Καλά, με τι τους ποτίζουμε εκεί στον Καναδά τα τελευταία χρόνια και έχει γίνει αυτός πηγή που αναβλύζει έμπνευση και ταλέντο; Godspeed (και τα παρακλάδια τους), My Morning Jacket, Hidden Cameras, πιο πρόσφατα οι Dears και οι Arcade Fire – και τώρα ήρθε η σειρά των Unicorns: ένα τρίο από το Μόντρεαλ που παίζει το πιο αλλόκοτο μα και συναρπαστικό lo – fi.

Οι Unicorns – σε αυτό το δεύτερο άλμπουμ τους – παίζουν ένα είδος ψυχεδελικής indie – pop από «φτιαγμένες» φωνητικές αρμονίες, πλαστικές αλλά σπαρακτικές μελωδίες, γκαζοτενεκέ – κρουστά και γενικά μια ετοιμόρροπη rhythm section. Κάτι σαν κολάζ από τους παράξενους ήχους που παράγει το αναλογικό synth, τα κιθαριστικά riffs της indie rock και το καραβοτσακισμένο backbeat. Ο ήχος είναι θαμπός και ακούγεται φθηνός, σχεδόν ψεύτικος. Έχει όμως δύναμη και περιεχόμενο, έστω και αν κλίνει προς τον κατακερματισμό και την κατάρρευση. Τελικά, κάτω από αυτή την εκκεντρική πατίνα υπάρχει πλούσια έμπνευση και σπουδαίο ταλέντο! Αυτή βέβαια είναι η καλή πλευρά των Unicorns – και ευτυχώς που είναι αυτή που κυριαρχεί – γιατί υπάρχει και η «προβληματική» όπου η μπάντα παλινδρομεί ανάμεσα στην ασυναρτησία και την αστοχία, και που κάτω από αυτόν τον ορυμαγδό δεν αναβράζει απολύτως τίποτα, παρά μόνον ένα «φτιαγμένο» κεφάλι.

Εάν πρέπει δε να δώσουμε έναν οδηγό της ηχητικής ταυτότητας των Unicorns, αυτός θα περιελάμβανε την Elephant 6 κολεκτίβα (Olivia Tremor Control, Neutral Milk Hotel), τους Super Furry Animals, τους Sebadoh, μία φθηνού προϋπολογισμού εκδοχή των Flaming Lips, και για τους παλιότερους από εμάς τους Blue Orchids.

Και τελικά ποια είναι η μεγαλύτερη πλάκα; Πως το “Who Will Cut…” είναι ένα άλμπουμ για το θάνατο, μόνο που τον ξορκίζει βγάζοντάς τους τη γλώσσα μ’ έναν τρόπο αλλόκοτο, αστείο αλλά και συνάμα πολύ γλυκό και ευαίσθητο. Ανακαλύψτε τους!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured