Πριν από κάποια χρόνια, πέντε για την ακρίβεια, όταν η αφεντιά μου βολόδερνε στα Βρετανικά Midlands, συνήθιζα ορισμένες φορές να πηγαίνω μόνος μου για ένα μπουκάλι Newcastle Ale στην πιο παρακμιακή pub της πόλης. Ο ιδιοκτήτης, ένας γεράκος που από την εμφάνιση νόμιζες ότι είχε μόλις βιάσει και σφάξει την κόρη του, λεγόταν Douglas McArthur. Σκωτσέζος στην καταγωγή, γεννημένος σε ένα χωριό λίγο έξω από το Aberdeen, κόλλησε στην επαρχιακή Αγγλία λόγω μίας «σκύλας που με τράβηξε εδώ κάτω και μετά από ένα χρόνο με παράτησε για κάποιον που την έγλειφε καλύτερα». Τα βράδια του πίσω από την μπάρα της pub του ατελείωτα, οι κουβέντες ελάχιστες, μόνο μουρμούριζε ακαταλαβίστικα, καταριόταν συνέχεια τους πάντες χωρίς ιδιαίτερο λόγο, και έπινε περισσότερο απ’ όσο όλοι του οι πελάτες μαζί. Και πιστέψτε με, έπιναν πολύ, ο καθένας βουτηγμένος στα προβλήματά του, ξεγελώντας την μιζέρια τους μέσα στις μπύρες.

Η pub δεν ονομαζόταν Hug & Pint, αλλά θα μπορούσε. Ούτε τους κυρίους Adrian Moffat και Malcolm Middleton είχα δει κάποια Δευτέρα να ονειροπολούν και να λιποθυμούν πάνω στο bar, αλλά αν συνέβαινε θα ήταν το πιο φυσικό πράγμα. Βλέπετε, αυτό είναι το περιβάλλον των Arab Strap, και ίσως από την εποχή του μεγάλου Charles Bukowski και των παλιών ένδοξων χρόνων του Leonard Cohen, είχε να μας απασχολήσει τόσο πολύ το φαινόμενο δύο μέθυσων σεξιστών. Είναι και Σκωτσέζοι, αυτό πού το πάτε;

Ύστερα από εξαιρετικά δισκάκια με αποκορύφωμα εκείνο το τρομακτικό “Philophobia”, και εμφανίσεις που δικαίωναν τον τίτλο των… «Drunk Scottish Genius Cunts» που τους απένειμε ο Βρετανικός τύπος (σημ. αλησμόνητη εκείνη η εμφάνιση σε ένα μικρό club της Νότιας Αγγλίας, όταν ο Moffat στο τρίτο τραγούδι, εμφανώς εκνευρισμένος και μεθυσμένος πετάει το μικρόφωνο στα μούτρα του Middleton, και σηκώνεται και φεύγει, αφήνοντας εμάς το κοινό με ανοιχτό το στόμα, ενώ προσπαθούσαμε ακόμα να συνέρθουμε από το support group… τους Bright Eyes!), οι Arab Strap επανέρχονται στην Chemikal Underground και κυκλοφορούν το ίσως καλύτερο και πιο ώριμο album της πορείας τους.

To “Monday At The Hug & Pint” είναι κατ’αρχάς το πιο upbeat ρυθμικό πόνημα των Arab Strap και ταυτόχρονα το πιο πλούσιο και ολοκληρωμένο. Τα φτηνιάρικα ηλεκτρονικά κουτιά δένουν με τα βιολιά, ακόμα και με τα πνευστά και τις βρώμικες κιθάρες, τα χορωδιακά σημεία δεν μοιάζουν άτοπα, ενώ φυσικά δεν λείπουν και οι γκάϊντες για να δώσουν περισσότερο τοπικό χρόνο, σαν να μην έφτανε η χαρακτηριστική προφορά του Moffat.

Ένας Moffat, που βρίσκεται σε εξαιρετική φόρμα, καταφέρνοντας να τραγουδήσει εκεί που πριν μουρμούριζε ενώ δεν έπρεπε, και συνεχίζει να μουρμουρίζει σκοτεινά όταν πρέπει. Ένας Moffat που στιχουργικά, στην κυριολεξία ζωγραφίσει. Μένει βέβαια κολλημένος στις εμμονές του, sex, αλκοόλ, μισανθρωπισμός και ματαιοδοξία, αν και είναι εμφανέστατη σε κάθε τραγούδι μία σημαντική αλλαγή στην ψυχολογία: O άλλοτε υπερφίαλος σεξουαλικά πρωταγωνιστής ακούγεται κουρασμένος και αποκαρδιωμένος. Θα τολμούσα να πω ότι είναι και σοκ να ακούς τον Moffat να ομολογεί ότι “These days my cock's as numb as my heart.". Ακούγεται ακόμα και μετανιωμένος για το παρελθόν του και ντροπιασμένος για το βρώμικο κομμάτι του εαυτού του μιλώντας γι’ αυτό στο τρίτο πρόσωπο “He makes me treat girls like shit/ he makes me lie to them and use them.”, ενώ ταυτόχρονα αποποιείται τις όποιες ευθύνες του για τα λάθη της ζωής του “He loves watch me playing games/ He loves watch me lose them”. Άσχημο θέαμα πραγματικά, να καταλαβαίνεις ότι είσαι λάθος, και ότι το παρελθόν, δεν βγαίνει σε καλό.

Δεν με γελάει πάντως ο Moffat έτσι εύκολα. Η κρίση του πρέπει να παροδική και ίσως φταίει το γεγονός ότι έκανε πολύ παρέα με το enfant-terrible της Αμερικανικής μισαλλοδοξίας, τον Conor Oberst, ο οποίος μαζί με τον συνεργάτη του στους Bright Eyes, Mike Moggis, βάζουν πολύ παραπάνω από ένα απλό χεράκι στο σύνολο σχεδόν του “Monday At The Hug & Pint”, με μουσικές πινελιές και φωνητικά που διαφοροποιούν κατά πολύ το δίσκο αυτό με τους παλαιότερους των Σκωτσέζων. Προσθέστε και το γεγονός ότι με αυτή την κυκλοφορία ο Barry Burns των Μogwai πρέπει να χαροποιήθηκε πολύ, αφού είναι ότι καλύτερο έχει συμμετάσχει ύστερα από το “No Education = No Future (Fuck The Curfew)”.

“Sex without love is a good ride worth trying/
But love without sex is second only to dying/
When kissing is missing and legs stay shut tight/
You’ll hate every morning and dread every night” …. Και κάπως έτσι φλερτάρει ο ήρωας με το πόθο του.

Αφού όμως έπεσε στη μάχη και έχασε, στο τέλος ομολογεί τις ανάγκες του…
“I needed a nurse and a mother/
I needed an open-minded whore/
I needed a barmaid and a lover/
Someone to stand between me and the floor”

Ή μήπως όχι; Μήπως τελικά χρειάζεται μία απλή γυναίκα;
“But moon be full tonight/
and I will find my bride/
she’ll be good to me/
and she’ll love to ride”

Ούτε και εκείνος πρέπει να έχει κατασταλάξει ακόμα… Στο επόμενο «επεισόδιο» ίσως μάθουμε…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured