Kάπου διάβασα - και συγκεκριμένα στο μουσικό περιοδικό Word - πως σταθερός κανόνας της ροκ μουσικής είναι ότι όσο περισσότερο ακούς ένα δίσκο τόσο λιγότερο σου αρέσει. Δεν είμαι και πολύ σίγουρος για την ισχύ αυτού του θυμοσοφικού κανόνα, όσον αφορά όμως το νέο διπλό cd του πολυγραφότατου Ryan Adams είμαι σίγουρος ότι ισχύει το ακριβώς αντίθετο.

Την πρώτη φορά που άκουσα το Cold Roses ζήτησα από την γυναίκα μου να φέρει το φτυάρι από την αποθήκη. Ήταν καιρός πια να ξαποστείλουμε αυτόν τον ταλαντούχο και αξιολογότατο, εν τούτοις ακριβά δαφνοστεφανωμένο, τραγουδοποιό.

Επειδή όμως είμαι ευσυνείδητος ερασιτέχνης, είπα να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία και ω! του θαύματος! Κάθε φορά που άκουγα τα ογδόντα λεπτά του, όλο και περισσότερο- μέχρι που το βαρέθηκα!

Τώρα πια έχω καταλήξει στο -επισφαλές ομολογώ- συμπέρασμα πως για μένα το Cold Roses είναι το αντίστοιχο του “Nebraska” (του Bruce Springsteen) ή των δύο – τριών άλμπουμ των Litle Feat: είναι για δίσκους που δεν γυρίζω εύκολα να ακούσω, αλλά όταν το κάνω θα τους ακούσω από την αρχή μέχρι το τέλος. Μπορεί κάτι τέτοια άλμπουμ να μην έχουν την καλλιτεχνική αξία ενός, επί παραδείγματι, “Darkness on the edge of town” ή ενός - για να μιλήσουμε για τον ίδιο τον Ryan Adams - "Ηeart breaker", εν τούτοις τα διακρίνει ένα κυρίαρχο ύφος –σε αντίθεση με το ανερμάτιστο, όλα-στον-κουβά "rock’n'roll”-ένα όραμα, μία λιτή-οικονομική διάθεση.

Η έλλειψη της αμεσότητας και της ευκρινούς συνθετικής σύνταξης που χαρακτηρίζει άλμπουμ σαν το “Cold Roses” αφήνει τον ακροατή σε σύγχυση και με διάθεση επαμφοτερίζουσα.Εάν επομένως ο ακροατής -που οφείλει να είναι αυξημένων προσόντων- δεν εντοπίζει το κεντρικό στίγμα του έργου, χάνει και τη γενική εικόνα.

Και ποια είναι η γενική εικόνα του “Cold Roses”; Kαταρχήν είναι ένα άλμπουμ που κινείται μέσα στο τρίγωνο που σχηματίζουν country-rock, το southern-rock και η folk-rock. O ήχος του είναι λιτός, υποστηριζόμενος μόνο από τα βασικά μουσικά όργανα της rock τραγουδοποιίας (ακουστική/ηλεκτρική/steel κιθάρα, μπάσο, ντράμς) δίχως ίχνος από γεμίσματα - παρά μόνον κιθαριστικά – και καλλωπίσματα (που και που κανένα πιάνο). Η ερμηνεία του Ryan Adams, κινούμενη και αυτή στο πνεύμα, είναι συγκρατημένη, δίχως ιδιαίτερες εξαιρέσειw, παρά μόνο αραιά και που σπάζοντας σε κάποιο αλά Tim Βuckley μέλισμα. Eνώ το πρώτο cd ακούγεται σαν το προσωπικό δίσκο ενός τραγουδοποιού (που τον συνοδεύει μια μπάντα), στο δεύτερο cd αυτός ο τραγουδοποιός γίνεται μέλος της μπάντας. Γι’ αυτό και το δεύτερο cd είναι περισσότερο προσιτό από το πρώτο ή αν θέλετε περισσότερο συνταγμένο, λιγότερο χαλαρό.

Πάνω από το “Cold Roses” περίπτανται τα φαντάσματα του Τowns Van Zandt, του Tim Buckley, του Lowell George και του G.Parsons αλλά και η ζωντανή παρουσία του B.Springsteen και του Damien Jurado. Στα χρόνια που θα έρθουν το “Cold Roses” μάλλον θα έχει μια θέση στη λίστα με τα “υποτιμημένα” άλμπουμ.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured