Πατρίδα χωρίς παράδεισο θα μπορούσε να σημαίνει ένα τυχαίο «εμείς», ένα απλό πληθυσμιακό άθροισμα μακριά από κάθε είδους πραγμάτωση και κάθε αξίωση να μετουσιωθεί σε λαό –ή τέλος πάντων σε μία ορισμένη, αυθύπαρκτη οντότητα. Παρά μόνον συνιστά μια πατρίδα δίχως αφετηρία, δίχως κοινά νοήματα, δίχως κατεύθυνση και σκοπό. Σκόρπια και μπερδεμένη, έρμαιο της ιδιοτέλειας και ανήμπορη έστω και να φαντασιωθεί έναν «παράδεισο» –να αρθρώσει έναν κάποιο κοινό στόχο.

Είναι σκοτεινό το τοπίο που σκιαγραφεί εδώ ο Μανώλης Γαλιάτσος. Και η αλήθεια είναι πως δύσκολα θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, τη στιγμή που δηλωμένος στόχος ολόκληρης της τριλογίας (την οποία κλείνει το συγκεκριμένο άλμπουμ) είναι να καταγράψει σκέψεις και σχέσεις της κοινωνικής μας πραγματικότητας. Να καταγράψει, δηλαδή να δημιουργήσει μουσικές δομές, συμβολισμούς στους οποίους να αντανακλάται τόσο αυτό το κοινωνικό γίγνεσθαι, όσο και η ξεκάθαρη θέση του δημιουργού μέσα του. Είναι επόμενο ο χαρακτήρας αυτής της μουσικής να υπαγορεύεται από τις ίδιες τις έννοιες που θέλει να περιγράψει και από τον χρωματισμό που επιθυμεί να προσδώσει σε αυτές. Εξ ου και κατά περίπτωση είναι μελαγχολικός, θυελλώδης, νοσταλγικός ή φέρων την ελπίδα.

Δεν είναι κάτι απλό να μεταφέρεις τέτοιο φορτίο στις νότες. Ο Γαλιάτσος  χρησιμοποιεί εδώ μια ορχήστρα 18 μουσικών (του ιδίου συμπεριλαμβανομένου), ώστε να αποκτήσει πρόσβαση σε μια ευρεία γκάμα εκφραστικών οδών. Πότε λοιπόν βασίζεται στα οκτώ πνευστά, πότε στο υπέροχο κουαρτέτο εγχόρδων, άλλοτε σε τελετουργικά τύμπανα, σε μία διαπεραστική ηλεκτρική κιθάρα ή σε ένα παγερό ηλεκτρικό μπάσο· πότε κινείται σε κλασικότροπα μονοπάτια, άλλες φορές αναδύει (μέσω του μαντολίνου) χατζιδακικούς χρωματισμούς, μεταφέρει ακόμα και αγριεμένα εμβατήρια στην καταληκτική σύνθεση.

Μολονότι υπάρχει αυτή η «ευχέρεια» των πολλών οργάνων, οι ενορχηστρώσεις του Γαλιάτσου στηρίζονται περισσότερο σε μία οικονομία των μέσων: το αποτέλεσμα δεν γίνεται σε κανένα σημείο πομπώδες, δεν φορτώνεται με αχρείαστο μουσικό βάρος. Σε αντιστοιχία και τα λιτά θέματα πάνω στα οποία βασίζεται ο δίσκος. Θέματα που δεν στοχεύουν σε μία περίπλοκη μελωδική ανάπτυξη, αλλά στην αποτελεσματική αλληλοεπικάλυψή τους. Ίσως (για να καταφύγω και σε μια σύγκριση), η Πατρίδα Χωρίς Παράδεισο να υστερεί ελαφρά σε σχέση με το 2011: Εδώ, Έξω σε αυτό ακριβώς το κομμάτι της σύνθεσης. Αισθάνομαι όμως πως επωφελείται από μια μεγαλύτερη –ή έστω ευκρινέστερα εκφρασμένη– συναισθηματική ένταση και ως εκ τούτου δείχνει να απηχεί στο σημερινό γενικότερο περιβάλλον με περισσότερη καθαρότητα. Μαζί με μία διαυγή παραγωγή, οι συνθέσεις του δίσκου έχουν ακριβώς ό,τι χρειάζεται ώστε να αναδειχθεί η δραματουργία τους σε όλη της την πληρότητα.

Το τοπίο του Γαλιάτσου (όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως) είναι σκοτεινό, εικόνα μίας παρακμής. Καταφέρνει όμως να διατηρήσει μια ελπίδα, μια πίστη σε βασικά, ανθρώπινα αντανακλαστικά. Σε μια πατρίδα, ας πούμε, ιδωμένη ως “Αηδονολαλιά” όπως στο εναρκτήριο μελοποιημένο ποίημα του Γιώργου Σαραντάρη (τη μόνη τραγουδιστική στιγμή του δίσκου) ή ως μια συντροφικότητα:  “Η Πατρίδα Μου Εσύ Είσαι –Κι Ένας-Δυο… Κι Άλλοι Πέντε”, λέει ο συνθέτης σε έναν από τους ποιητικούς του τίτλους. Έπειτα είναι και μια διαρκής και γόνιμη αναζήτηση της μελωδικότητας που προβάλλει με δυναμική σχεδόν ιαματική. Σαν για να σου αφαιρέσει λίγο από το βάρος των συμφραζομένων· σαν για να σου υπενθυμίσει πως ακόμα και μέσα στη βαθύτερη σκοτεινιά μπορείς να βρεις το φως (ένα φως). Αρκεί να ξέρεις προς τα πού να κοιτάξεις.

Η (σχεδόν) ωριαία αλληλουχία νότων και σκέψεων φορτώνεται απολύτως αποτελεσματικά το συναισθηματικό της φορτίο. Γι' αυτό και θεωρώ εξαιρετική δουλειά την Πατρίδα Χωρίς Παράδεισο του Μανώλη Γαλιάτσου. Ακόμα κι αν δέχομαι το ενδεχόμενο η δύναμη του μεταφερόμενου μηνύματος να υπερκαλύπτει (ή έστω να προκαταβάλλει) τις όποιες ορθολογικές μουσικολογικές κρίσεις μπορεί κανείς να εξάγει.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured