Έξι χρόνια μας χωρίζουν από το προηγούμενο άλμπουμ των Beastie Boys, κι έτοιμοι ήταν οι οπαδοί τους να αρχίσουν να φωνάζουν «κυκλοφόρησέ το το τιμημένο, δεν μπορώ να περιμένω». Κάθε φορά όμως που οι τρεις Νεοϋορκέζοι ολοκληρώνουν καινούργια δουλειά, ξέρουμε καλά ότι άξιζε τον κόπο να την περιμένουμε. Πάντοτε έχει κάτι το ιδιαίτερο να παρουσιάσει, κι αν αυτό δεν είναι πάντοτε ιδέες που πηγαίνουν όλο και πιο μπροστά την υπόθεση hip hop – αν και είναι από τα λίγα σχήματα που μπορούν να καυχηθούν ότι το έχουν καταφέρει και αυτό με δίσκους σαν το “Paul’s Boutique” ή το “Ill Communication” – σίγουρα τότε πρόκειται για μουσική απολαυστική και χαβαλεδιάρικη όσο ελάχιστες στο χώρο που κινούνται.

Ας θυμηθούμε ότι μιλάμε για το όνομα που έφερε το hip hop στις πλατιές μάζες του λευκού ακροατηρίου και το ανέμειξε έξυπνα με ένα σωρό άλλα πράγματα κατά τη διάρκεια της καριέρας του – είτε αυτό ήταν heavy metal κιθάρες στο “Fight For Your Right To Party”, είτε samples από κάθε απίθανο μουσικό είδος στις μνημειώδεις παραγωγές που επιμελήθηκαν οι Dust Brothers και Mario Caldato Jr για λογαριασμό τους. Αυτή τη φορά, την παραγωγή την ελέγχουν οι ίδιοι, και το άλμπουμ είναι ηχογραφημένο στο δικό τους στούντιο Oscilloscope Laboratories. Αυτός υποθέτουμε είναι και ο λόγος που τα 15 του κομμάτια είναι περισσότερο απλά οργανικά, απουσιάζουν δηλαδή τα φυσικά όργανα και ολόκληρη η μουσική «πλάτη» των κομματιών είναι φτιαγμένη από samples.

Ως εκ τούτου, το άλμπουμ είναι τόσο κοντά στο old school hip hop, όσο θα ήταν αν το ηχογραφούσαν στα τέλη της δεκαετίας του ’70 – αρχές του ’80. Ακόμη και τα «δείγματα» που έχουν «δανειστεί» προέρχονται από εκείνη την εποχή, με προεξέχον το “Triple Trouble” που βασίζεται στους γνώριμους ήχους του “Rapper’s Delight” ενώ το ραπάρισμα φέρνει στο νου το “The Breaks” του Kurtis Blow. Ακόμη παρελαύνουν από τα αυτιά μας αποσπάσματα από κομμάτια των LL Cool J, Public Enemy, Marley Marl, αλλά ακόμη και των Dead Boys (από τη μεγαλύτερή τους επιτυχία “Sonic Reducer”) ή και των Flaming Lips (μια αμυδρή φράση από το “They Punctured My Yolk”, για όσους ενδιαφέρονται), μεταξύ των άλλων φυσικά – θα ήταν βαρετό να παραθέσουμε όλα τα credits. Σε τι αθροίζονται όλα αυτά; Σε ένα δίσκο ο οποίος είναι ικανός να σας φτιάξει τις καλοκαιρινές ημέρες που διανύουμε, και το λέμε με κάθε βεβαιότητα επειδή το έχει κάνει ήδη για εμάς. Το πρώτο σινγκλ του δίσκου είναι από τα καλύτερα που έχουν ποτέ κυκλοφορήσει, το “Ch-Check It Out” είναι τόσο απλό στη σύλληψή του μα τόσο πλήρες από την τρέλα και τον εφηβικό χαβαλέ (αν και, το ξέρουμε, ότι έχουν παρέλθει προ πολλού οι χρόνοι της δικής τους εφηβείας), κι εκεί είναι που μας υπενθυμίζουν ότι είναι πάντοτε παρόντες – “no I didn’t retire” μας λένε με έμφαση. Κι ακριβώς επειδή δεν είναι πια πιτσιρικάδες, το άλμπουμ έχει πλάι σ’ όλη την πλάκα του πολλές αφορμές για σκέψη και προβληματισμό.

Είναι γνωστό ότι εδώ και πολύ καιρό οι Beastie Boys δραστηριοποιούνται και σε άλλους κοινωνικούς τομείς πέρα απ’ το να σχολιάζουν τα όσα συμβαίνουν στη γειτονιά τους. Ιδιαίτερα τώρα με τη διακυβέρνηση της χώρας από τον Bush («τον πρόεδρο που δεν έχουμε εκλέξει», όπως χαρακτηριστικά τραγουδούν στο έντονα πολιτικό “It Takes Time To Built”), έχουν τόσα πολλά να πουν. Την αρχή είχαν κάνει με το “In A World Gone Mad” που είχαν διαθέσει αποκλειστικά από το site τους σαν download και δεν περιέχεται εδώ, και συνεχίζουν με κομμάτια – σχόλια επάνω στην τρομοκρατική επίθεση στην πόλη τους, τη Νέα Υόρκη, όπως το “An Open Letter To NYC” που δίνει ένα ενωτικό μήνυμα, με τον ίδιο τρόπο που η πόλη αποτελεί μια πολυφυλετική στέγη στους πέντε δήμους της (εξ ου και ο τίτλος του άλμπουμ).

Κατά τα άλλα, δεν λείπει η στάνταρ θεματολογία των ραπ δίσκων, όπως στο “Hey Fuck You” όπου τα χώνουν στους υπόλοιπους ανταγωνιστές ράπερ (“I’m walking on water while you’re stepping in shit” λένε όλο νόημα) ή στο “Rhyme The Rhyme Well” εξαίρουν τις δικές τους ικανότητες. Με άλλα λόγια, οι Beastie Boys έγραψαν ένα γεμάτο ενδιαφέρον αυθεντικό hip hop δίσκο, που θα ευχαριστήσει όσους αντέχουν στα απανωτά κύματα νοσταλγίας. Ίσως κάποιοι να μην ικανοποιηθούν από αυτό το πισωγύρισμα σε τόσο γνώριμους και παρωχημένους από το πέρασμα του χρόνου ήχους, για όσους όμως δεν έχουν εκτεθεί υπερβολικά στο συγκεκριμένο μουσικό ύφος, η δουλειά είναι μια καλοδεχούμενη επιστροφή σε δοξασμένες εποχές. Εξίσου καλοδεχούμενη είναι και η επιστροφή των Beastie Boys, κάθε φορά που συμβαίνει.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured