Οι γνωρίζοντες καλά τους εν Ελλάδι μουσικούς παράδρομους, θαμώνες οι ίδιοι σε χώρους όπως οι Knot Gallery, Bios και 1ος Όροφος, ίσως να ’χουν συναντηθεί κάπου με τον Γεώργιο Καραμανωλάκη. Στο οπτικοακουστικό πρότζεκτ “Cinematheque Audio Visual” με τον Τάσο Στάμου, σ’ ένα ακόμη με τον Ιάπωνα Hiroshi Hasegawa αφιερωμένο στα σύνθι EMS (όπως δεν μας τα ’δωσε ο Jean-Michel Jarre), σε κάποια άλλη –από κάμποσες– βραδιά.
Ο Καραμανωλάκης δεν ενσκήπτει απλά στον αναλογικό ήχο. Ή τουλάχιστον δεν το κάνει όπως το καταλαβαίνουμε ή το φανταζόμαστε. Εντυπωσιάζει δίχως άλλο το ότι προβαίνει σε μια ριζική, θα τη χαρακτήριζα, επανατοποθέτηση, απόρροια πειραματισμού, ψαξίματος, ιδεών και μεγάλης αφοσίωσης. Τα εργαλεία στον πάγκο του γράφουν στις φίρμες Ronald, Casio, Korg, κι άντε η εγγύτερη στο σήμερα επιλογή του να ’ναι το Game Boy της Nintedo (εμφανέστατο στο "Για Πάντα", τελευταίο τρακ). Είναι κι ο μόνος Νεοέλληνας που απ’ όσον είμαι σε θέση να γνωρίζω ανέσυρε απ’ τη σοβιετική κληρονομιά τη Lell. Σαν και τώρα θυμάμαι όταν κατά τη διάρκεια ενός σερφαρίσματος σκοτωμένης ώρας έπεσα σ’ έναν τύπο που τριγκάριζε ένα δικάναλο UDS μέσα από ένα Korg, οδηγώντας αλλού τόνο και θόρυβο. Ο Γεώργιος Καραμανωλάκης κάνει το ίδιο –μάλλον μέσω του TR-505 της Ronald, αν κρίνω απ’ την εργαλειοθήκη του στη σελίδα των Οδός 55 στο SoundCloud– χορηγώντας στο προκείμενο σετ θορυβώδεις, παλμικές ενέσεις.
Οι Οδός 55, ντουέτο απ’ το ’10 (έτερο ήμισυ του Καραμανωλάκη ο Ηλίας Σηφάκης, με συνεισφορά αντίστροφη της πολυλογίας που του επιφυλάξαμε σήμερα), είναι μια προσπάθεια ό,τι ειπώθηκε παραπάνω να πάρει φόρμα τραγουδιού. Οι γενικοί κανόνες ύφους καθιστούν αδύνατη κάθε άλλη τροχοδρόμηση περιγραφής τού αποτελέσματος πέρα απ’ τα 1980s. Κι αφού το υπερβολικό ενδιαφέρον που τους δίνεται τελευταίως, στο όριο καθαυτή η πράξη να ακυρωθεί ως μόδα, αδιάφορο πώς μα αποφεύγει να τα λέει, ας πούμε και δυο λόγια για τα εγχώρια εξ αυτών:
Η χρονομηχανή, λοιπόν, εξόν της επιστημονικής φαντασίας γοητεία της, αυξάνει αρκετά αυτό που μεταξύ μας λέμε «λούστρο». Δεν μπορεί, εντούτοις, να κάνει θαύματα. Πολλώ δε μάλλον να δώσει ανάστημα όπου αρχικώς δεν υπήρχε. Φερειπείν, οι έχοντας ζήσει την περίοδο ξέρουμε ήδη πως δεν θυμάται άνθρωπος τους Παρθενογένεσις ως πολύ ιδιαίτερους, ότι μετά τον ενθουσιασμό απ’ τα Κειμήλια μείναμε με αμήχανο χαμόγελο ακούγοντας την Υπέρβαση, ότι απ’ τους Αντί κρατήσαμε το όλον που από τότε ευχόμασταν να το αποκτήσουμε κάποτε και σε δίσκο… Και για την ώρα τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έχει να κάνει με την Ειρκτή, ίσα-ίσα.
Τρόπο το Οδός 55 να μην κατηγοριοποιηθεί εν καιρώ, ακόμη και με οντολογικούς όρους, ως άλμπουμ αναβίωσης με προδιαγεγραμμένη μοίρα, δεν βλέπω. Ωστόσο, ένας τέτοιας ευκολίας πραγματισμός μάλλον το αδικεί στο ουσιαστικό του μέρος. Οι Οδός 55 επιλέγουν συνειδητά να κουβαλήσουν όλα τα συν και πλην κάποιων καιρών όπου τα μέσα ήταν σαφώς πιο περιορισμένα, αλλά το συναίσθημα ήταν ανακόλουθα πιο έντονο κι ασφαλώς βαθύτερο. Επιλέγουν να μην διατυπώσουν –έστω κι υπόρρητα– αίτημα προς αλλαγή, αφήνοντας το πανκ να ’ναι πανκ. Ευθέως, με το εξαιρετικό εναρκτήριο "Αττική-Βικτώρια", ξεκαθαρίζεται το πού και πώς θα κινηθούμε πιστά για τα επόμενα περίπου 45’. Στα παλιά γκρουπ, ακόμη και στις δυστροπικές της πτυχές, η ελληνική γλώσσα αποκρυσταλλώθηκε ως προσόν. Οι Οδός 55 εμβολίζουν αυτήν τη σιγουριά κι ας διαφωνούμε εμείς: στον δίσκο τους η φωνή υπόκειται ακατάπαυστα σε επεξεργασίες –delay, vocoder, echo, voice changer software κι οτιδήποτε άλλο διατίθεται σχετικώς. Αυτό είναι μέρος μιας ευρύτερης θέσης, αλλά επίσης μιξάρεται και χαμηλότερα ώστε σε σημεία να δυσκολεύεται κανείς να καταλάβει τους στίχους.
Μολαταύτα, η εν λόγω τραγουδοποΐα –πεντακάθαρα αστικής έμπνευσης– είναι σπουδαία έξω από αυστηρές φαινομενολογίες, αποτυπώνοντας μια άνεση που επουδενί δεν την αποκαλείς διαχειριστική και μόνον. Αν θέλουμε να της λογίσουμε λάθος, αυτό θα ’ναι στην ίδια της την υπόσταση, στην επικεφαλίδα της που αδυνάτισε με τα χρόνια, μα τέτοια λάθη στη μουσική δεν υπάρχουν. Μπορεί τελικά τούτο ακριβώς να θεωρηθεί ως το μη αναμενόμενο συμπέρασμα, αλλά πάντως το συμπέρασμα για εδώ; Βεβαίως. Μπορεί αυτοδικαίως να ’ναι κι αρκετό για αποφάσεις; Φυσικά και ναι. Οπότε οι βινιλιόφιλοι ας καθαρίσουν τις βελόνες, οι κομπιουτεράκηδες ας κατεβάσουν τα αρχεία σε wav, οι του CD, λυπάμαι, ας θεωρήσουν εαυτούς τούς ριγμένους, συμβαίνει πάντα να ’χουμε και μερικούς που χάνουν.
{youtube}Z7e5b3amQO4{/youtube}