Παρακολουθούσα όλες τις προηγούμενες ημέρες τους διαξιφισμούς στο board τούτου εδώ του site γύρω από το νέο άλμπουμ των Radiohead και πραγματικά δεν ήξερα τι θα έπρεπε να προσθέσω και τι να αφαιρέσω ως άχρηστο από τα όσα γράφονταν γι’ αυτό. Ίσως θα μπορούσα να πω απλά ότι και μόνο που προκαλούν τόσες συζητήσεις γύρω απ’ τη νέα τους δουλειά, έχουν πετύχει στο σκοπό τους. Αρκεί αυτό για να ξεχωρίσει ανάμεσα στις υπόλοιπες κυκλοφορίες που φτάνουν στα χέρια μας χωρίς να μας προκαλέσουν έστω κι ένα στοιχειώδες ενδιαφέρον, ή όσες περιμένουμε με ανυπομονησία γιατί μας έχει ψήσει το ξενόφερτο hype, ή μας συγκινούν για ένα μικρό χρονικό διάστημα και μετά χάνονται στο βάθος της μνήμης και του χρόνου.

Υπάρχει ένας κλασικός και αναίμακτος τρόπος να αντιμετωπίσει κανείς τη καινούργια δουλειά των Radiohead: την άκουσες και δεν σου άρεσε; Βγάλε τη από το cd player και άφησέ την στην άκρη. Το πιθανότερο είναι να μην μπορείς να πείσεις κάποιον που του άρεσε ότι εσύ είσαι αυτός που έχει δίκιο. Αν πάλι την άκουσες και σου άρεσε, τότε κάτι από τα παρακάτω θα πρέπει να συμβαίνει:

- Οι Radiohead σου άρεσαν ανέκαθεν και δεν σου έκανε καμία έκπληξη που διατήρησαν το ίδιο υψηλό επίπεδο στη μουσική τους.

- Οι Radiohead σε είχαν ξενίσει με τα δύο προηγούμενα πειραματικά τους άλμπουμ και μ’ αυτό μπόρεσες να τους προσεγγίσεις περισσότερο εύκολα. Δεν είναι ακριβώς και ο πιο εύκολος δίσκος του κόσμου, αλλά τα στριφνά ηλεκτρονικά δεν καταστρατηγούν τα δρώμενα του δίσκου κι έτσι τα κομμάτια είναι καθαρά και ευπρόσιτα.

- Δεν ξέρεις από πού ακριβώς σου ήρθε, μα χτυπάς το κεφάλι σου που δεν είχες ανακαλύψει νωρίτερα την “πειραματική” πλευρά ενός από τα πιο πρωτοποριακά σχήματα της εποχής μας, ειδικά εκείνα που ταυτόχρονα συγκαταλέγονται ανάμεσα και στα περισσότερο μαζικά, αυτά που όταν παίζουν ζωντανά, οφείλουν να διαλέγουν αρένες για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση.

Και μόνο γι’ αυτό το τελευταίο θα έπρεπε να έχουν τον σεβασμό όλων, για την ασταμάτητη προσπάθειά τους να ηχογραφούν κάτι που να ξεπερνάει τις προσδοκίες τις δικές τους και του κόσμου. Γελάω κάποιες φορές με τον τρόπο που καταδικάζονται γι’ αυτό, που τους περνούν ψιλό γαζί επειδή δεν αράζουν στην επιτυχημένη τους πορεία βγάζοντας αυτό που όλοι περιμένουν από εκείνους, ένα αναμάσημα του προηγούμενου δίσκου τους και εν γένει, μία από τα ίδια. Και μάλιστα τα παραπάνω ξεστομίζονται από αυτούς που πιθανόν να γράψουν καπάκι ένα άρθρο για τη στασιμότητα της σημερινής ροκ σκηνής, για το πώς έχει χαθεί η περιπέτεια στα ακούσματά μας και για τις τακτικές των εταιριών που θέλουν να ακούμε μόνο μουσική με εξασφαλισμένη εμπορευσιμότητα και σίγουρες θέσεις στα charts. Ορίστε λοιπόν, ποιος έχει τα κότσια να ακολουθήσει το αντάρτικο των Radiohead; Γιατί μη μου πείτε ότι το όνειρο της εταιρίας τους ήταν ο δίσκος που τους παραδόθηκε και κρατάμε στα χέρια μας…

Πριν επομένως προχωρήσουμε και πούμε δύο λόγια για τη μουσική του δίσκου, να πούμε ότι πριν και πάνω απ’ όλα, τα όσα προβλήματα μπορούν να εντοπιστούν γύρω απ’ το “Hail To The Thief” βρίσκονται όχι στην καθ’ εαυτού σύνθεση του δίσκου μα περισσότερο στα κεφάλια των ακροατών του. Προσέξτε, δεν εννοώ ότι ο δίσκος βρίσκεται σε μια απυρόβλητη θέση, ασφαλώς και υπόκειται στον έλεγχο και το γούστο του καθενός, μα δεν γίνεται να μην παρατηρήσουμε και μια γκρίνια που τον περιβάλει και που προέρχεται από τους ακροατές του, χωρίς να οφείλει και να τον χαρακτηρίζει μιάς που δεν αποτελεί δικό του πρόβλημα. Ο δίσκος είναι μίζερος επειδή και η μπάντα είναι αιωνίως μίζερη, ο δίσκος δεν έχει πολλά καλά κομμάτια, κάποια απ’ τα κομμάτια τα είχαν παίξει live και καλύτερα, ο παραγωγός Nigel Godrich τους καταδυναστεύει την προσωπικότητα, ο Thom Yorke επαναλαμβάνεται, οι στίχοι προσποιούνται για πράγματα που δεν είναι, είναι σοβαροφανείς μα δεν λένε τίποτα και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο. Μήπως κάπου εκεί μέσα χάνεται και η ουσία του πράγματος; Μήπως οι Radiohead έχουν ανεβάσει σ’ ένα τέτοιο σημείο τον πήχη των δίσκων τους ώστε να πέφτουν στην παγίδα οι άλλοι (όχι οι ίδιοι, πιστεύω ότι λίγο ή πολύ δουλεύουν ενστικτωδώς σαν μουσικοί και το αποτέλεσμα βγαίνει πάντοτε σπουδαίο μιας και είναι η άμεση αντανάκλαση του σπουδαίου τους εαυτού), να μην ξέρουν τι ακριβώς να περιμένουν και να ζητούν ακαθόριστους λαγούς με πετραχήλια; Κι όταν τα τελευταία τους προσφέρονται δεν μπορούν να τα δεχτούν επειδή τα είχαν ανάγκη σε ελαφρώς διαφορετικούς χρωματισμούς;

Αντιλαμβάνομαι ότι θεωρείτε πως δεν θα μπορούσα να διακρίνω την όποια ανικανότητά τους να μεταφέρουν κάτι αξιόλογο αν αυτό συνέβαινε, ακόμη κι αν μου το έτριβαν στη μούρη. Πληροφοριακά λοιπόν να πω ότι είμαι ιδιαίτερα αυστηρός με αυτά που αγαπάω, και από την άποψη αυτή, το “Hail To The Thief” όχι μόνο το θεωρώ ανάμεσα στις κορυφαίες παραγωγές του συνόλου απ’ την Οξφόρδη, ήταν και μια υπεράνω των προσδοκιών μου θριαμβευτική είσοδος σε καινούργια για το σχήμα χωράφια. Κι όλα αυτά ενώ σε τούτο το άλμπουμ κινήθηκαν σε ροκ γενικά πλαίσια, ευρύτερου εννοείται χαρακτήρα, διευρύνοντας ασφαλώς τα όρια και τις δυνατότητές του.

Τις λεπτομέρειες γύρω απ’ τα της κυκλοφορίας του δίσκου τις γνωρίζετε σίγουρα. Να πούμε εμείς απ’ τη μεριά μας ότι δεν το χωράει το μυαλό μας κάποιος να ακούσει κομμάτια σαν το “2+2=5” ή το “Where I End And You Begin”και να μην νοιώσει έναν ακόμη θρίαμβο της φόρμας του ροκ τραγουδιού, να μείνει ασυγκίνητος μπροστά στην τεράστια συναισθηματική φόρτιση του “Sail To The Moon” και του “A Wolf At The Door” (για διαφορετικούς λόγους το κάθε ένα), και να μείνει ανέπαφος από την αισθητική σύγκρουση με τα φωνητικά του “I Will” ή το γιγάντιο βόμβο που οδηγεί το “Myxomatosis”. Κι όλα αυτά δίπλα σε ένα σωρό άλλα πράγματα, λεπτομέρειες που ανακαλύπτει κανείς με το κάθε νέο άκουσμα και κάνει δικές του σαν σημειώσεις σ’ ένα προσωπικό ημερολόγιο. Αυτοί είναι οι δίσκοι των Radiohead, αυτό είναι και το “Hail To The Thief”, μια συλλογή κομματιών που δεν θα έχουν το παραμικρό πρόβλημα να αγαπήσουν οι φίλοι τους (και όχι μόνο, πιστεύουμε εμείς), ενώ αν κάποιοι απογοητεύτηκαν, είμαι σίγουρος ότι το γκρουπ στέλνει τη συγγνώμη του που δεν μπόρεσε να τους εξυπηρετήσει με ένα καινούργιο “Creep” (το οποίο αν θυμάμαι καλά είχαν γράψει πριν από 10 στυλιστικές γενιές!).

Και να μην προχωρήσουμε ακόμη παρακάτω, λέγοντας το πώς τα τραγούδια αυτά μετουσιώνονται σε αθάνατο υλικό που στέκεται χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα δίπλα στα παλιότερά τους κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας τους, όπως εκείνη που παρακολουθήσαμε στα τέλη Μάη στο Λονδίνο. Εκεί απέδειξαν – σαν να μην το ξέραμε! – ότι παίζουν μόνοι τους σ’ ένα γήπεδο που οι περισσότεροι δεν έχουν τα κότσια να διαβούν την είσοδο, κι ότι οι συναυλίες τους παραμένουν μοναδικές εμπειρίες που δεν πρέπει να χάνονται. Αν δεν με πιστεύετε, ρωτήστε αυτούς που αρπάζουν με τη μια τα εισιτήρια για να βρεθούν ανάμεσα στους θεατές τους.

Αν λοιπόν θεωρείτε ότι δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη ανάγκη να ακολουθήσετε τους προαναφερόμενους φίλους του γκρουπ, μην στεναχωριέστε αφού υπάρχει η σταθερή αξία του Moby και η σκοτεινή glam ποπ των Him. Εκεί θα βρείτε μουσικές απολαύσεις που δεν χρειάζεται να επεξεργαστείτε με το μυαλό για να τις καρπωθείτε. Δεν μπορώ να εγγυηθώ πάντως ότι οι τελικοί καρποί είναι ισάξιοι μ’ αυτούς του “Hail To The Thief”.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured