Οι Rapture αποτελούν μια από εκείνες τις μπάντες που κάποια στιγμή έρχονται και σκάνε μέσα στα μούτρα σου υπό την πίεση ενός αφόρητου δημοσιογραφικού hype, ενώ στην ουσία γίνεται με την πρώτη αντιληπτό ότι ναι μεν πρόκειται για μια πολύ καλή μπάντα, απ’ την άλλη δεν έχουμε να κάνουμε με την περιπτωσάρα που θα μας κάνει να χάσουμε τον ύπνο μας. Το άλμπουμ τους είναι όντως καλό, εντός του όμως θα βρούμε τόσα μειονεκτήματα όσα και πλεονεκτήματα.

Κατ’ αρχήν λίγα ιστορικά στοιχεία : αυτό δεν είναι το ντεμπούτο τους άλμπουμ, έχει προηγηθεί το “Mirror” στην ετικέτα Gravity το 1999. Μετά από περιοδείες με τους Sunny Day Real Estate και τους Nuzzle, μετακομίζουν στη Νέα Υόρκη και ηχογραφούν το 2001 το μίνι άλμπουμ Out of the Races and Onto the Tracks EP για λογαριασμό της Sub Pop. Πέρυσι κυκλοφόρησαν το καταπληκτικό σινγκλ "House of Jealous Lovers", και ολοκληρώνουν τη μέχρι σήμερα πορεία τους με το παρόν άλμπουμ. Την παραγωγή του δίσκου έχει αναλάβει το ντουέτο των DFA – αρχικά των λέξεων Death From Above, το ντουέτο απαρτίζουν οι Tim Goldsworthy και James Murphy, ο πρώτος ήταν απ’ τα ιδρυτικά μέλη της εταιρίας Mo’ Wax και του project των UNKLE – που θεωρούνται ότι βρίσκονται πίσω απ’ τις πλέον πρωτοποριακές σύγχρονες παραγωγές. Και πραγματικά, ίσως να μην μάθουμε ποτέ αν είναι δική τους ιδέα ή του συγκροτήματος η ευφυής ανάμειξη νεοκυματικών στοιχείων με τρέχουσες χορευτικές αξίες.

Οι αναγνώστες μιας κάποιας ηλικίας, όμοιας μ’ αυτή του γράφοντα, θα νοιώσουν σαν στο σπίτι τους ακούγοντας κάποια απ’ τα κομμάτια του άλμπουμ. Στο εναρκτήριο “Olio” θα ψάξετε γρήγορα στα credits να δείτε μήπως ο Robert Smith των Cure έκανε εδώ guest εμφάνιση και δεν το είχατε διαβάσει πουθενά, στο φερώνυμο τραγούδι του δίσκου θα εκπλαγείτε που οι Public Image Limited επανασχηματίστηκαν και αποφάσισαν να κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να πλησιάσουν το μεγαλείο του “Metal Box” ενώ στο “House Of Jealous Lovers” θα θριαμβολογήσετε για τον πιτσιρικά τραγουδιστή που πήραν οι Gang Of Four για τις επερχόμενες συναυλίες τους! Φυσικά τίποτε απ’ όλα αυτά δεν συμβαίνει, απλά οι Rapture αποτείνουν κάτι περισσότερο από φόρο τιμής στα τιμημένα early ‘80s, αποτυπώνουν στη μουσική τους την ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης και την αναπαράγουν πιστότατα.

Δεν σημαίνουν τα παραπάνω ότι δεν υπάρχουν σημεία επαφής με το σήμερα στο δίσκο, κάθε άλλο. Εξάλλου τι κάνουν οι DFA στην όλη ιστορία, μπρίκια κολλάνε; Ψήγματα από συνθετητές που αναπαράγουν ήχους που συνδέουμε πλέον με την electroclash σκηνή, ρυθμικά κουτιά που παίζουν παράλληλα με τα τύμπανα, και διάφορα στουντιακά τρυκ προσγειώνουν μεγαλοπρεπώς τον ήχο του γκρουπ στο σήμερα και τον καθιστούν ζωτικό του κομμάτι. Το πνεύμα του λευκού funk και του αιχμηρού νεοϋορκέζικου no wave ήχου πλανώνται επάνω απ’ τη μουσική των Rapture στοιχειώνουν την κάθε του νότα. Την κάνουν εκπληκτική και εκρηκτική. Της δίνουν φτερά και το δεκανίκι να γίνει απρόβλεπτη και εθιστική.

Τελικά όσο ακούω το “Echoes” μου αρέσει όλο και περισσότερο. Με ενθουσιάζει που τα κομμάτια διαδέχονται ασταμάτητα το ένα το άλλο σαν να είναι μιξαρισμένα – θυμίζοντάς μου παράλληλα αυτό που είχε πει ο Warren Defever των His Name Is Alive ο οποίος έκανε το ίδιο στους δίσκους του: “Γιατί, έχετε δει περιοδικό με λευκές σελίδες ανάμεσα στα άρθρα του;” – και κάθε νέο τραγούδι είναι και μια καινούργια πρόκληση για χορό. Είναι ο δίσκος που μπορεί να καλύψει ποικίλες ανάγκες σας και σας καλώ να του επιτρέψετε να αναλάβει να το κάνει!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured