Στη μουσική δεν υπάρχει παρθενογέννεση, ούτε μπορεί να ισχυριστεί -και να τον πάρουν σοβαρά- πως ανακάλυψε τον τροχό. Όλοι έχουν επηρεαστεί από κάποιον ή κάτι που έχει προηγηθεί και αυτή η επίδραση -ή και επιδράσεις- είναι άλλοτε εμφανής και άλλοτε δυσδιάκριτη. Μα άλλο πράγμα κάτι τέτοιο και εντελώς διαφορετικό το να λειτουργεί σα φωτοτυπικό και μάλιστα ασπρόμαυρης εμφάνισης. Όπως συμβαίνει στη "θλιβερή" περίπτωση του Βρετανού τραγουδοποιού Nic Armstrong.

"Θλιβερή" περίπτωση, γιατί ενώ ο δίσκος είναι funky και groovy γεμάτος ζωηρά και κεφάτα τραγούδια, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που να 'ναι ιδιοκτησία του Nic Armstrong -εκτός ίσως από το οργανοπαικτικό τμήμα (ο Nic παίζει κιθάρα, μπάσο, φυσαρμόνικα και πιάνο). Και λέμε "σχεδόν τίποτα" γιατί ακόμα και αυτή η μανιέρα της φωνής σε άλλους τραγουδιστές και σε άλλες εποχές παραπέμπουν.

Πως να το πω καλύτερα; Μπροστά στο "The Greatest White Liar" το ρετρο-ροκ των Ocean Colour Scene και του Paul Weller ακούγεται φρέσκο και με προσωπικότητα. Δεν είναι θέμα αυθεντικότητας τελικά. Δηλ. πόσο αυθεντικοί είναι οι BRMC ή οι Hives; Άλλα αν ήθελα να ακούσω "αυθεντικό" βρετανικό ροκ των 60s (pop και R&B) θα κατέφευγα στους δίσκους των Beatles και Stones, στις συλλογές των Yardbirds, Small Faces και Troggs, ή σε κάποια από τις πολλές ανθολογίες με βρετανικά freakbeat συγκροτήματα. Θεωρώ πως δεν θα είχα ανάγκη στη μουσική ρέπλικα του Nic Armstrong, όταν μάλιστα αυτή ακούγεται ως να μη θέλει να αποκτήσει δική της υπόσταση. Μόνο μια μουσική tabula rasa θα μπροούσε να αγαπήσει αυτό το δίσκο και τότε θα το καταλάβαινα, γιατί τα περισσότερα από τα τραγούδια του είτε είναι ακαταμάχητα ρυθμικά, είτε catchy ροκάκια (I Can't Stand It, She Changes Like the Weather, Natural Flair) είτε μελωδικά ρομαντικά ποπάκια. Η αλήθεια όμως πως ακούγονται λες και έχουν βγει από τη συλλογή των garage rock διαμαντιών Nuggets αν η Rhino δεν είχε κυκλοφορήσει ένα τετραπλό boxset, αλλά ένα δεκαπλό. Οπότε φυσιολογικά η ποιότητα των ηχογραφήσεων θα έτεινε μάλλον κάτω από το μέσο όρο.

Τέλος, είναι τόση η αγωνία του Nic Armstrong για ένα αυθεντικό 60s ήχο ώστε ηχογράφησε το εν λόγω άλμπουμ στα περίφημα στούντιο -ελέω White Stripes- Toe Rag. Λες και το ταλέντο, η ιδιοσυγκρασία, η προσωπικότητα είναι θέμα μηχανημάτων, ατμόσφαιρας ή φαντασμάτων. Ας ξορκίσει ο Nic Armstrong πρώτα τα φαντάσματα, που όχι απλά έχουν στοιχειώσει τη μουσική του, αλλά την έχουν κυριολεκτικά καταλάβει, και τότε τα ξαναλέμε.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured