Κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις.
Τα έχει πει και ο Lemmy σε ανύποπτο χρόνο, είναι όμως και μία από τις γενικολογίες που αποδεχόμαστε τελικά ως «αλήθειες της ζωής». Εν προκειμένω, και της δισκογραφίας· δεν είναι δα και τόσο διαφορετικό το πεδίο, αν σκεφτείτε ότι και οι δίσκοι ζωντανοί οργανισμοί είναι, φτιαγμένοι από ανθρώπους με σάρκα και οστά. Κερδίζουν λοιπόν ένα βασικό στοίχημα οι Cellar Dogs στο δισκογραφικό τους ντεμπούτο, μα χάνουν ένα άλλο.
Αν έχετε δει live τη συγκεκριμένη παρέα –π.χ. με τους Contra Limit και The Pistons πριν κάτι μήνες ή να ανοίγουν τους Karma To Burn, τους Glowsun και τους Γερμανούς Kalamata– θα το νιώσετε αμέσως, ότι πέτυχαν να σταλάξουν στα 8 τραγούδια του Jackhammer ατόφιο σχεδόν τον παλμό, τον ενθουσιασμό και το party feeling των συναυλιών τους ("Insane", "Hitch 'n' Hike"). Η επίδοση χρεώνεται στα στιβαρά τύμπανα του Evan Μαραγκουδάκη, στο σθένος της κιθάρας του Κωνσταντίνου Καλαβρέζου, στο σφιχτοδεμένο μπάσο του Δημήτρη Γεωργόπουλου και βέβαια στα πηγαία φωνητικά του Αντώνη "Dayman" Ζαχαριάδη. Έχει πέσει πολλή δουλειά σε αυτή τη μπάντα και φαίνεται. Από την άλλη, το άλμπουμ εμφανίζει μία από τις συχνές «ασθένειες» της ευρύτερης ηχητικής οικογένειας στην οποία ανήκει.
Οι Cellar Dogs αποτελούν κομμάτι του παζλ που περιλαμβάνει τους Planet Of Zeus και 1000mods, όντας τμήμα κι αυτοί της ευρύτερης heavy rock σκηνής που ανδρώθηκε μυστικά και ήσυχα στον απόηχο των εναλλακτικά σκληρών 1990s, με κύριο ελληνικό σημείο αναφοράς τους Nightstalker. Όπως λοιπόν και οι περισσότεροι συγγενείς τους, «το έχουν» πολύ με το ζωντανό, μα υστερούν σε πρόταση όταν μπαίνουν στο στούντιο. Το Jackhammer θα αρέσει σε όσους γουστάρουν heavy rock, σε όσους μεγάλωσαν με στοουνεράδες, έλιωσαν στο παίξιμο τους Monster Magnet, πωρώθηκαν με τους Kyuss κι ακολουθούν τα νεότερα γκρουπ που κρατούν ζωντανή τη desert/stoner φλόγα. Αλλά, αν το κοιτάξεις έξω από τα πλαίσια του συγκεκριμένου (μικρο)κόσμου, δεν έχει να προσθέσει κάτι στην όλη καταγεγραμμένη εμπειρία. Είναι απλά μια αντανάκλασή της, made-in-Greece.
Εδώ βέβαια μπορεί να ξεκινήσει μια τεράστια και ατελείωτη κουβέντα για την αγγλόφωνη ηλεκτρική έκφραση στην Ελλάδα, με πολλές παραμέτρους. Μία από τις οποίες, αφορά άμεσα και τον Τύπο. Γιατί, επανδρωμένα στην πλειονότητά τους από άτομα με ισχυρές indie pop-rock συμπάθειες (όπως και στο εξωτερικό), τα εγχώρια sites/περιοδικά/πολιτιστικά ένθετα εφημερίδων προσπάθησαν να στηρίξουν μια συγκεκριμένη φάση που ποτέ δεν περπάτησε σε συναυλιακό επίπεδο, χάνοντας από το ραντάρ ότι εγχώρια σκηνή δημιούργησε τελικά μια άλλη «φυλή». Οι Cellar Dogs, επομένως, δικαιούνται κάπου να αδιαφορούν για τις «εκτός φάσης» γνώμες: πού ήταν όλοι αυτοί, όταν; Αν πάντως δεν επιλέξουν να το δουν σεχταριστικά, όσο αλήθεια είναι πως ο Τύπος μερολήπτησε και τρέχει τώρα να δείξει φίλα προσκείμενος στα σκληρά γκρουπ που κάνουν sold-out στο Gagarin και γκρεμίζουν την Ιερά Οδό, άλλο τόσο αληθεύει πως η indie φάση έχει να επιδείξει τους δίσκους, ενώ η heavy φάση κερδίζει το ματς στα live.
Ας μην πλατειάζουμε, εντούτοις. Γιατί κάπου είναι και άδικο να ζητάς από τους Cellar Dogs να βγάλουν εκείνοι τα κάστανα της σκηνής τους από τη φωτιά, γκρουπ με μόλις 3 χρόνια ζωής, δραστηριοποιούμενο στην περιφερειακή για τις διεθνείς εξελίξεις Αθήνα. Είναι άλλωστε μια άξια μπάντα, που παίζει μπάλα με βάση τους επικρατούντες όρους χωρίς να τους αμφισβητεί, το διασκεδάζει εμφανώς και κάνει κι εσένα να διασκεδάζεις. Δεν είναι και λίγο, για ξεκίνημα. Επειδή όμως ένα τέτοιο συγκρότημα θα έχει σίγουρα και συνέχεια, η κριτική οφείλει να το θέσει αντιμέτωπο και με το αν μπορεί να βάλει τη δικιά του πινελιά σε όσα αγαπά, πέρα από το να ακολουθεί επιτυχώς τις κυριαρχούσες νόρμες τους.
{youtube}Jwf9QsuFdPo{/youtube}