγωνιστικές στα εκάστοτε tracks συμμετοχές των Corinne Bailey Rae και Anthony Hamilton έχουν αξία, και αν ακούτε συχνά μπαλάντες με τέτοιο πετάρισμα όπως του “Take Your Time” εγώ θα σας δώσω πολλά συγχαρητήρια.
Μπράβο λοιπόν στον κύριο Al Green, γιατί κατάφερε να φτιάξει έναν δίσκο αυθεντικής αίσθησης του ποιος είναι αυτός και ποια η καριέρα του. Το Lay It Down είναι ένα άλμπουμ ιδανικό να συνοδεύσει ένα καλό μποζολέ –δίχως αυτό να αποκλείει παρέα οποιασδήποτε φύσης. Κι αυτό επειδή αποτυπώνει χωρίς νεύρωση μερικά χαρακτηριστικά δείγματα της συμπεριφορικής του ανθρώπου στο μυστήριο που ονομάζεται έρωτας και αγάπη (το να καλύψεις αυτά τα 2 συγκοινωνούντα αλλά και διαφορετικά πράγματα σε έναν δίσκο αποτελεί από μόνο του ένα κατόρθωμα). Και ο Al Green τα κατάφερε μια χαρά ο μπαγάσας…