Φαίνεται πως ζήλεψαν την επιστροφή του παλιού τους παραγωγού David Axelrod και τη δόξα που απολαμβάνει κατόπιν εορτής, μαζί με το ζηλευτό προνόμιο του να ηχογραφεί πια κάτω απ’ την στέγη της Mo’ Wax, και επανέρχονται κι εκείνοι με νέο άλμπουμ, τρεις δεκαετίες μετά τη διάλυσή τους, πίσω στο 1968! Για την ακρίβεια, η αρχή της επιστροφής τους είχε γίνει πριν από επτά χρόνια, όταν οι δύο βασικοί συνθέτες του γκρουπ, οι James Lowe και Mark Tulin, ξανασυναντήθηκαν για να μιξάρουν το “Lost Dreams”, μια συλλογή με υλικό της μπάντας για λογαριασμό της εταιρίας Badman. Στο παιχνίδι μπήκαν και τα υπόλοιπα αυθεντικά μέλη του γκρουπ, οι Ken Williams, Quint και Joe Dooley, ενώ την εικόνα συμπλήρωσε ο Peter Lewis από τους Moby Grape!

Τέσσερα χρόνια αργότερα, ήρθε το πρώτο άλμπουμ με ολοκαίνουργιο υλικό και τίτλο “Artifact”. Την κυκλοφορία αυτή συνόδευσαν με διάφορες εμφανίσεις σε Αμερική και Μεγάλη Βρετανία, και μια ακόμη στη χώρα μας, όπου θα εμφανιστούν και πάλι μέσα στο φθινόπωρο που έρχεται. Τότε είναι που πρόκειται να ακούσουμε και ζωντανά κομμάτια μέσα απ’ το νέο άλμπουμ τους που κρατάμε στα χέρια μας και μας έρχεται με τη σφραγίδα γνησιότητας σε ότι αφορά στον τόπο καταγωγής του, κάτι σαν με «ονομασία τόπου προέλευσης»!

Το “California” συνοδεύεται από ένα δελτίο Τύπου γεμάτο αναφορές στον ξένο μουσικό Τύπο, που μας διαβεβαιώνουν για τις εκρηκτικές τους εμφανίσεις, οι οποίες αποτελούν τις καλύτερες που έχει δώσει ποτέ το σχήμα απ’ το Λος Άντζελες. Ελπίζουμε πραγματικά τα πράγματα να είναι έτσι, γιατί αν στηρίζονταν αποκλειστικά στη δύναμη των νέων τους τραγουδιών, τότε δεν είμαι σίγουρος αν θα μπορούσαμε να μιλάμε για αληθινά ενδιαφέρουσες συναυλίες.

Για να μην πολυλογούμε, τα τραγούδια του California” δίνουν την εντύπωση ενός συγκροτήματος που αποφάσισε να ροκάρει και πάλι μετά από πολλά χρόνια, αλλά στην πορεία ξέχασε πώς ακριβώς γίνεται αυτό. Πηγαίνει σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσεως που το ίδιο βοήθησε κάποτε να γραφτούν, μα δεν θυμάται τι ακριβώς εννοούσε όταν υπαγόρευε στη γραμματεία το κείμενο. Μην περιμένετε λοιπόν τίποτε ριζοσπαστικό σαν το “I Had Too Much To Dream (Last Night)”, τίποτε που να σας τινάξει το μυαλό σαν το άλμπουμ τους “Underground”, καμία υπόνοια οράματος όπως εκείνου του θρυλικού τους δίσκου “Mass In F Minor”. Παίζουν καλά όπως θα περίμενε κανείς από μια μπάντα που έχει πίσω της τις δικές της περγαμηνές, μα στο στούντιο φαίνεται ότι πέρασαν τη μουσική τους διαμέσου μιας σειράς καλλωπιστικών φίλτρων ήχου, έτσι ώστε να μην αποξενωθεί ο ακροατής από τις ενδεχόμενες απόπειρές τους στην αληθινή ψυχεδέλεια ή σε κάποιο περισσότερο τολμηρό κιθαριστικό feedback. Δεν το τσούζουν με άλλα λόγια, δεν επιχειρούν να κάψουν λίγα απ’ τα εγκεφαλικά τους κύτταρα – και δικά μας εννοείται, δεν τολμούν να ξαναμπούν στο garage που έχουν χτίσει με τα χεράκια τους.

Κάποιες στιγμές του δίσκου είναι καλές, το “Makin’ Some Noise” και το “I’ll Drag You Home” θα μπορούσαν να είναι κομμάτια από την glam περίοδο του Bowie, το εξώφυλλο έχει με σεβασμό φιλοτεχνήσει ο Rudi “Fuzztone” Protrudi, στην πλειοψηφία του όμως το άλμπουμ θυμίζει απόπειρα μιας παρέας μεγάλων ανθρώπων να θυμηθούν τα νιάτα τους χωρίς όμως να ανεβάσουν και πολύ την ένταση, για να μην ενοχλείται και η προχωρημένης ηλικίας σύζυγος στο άλλο δωμάτιο. Που τελικά είναι μάλλον και η ζοφερή πραγματικότητα, πίσω από αυτόν το δίσκο τουλάχιστον. Τα πράγματα στις συναυλίες τους πιθανόν να είναι διαφορετικά, το ελπίζουμε αν μη τι άλλο…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured