11: 45 το βράδυ και λίγο πριν παραδώσω τα όπλα, έπειτα από μία κουραστική μέρα, ακούω το κύκνειο άσμα της ημέρας. Έχω βάλει στο pick-up να παίζει ένας δίσκος που πρόσφατα αγόρασα, αλλά από καιρό ήθελα να ακούσω.

Η Marissa Nadler, το όνομα της οποίας και μένα δεν μου έλεγε κάτι αλλά η ετικέτα για λογαριασμό της οποίας ηχογραφεί μου λέει πολλά - η Eclipse Records με Charalambides, My Cat Is An Alien, Migrantes αλλά και Acid Mothers Temple στο ενεργητικό της - είναι Αμερικανίδα τραγουδοποιός. Μην φέρετε στο νου σας μία ακόμα Cat Power, μία Jesse Sykes ή μία Laura Veirs. Η Nadler μπορεί να είναι όλα αυτά μαζί αλλά να τα ενσαρκώνει πάνω σε μία gothic ιέρεια, που αρκείται σε μόνο μία ακουστική κιθάρα και λιγοστά διακριτικά όργανα (ηλεκτρική κιθάρα, banjo, organ).

Με άψογες, λιτές και απέριττες κινήσεις συνθέτει ή μελοποιεί δέκα υψηλής αισθητικής κομμάτια, εκ των οποίων το ένα ανήκει στον Pablo Neruda (Χιλιανός ποιητής) και το άλλο στον Edgar Allan Poe. Μπορεί ποτέ να μην διάβασα Poe, από πείσμα και μόνο, αλλά από τώρα μάλλον θα δανειστώ κάποιο βιβλίο του να ξεφυλλίσω.

Το εξώφυλλο του ντεμπούτου της “Ballads Of Living And Dying”, πριν σταθώ στο περιεχόμενο, τη δείχνει να περπατάει μόνη και ξυπόλητη με ένα μαύρο φόρεμα και τα μακριά μαλλιά της ριγμένα μπροστά στο πρόσωπο, σε ένα μονοπάτι που περνά μέσα από ένα δάσος με γυμνά ξεραμένα δέντρα, σαν να έχει χαθεί. Κάπως έτσι είναι και το περιεχόμενο. Σκοτεινό και μελαγχολικό, με την υπεύθυνη να είναι όχι απλώς ξυπόλητη αλλά τελείως απογυμνωμένη και εκτεθειμένη στα συναισθήματα της. Η φωνή της είναι εξίσου απόμακρη, μοναχική, απαλή και γοητευτική (τις συγκρίσεις με τη Hope Sandoval δεν τις γλιτώνει). Φλερτάρει ή κοντράρει με το θάνατο αλλά και τη ζωή, όπως μαρτυρά και ο τίτλος του δίσκου, με ένα υπνωτιστικό τρόπο. Δε φτάνει ποτέ στην αυτοκάθαρση, ούτε στην παράδοση της ψυχής της, ούτε στη λύτρωση, όπως θα λέγαμε συνήθως. Αντίθετα μοιάζει να είναι παγιδευμένη σε ένα ιδεατό σπαρακτικό κόσμο σαν να έχει χαθεί και δεν έχει τρόπο διαφυγής.

Δεν είμαι ικανός να διαλέξω κομμάτια προς αξιολόγηση. Ενδεικτικά και διαδικαστικά και μόνο ξεχωρίζω το “Days of rum” που εκτελείται μόνο με τη φωνή της και ένα banjo από την ίδια, που σε κάνει να ξεχάσεις άρδην την καταγωγή του οργάνου και να “ταξιδέψεις” ως την Πράγα. Η ζεστασιά του “Box of cedars” με τη συνοδεία μιας δεύτερης, προσεκτικά τακτοποιημένης στο χώρο, γυναικείας φωνής, σε τυλίγει σε μια μελωδική κουβέρτα.

Δεν είναι ο δίσκος που σε κερδίζει με την πρώτη ακρόαση. Δώστε της την τιμή να έχει λίγο παραπάνω από τον χρόνο που δικαιούται. Η Eclipse Records έκανε πάλι το θαύμα της μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, και κερδίζει την υποχρέωση μου να την παρακολουθώ με περισσότερη συνέπεια στο μέλλον.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured