Συνέχεια από πρώτο μέρος

Οι freelancers Giorgio Moroder, Αngelo Badalamenti, Harold Faltermeyer (σύνθετης του Axel F., soundtrack του Μπάτσου του Μπεβερλι Χιλ με τον Εντι Μερφι) και Johnny Maher (για τους φίλους απλά Marr) μπαίνουν στο σκηνικό με την έναρξη της νέας δεκαετίας στην οποία έχουν αλλάξει πολλά: το Τείχος έπεσε, ο Σοσιαλισμός κατέρρευσε, οι ανθρώπινες σχέσεις αντικαταστάθηκαν από τον φόβο της απώλειας από το Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας και το μόνο που έμεινε ήταν η baggy culture και τα ecstasy πάρτι στην Ιμπιθα. Φύγε ποπ, έλα Τέχνη. Μερική υιοθέτηση του αξιώματος art for art’s sake και αποκήρυξη της mainstream μουσικής προσέγγισης προς τιμήν της χαμένης αθωότητας.

 

Η ειρωνεία όμως εκεί, σταθερή κι επίμονη. Φράση κλειδί του So Hard, ενός ύμνου σε μια σχέση που αποσυντίθεται σταδιακά: "We've both given up smoking / Cause it's fatal / So whose matches are those;". Ανέκαθεν μου άρεσε αυτό στους PSB. Το ότι ενώ μπορούν να πουν ευθέως «Ει, έμαθα ότι με κερατώνεις», εντούτοις θα προτιμήσουν να το θέσουν πλαγίως, ίσως και με μια δόση ρεαλισμού που ώρες ώρες καταντάει αβάσταχτος κυνισμός. Ένα κομμάτι που ο Chris αργότερα αποκήρυξε, αδίκως. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά που είδα το βίντεο του Being Boring, αυτήν την εξαιρετική ασπρόμαυρη openly gay δημιουργία του Μπρους Ουεμπερ με τους νεαρούς άντρες να περιφέρουν το γυμνασμένο σώμα τους εν είδει Αναγεννησιακών Ερωτιδέων βγαλμένων από την Καπέλα Σιξτινα. Και οι στίχοι…Τι στίχοι Θεέ μου ! Κάθε γραμμή αποτελεί κι ένα πρωτογενές θέμα συζήτησης στο οποίο θα μπορούσα να αναλώνομαι επί ώρες ολόκληρες. Η αρχική νοσταλγία του ήρωα βλέποντας τις παλιές φωτογραφίες, η αναπόληση των όμορφων στιγμών της ζωής του, το κλασικό αξίωμα οτι όλοι μας ότι when you’re young you find inspiration in everyone who’s ever gone (βλ. Μορισον, Τζοπλιν, Λενον και Σιδηροπουλος για τα εγχώρια δεδομένα), η στιγμή της επιτυχίας του my shoes were high and I have scored και τελικά η συνειδητοποίηση ότι ποτέ δεν φανταζόμουν / ότι θα γινόμουν αυτό το πλάσμα που τελικά έγινα / αλλά πάντα ήλπιζα ότι ανεξάρτητα από τα όνειρα που κάναμε μικροί / θα ήσουν κι εσύ δίπλα μου αυτή την στιγμή της ζωής μου… Ο φίλος του Neil που πάλεψε με το AIDS τελικά δεν τα κατάφερε… Δεν το έχω βαρεθεί το κομμάτι αυτό ακόμη κι όταν ενίοτε ετοιμάζω ένα cd με αγαπημένα μου τραγούδια για κάποια φίλη ή γνωστή μου (ως έναν εναλλακτικό τρόπο φλερτ) το "Being Boring" πάντα έχει μια ξεχωριστή θέση μέσα σε αυτό.

 

Το My October Symphony – ένα κομμάτι πραγματικό Κοινωνικοπολιτικό Mανιφέστο εφάμιλλο του Motorcycle Emptiness – δυστυχώς λείπει από την συλλογή αυτή, υπάρχει όμως το Jealousy, το τραγούδι που κλείνει το Behavior, που χωρίς να έχει το ειδικό συναισθηματικό βάρος του Being Boring, θα ήταν άδικο να μην συμπεριληφθεί στο Popart, ακόμη και για καθαρά ιστορικούς λόγους, δεδομένου ότι είναι το πρώτο κομμάτι που ο Neil Tennant και ο Chris Lowe έγραψαν από κοινού το 1983. Η Εποχή της Αφύπνισης που είχε αρχίσει δεν απέκλειε φυσικά πειραματισμούς, όπως αυτόν της σύμπτυξης δυο κομματιών με κοινά ακόρντα στο ρεφρέν, του Where The Streets Have No Name και του Can't Take My Eyes Off of You. U2 το ένα, Franki Valli το άλλο, ροκ το ένα –με σαφή χορευτικό προσανατολισμό όμως – easy listening το άλλο, Δουβλίνο το μεν, Las Vegas το δε. Ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει όμως. Η παραγωγή είναι ηθελημένα over-the-top, η χρήση samples με κοινό να χειροκροτεί δίνει την απαραίτητη πανηγυρική χροιά και ένα ορχηστρικό κρεσέντο με πνευστά στο τέλος βάζει το κερασάκι στην τούρτα. Ακόμη ένα χρυσό 45αρακι κι απλά η επιβεβαίωση ότι κανείς δεν μπορεί να κάνει καλύτερα ποπ σινγκλ από τους Pets. Για το 2003 προτείνουμε ανάλογο πείραμα με το Να Μ’ Αγαπάς του Σιδηροπουλου σε medley με το μεξικάνικο Porom Pom Pom των Αδελφών Τζαβαρα – ίδιες συγχορδίες είναι κι αυτές άλλωστε. Στη πρώτη συλλογή με τα σινγκλ τους, το Discography – αδιαμφισβήτητα μια εκ των κορυφαίων στο είδος της την εποχή που βγήκε, το 1991 – συναντούμε και το DJ Culture, ένα κομμάτι που αρχικά είχε συμπεριληφθεί στο Bonus Cd του Behaviour και αποτελεί έναν από τους πρώτους ύμνους στο χόμπι αυτό που λίγα χρόνια αργότερα θα γινόταν μια από τις Λυδίες Λίθους της ποπ κουλτούρας.

 

Το Very του 1993 συνεχίζοντας την παράδοση των μονολεκτικών τίτλων που παραπέμπουν σε λέξεις-κλειδιά της αγγλικής γλώσσας, αποδείχτηκε το πιο hi nrg άλμπουμ από όλα όσα είχαν κυκλοφορήσει μέχρι τότε. Κι αυτό όπου σχεδόν όλοι οι ήχοι του βγαίνουν από κομπιούτερ και τίποτα σχεδόν δεν εκτελείται απο συμβατικά όργανα. Από τα 6/8 του Can You Forgive Her? (με μερικούς από τους καλύτερους στίχους που έγραψαν ποτέ αφηγούμενοι την ζωή ενός γκέι που αδυνατεί να παραδεχτεί την σεξουαλικότητα του και εμπλέκεται σε μια σχέση με μια γυναίκα η οποία σε κάνει ρεζίλι / επειδή χορεύεις ντίσκο / και δεν γουστάρεις ροκ ή θυμάσαι τότε που εύκολα σε παρέσυραν / πίσω από τα γήπεδα του κρίκετ / και τις θέσεις παρκαρίσματος των ποδηλατών;, επειδή στα μέρη αυτά συνήθως προβαίνουν στις ερωτικές τους περιπτύξεις οι γκέι – που δεν θέλουν να φαίνονται ότι είναι γκέι…κάτι ξέρει κι αυτός ο έρμος ο Τζορτζ Μαικλ…) μέχρι το στέκομαι-στα-χνάρια-της-λογοτεχνικης-παρακαταθηκης-του-Όσκαρ-Ουαιλντ I Wouldn't Normally Do This Kind of Thing όπου ένας κατά τ ’άλλα συγκρατημένος και φλεγματικός Εγγλέζος σπάει τις αλυσίδες της σοβαροφάνειας και φτάνει στο σημείο να πετάξει τα ρούχα του / και να χορέψει την Ιεροτελεστία της Άνοιξης (που εντελώς σημειολογικά η συγκεκριμένη Συμφωνία του Ρώσου Ιγκορ Στραβίνσκι θεωρείται –και είναι – το πιο σκανδαλώδες μουσικά και στιχουργικά έργο κλασικής μουσικής του 20ου αιώνα). Και το Liberation, ακόμη ένα κομμάτι που προορίζεται για το γκέι κοινό της Βρετανίας και που ο τίτλος του και μόνο τα λέει όλα. Έχοντας συλλάβει όλη την εκκεντρικότητα και τον ενθουσιασμό της ελεκτροποπ μουσικής, έκαναν κτήμα τους την τρέλα της dance culture με το υστερικό Yesterday When I Was Mad και χρησιμοποίησαν ένα σχεδόν ξεχασμένο κομμάτι των Village People, το επικό Go West, μετατρέποντας το δια χειρός Stephen Hagey σε ένα από τα πιο παιανίζοντα κομμάτια που αποτυπώθηκαν ποτέ πάνω σε δίσκο ακτίνας λέιζερ. Με ηχητικά εφε από γλαρόνια να πετούν και κύματα να σκάνε στα βράχια, μια ανδρική macho χορωδία και μια ολόκληρη ομάδα πνευστών, το κομμάτι– προσωπικό αγαπημένο τραγούδι της σεπτής μου μητρός συν τοις άλλοις, έτσι για να ξέρετε όλες εσείς οι μελλοντικές υποψήφιες νυφούλες της τι κομμάτι να χρησιμοποιήσετε για να “ρίξετε” την πεθερά σας - αποτελεί το ιδανικό κλείσιμο για ένα άκρως up tempo album.

 

Μεσολάβησε ένα χλιαρό έως περιττό για διπλό cd με συλλογή όλων των b sides τους, το Alternative, απ’ όπου το Paninaro ’95, ένα κομμάτι που είχαμε πρωτοσυναντησει στο άλμπουμ Disco του 1986 και που εδώ μέσα υπάρχει στην single του μορφή κι όχι σε αυτή που περιέχεται στο Alternative και που είναι κλάσεις ανώτερη. Οι δυο Paninari για ακόμη μια φορά βρίσκονται στα γνωστά camp λημέρια και συνθέτουν ένα κομμάτι αψεγάδιαστης gay περηφάνιας που κάθε dance club που σέβεται τον εαυτό του και τους θαμώνες του, με προεξάρχοντα το Sound Factory της Νέας Υόρκης, θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει στο play list του. Φήμες λένε ότι ο ίδιος ο Junior Vasquez έχει επιμεληθεί ένα remix του εν λόγω κομματιού, οπότε αν υπάρχει εκεί έξω ένας φαν της μπάντας που μπορεί να το επιβεβαιώσει ή να το διαψεύσει, θα τον παρακαλούσα να επέμβει πάραυτα. Το Bilingual του 1996 δεν έπαιξε μόνο με τις γλώσσες όλων μας που αυτόματα έκαναν λογοπαίγνιο με τη λέξη Bisexual. Έπαιξε κορόνα γράμματα την ίδια την καριέρα τους, αφού είχαν να ξεπεράσουν κοτζάμ Very. Η βουτιά που είχε συντελεστεί το 1988 στους Λατιν Ρυθμούς με το Domino Dancing έγινε ένα μακροβούτι που έβγαλε από το βυθό ένα εξαίσιο πρώτο σινγκλακι, το Se a Vida E που ναι μεν κρατάει την ελεκτρο ταυτότητα του, αλλά επιπλέον απέδειξε ότι η λατρεία τους με την λατιν μόνο αρπαχτή δεν ήτανε. Γράφτηκε στο Σαο Παολο της Βραζιλίας όπου είχαν μεταβεί για συναυλία και προέκυψε όταν άκουσαν τους ρυθμούς που έπαιζαν στα ντραμς τους ένα τοπικό συγκρότημα, οι Oludum οι οποίοι και το είχαν ηχογραφήσει σε τραγούδι με τίτλο Έτσι Είναι Η Ζωή. Κάπου έγινε ένα λάθος στη μετάφραση – ο Neil το μετέφρασε Se A Vida E, αλλά το σωστό θα ήταν Essa Vida E – και τελικά κράτησαν και τις δυο εκφράσεις στο ρεφρέν. Οι εικόνες απόλυτης ευδαιμονίας και ευφορίας του βιντεοκλίπ του τραγουδιού –ακόμη μια σπουδαία δημιουργία του Ουεμπερ - ακόμη περνάνε κάτω από τα βλέφαρα μου.

 

Τον Σεπτέμβριο του 1996 πολλά περιοδικά, όπως το Select, έριχναν στον Καιάδα της Μουσικής το άλμπουμ ως ένα κακέκτυπο του Italian disco NRG sound. Ναι, δεν το αρνήθηκαν ποτέ τους Κύριοι Αυστηροί Μουσικοκριτικοί ! Οι Pets είναι διασκεδαστές. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Το απέδειξαν άλλωστε και εκείνον τον μαγικό Ιούνιο του 2000 που έδωσαν την καταπληκτική εκείνη συναυλία στο Λυκαβηττό. Για το εκπληκτικό Red Letter Day, μια ωδή στην μοναξιά που προκαλείται από την αλλοτρίωση στις σχέσεις μας και τους ρυθμούς της ζωής που ακολουθούμε, θα αφήσω τους στίχους να μιλήσουν από μόνοι τους: Go to work and take your calls /Hang the fruits of your labour on the walls /Such precision and care /What does it matter if there's no one here to share /The flowers in the garden, the wine /The Waiting For Godot and so much modern time; Το Single-Bilingual αναπαράγει την λατιν μανιέρα κι ακούγεται σαν μια παραλλαγή του Se A Vida E ενώ το smooth disco του Before – μια πραγματικά υπέροχη μπαλάντα που θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται σε ένα οποιοδήποτε άλμπουμ των New Order με την συμμετοχή του πανταχού παρόντα Johnny Marr - απλά συμπληρώνει ένα άλμπουμ όπου για πρώτη φορά ίσως να διαφαίνεται μια μικρή δόση βαρεμάρας, όχι από πλευράς διάθεσης –προς Θεού ! –αλλά από πλευράς συνθετικής εμπνεύσεως. Το άλμπουμ δεν πέφτει ποτέ κάτω του μέτριου ελέω υψηλής ποιότητας των στίχων του. Το Somewhere που συμπεριλαμβάνεται εδώ μέσα δεν υπήρχε στο κανονικό άλμπουμ, αλλά μόνο στο Special 2 cd Edition και δεν είναι άλλο από την διασκευή στο κομμάτι του Steven Sondheim από το "West Side Story" ακολουθώντας την παράδοση των καλών Petshopboys–ικων διασκευών. Καλό είναι να το έχετε κι αυτό, παρόλο που μοιάζουν να είναι ελαφρά έξω από τα νερά τους και κάποιο άλλο κομμάτι από την ευρεία δισκογραφία τους να ταίριαζε καλύτερα.

 

Το Nightlife ήταν ένα αρκετά χαλαρό άλμπουμ, όχι από πλευράς ρυθμών, αλλά από πλευράς θεματολογίας. Απουσίαζαν όλα εκείνα τα ακανθώδη ερωτήματα που κάποτε απασχολούσαν το συγκρότημα. Δεν ξέρω αν όντως σκόπευαν να το κάνουν σε μορφή concept album ή αν αυτός ο χαρακτηρισμός ήταν απλά μια ακόμη εφεύρεση των μουσικογραφιαδων, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο δίσκος αυτός μπορεί να αποτελέσει το ιδανικό soundtrack πριν την νυχτερινή σας έξοδο. Στο You only tell me you love me when you’re drunk βρίσκονται πάνω κάτω στα ίδια εδάφη αν και γνωρίζουν καλά ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να χαρακτηριστούν αντιγράφεις του ίδιου τους του εαυτού, το I Don't Know What You Want But I Can't Give It Any More βουτάει σε deep house ρυθμούς –και στην δεύτερη συναυλία της Αθήνας είχε παρουσιαστεί αρκετά μεταμορφωμένο, σχεδόν αγνώριστο σε σχέση με την στουντιακη εκτέλεση εδώ μέσα – ενώ το πρώτο σινγκλ New York City Boy, είναι ένας ακόμη φόρος τιμής στο πρώτο gay group του κόσμου που έπαιξε όχι μόνο με την ηλεκτρονική μουσική αλλά και με την δημόσια εικόνα τους χωρίς να ντραπεί. Αλλά όπως συμβαίνει και με μένα που αφιερώνω ολοένα και λιγότερες γραμμές όσον αφορά τους τελευταίους δίσκους, έτσι ανάλογα πρέπει να φέρθηκαν και οι ίδιοι στο άλμπουμ αυτό: με λιγότερη προσοχή και φροντίδα. Αν φέρεστε έτσι εσείς στο ίδιο σας το παιδί, πως περιμένετε να του συμπεριφερθούμε εμείς που στο κάτω κάτω είμαστε και στην απέξω; Ίσως το Nightlife να αποτελεί και το πρώτο flop στην καριέρα τους – το Introspective δεν μετράει, έχει το Left To My Own Devices μέσα και οι συλλογές τύπου Disco κτλ είναι…συλλογές κι όχι άλμπουμ.

 

Ευτυχώς ήρθε το Release κι έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Προσωπικά το άλμπουμ μου «κάθισε» καλά από την αρχή εξαιτίας ενός τραγουδιού που άδικα δεν περιλαμβάνεται εδώ μέσα και που το θεωρώ το καλύτερο κομμάτι τους από το 93 και μετά: το Here. Ήταν το πρώτο που άκουσα στο Radio One του Λονδίνου που βρισκόμουν τότε, οπότε έτρεξα αμέσως στο HMV της Oxford Street να αγοράσω το cd. Κι επειδή δεν είχα cd player αγόρασα κι ένα second hand discman από το Camden Town ώστε να το ακούω καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής μου εκεί. Το Here λοιπόν αποτελεί μια σημαντικότατη παράλειψη. Κίτρινη κάρτα. Ακόμη κι ο Johnny Marr δήλωσε μετά ότι χάρηκε ιδιαίτερα το κομμάτι αυτό. Ένα άλμπουμ πολύ καλό για έναν και μόνο λόγο: οι Pets δεν έχουν πια να λογοδοτήσουν απέναντι σε κανέναν. Ούτε στην εταιρεία τους, ούτε στους οπαδούς τους – οι οποίοι ακόμη και πατάτα να έβγαζαν θα την αγόραζαν γιατί είναι πατάτα made by PSB, γεγονός που την κάνει πιο καλοψημένη από τις υπόλοιπες της αγοράς – ούτε καν στους ίδιους τους τους εαυτούς. Αντίθετα έχουν κατορθώσει να γεφυρώσουν κάποιες έννοιες που πριν από αυτούς φάνταζαν αδιανόητο να μονοιάσουν : να είναι οι Μονάρχες της Ποπ Ελαφρότητας αλλά ταυτόχρονα και οι Βασιλιάδες του Βερμπαλισμού (έμαθα καλά αγγλικά μέσα από τα τραγούδια τους…), οι Εκφραστές μιας Εφηβικής Ανεμελιάς αλλά ταυτόχρονα και οι κύριοι Εκπρόσωποι μιας Βαθιά Σκεπτόμενης Ελίτ. Το Home And Dry αναπολεί τον ήχο του 'Behaviour' και παρουσιάζει το συγκρότημα πιο ήρεμο από ποτέ ενώ το I Get Along έχει μαζί του μια αύρα εξηντιλας, μια Georgemartin-ικη παραγωγή κι ένα εθιστικο ρεφρέν που το καθιστά αμέσως κλασικό. Τα 35 (ουφ!) κομμάτια του Popart συμπληρώνονται από τα Miracles και Flamboyant, που λειτουργούν ως κράχτες για την χορταστικότατη αυτή συλλογή. Το πρώτο δεν με ενθουσίασε αν και το δεύτερο μπορώ να πω ότι το άκουσα και το ξανάκουσα κυρίως λόγω αυτού του “καλπασμού” που επιδίδονται τα keyboards του Lowe.

 

Σας κούρασα έτσι; Σορρυ, το χρώσταγα όπως σας είπα, αλλά ακόμη κι αν δεν ήταν έτσι, δεν θα μπορούσα να γράψω τίποτα λιγότερο γι’ αυτούς. Πιστεύω ότι όταν με το καλό κάνω κι εγώ παιδιά – αν κάποια γυναίκα δεχτεί να με πάρει κάνοντας ένα τεράστιο δώρο στην υπόλοιπη ανθρωπότητα - θα τα νανουρίζω με αυτά τα τραγούδια από αυτήν την συγκεκριμένη συλλογή. Μια συλλογή ιδανική για φθινοπωρινές βόλτες με φύλλα να θροΐζουν κάτω από τα πόδια σας, για χειμωνιάτικα βράδια με το χιόνι να σκεπάζει το μπαλκόνι και τα κάστανα να σιγοκαίν στη θράκα, για ανοιξιάτικες βόλτες την Πρωτομαγιά τραγουδώντας το My October Symphony και για καλοκαιριάτικα μεσημέρια την ώρα που θα απλώνεις το γιαούρτι πάνω στο τσουρουφλισμένο σου κορμί.

Το ξανασκέφτηκα. Αγνοήστε την συλλογή. Αγοράστε απλά όλους τους δίσκους τους.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured