Μου κέντρισε την περιέργεια αυτή η νέα δουλειά των αδελφών Κατσιμίχα, η πρώτη μετά από 12 χρόνια. Σκεφτόμουν πως, ακόμα και υπό τις συντηρητικότερες των προσεγγίσεων, η μουσική του Χάρη και του Πάνου θα έπρεπε να κάνει σημαντικά βήματα υπέρβασης της μπαλανταδόρικης φύσης της, εάν επιδίωκε στ’ αλήθεια να συναντηθεί με την αντισυμβατική ποίηση της γενιάς των μπητ. Εξ ορισμού λοιπόν, ο δίσκος θα χρειαζόταν κάτι παραπάνω από ένα ξεσκόνισμα του παλαιότερου μουσικού εαυτού τους, μία περισσότερο ευρεία σκέψη.
Τηρουμένων των αναλογιών, οι αδελφοί Κατσιμίχα του Beat Poetry αντεπεξέρχονται στην πρόκληση που οι ίδιοι θέτουν. Στο πεδίο της μουσικής επιτέλεσης ο κυρίαρχος τόνος δίνεται από τις «απλωτές» γραμμές των συνθεσάιζερ, με τα πνευστά ή τις κιθάρες να προσθέτουν κατά περίπτωση τις αφαιρετικές προεκτάσεις. Μια αναλογικής υφής ηλεκτρονική βάση, πασπαλισμένη με οσμές ψυχεδέλειας και όλα αυτά μέσα σε ένα μουσικό σώμα ξεκάθαρης ροκ νοοτροπίας και «κατσιμιχαίικων» αναμνήσεων.
Το παραπάνω πεδίο –και ο τρόπος με τον οποίον λειτουργεί– μπορεί να μην εξάγει τα σπουδαία αποτελέσματα και να μην διεκδικεί ιδιαίτερα ερείσματα στη συγχρονικότητα, είναι όμως ικανό να παράγει τα δικά του νοήματα· να προσφέρει μια στέρεα μουσική αφήγηση, ώστε να πατήσει πάνω της η άλλη, η λεκτική. Οι απαγγελίες των ποιημάτων της γενιάς των μπητ (εδώ διά χειρός Ginsberg, Burroughs, Norse, Corso και Bukowski), στέκονται γενικώς σε καλό επίπεδο, αν και περιστασιακά ίσως ηχούν κάπως αποστασιοποιημένες και «κρύες».
Υπάρχουν πάντως οι στιγμές όπου οι δύο αφηγήσεις (μουσική και λεκτική) διαπλέκονται ευφυώς. Το εναρκτήριο “Όνειρο Του Κατμαντού”, για παράδειγμα, φτιάχνει εξαιρετικά το κλίμα με την ομιχλώδη εισαγωγή του, τη βραχνή απαγγελία του Χάρη και το τελικό ξέσπασμα με τις φαζαριστές κιθάρες και τα στριγκλίσματα των ζουρνάδων του Πέτρου Ταμπούρη. Το ηλεκτρισμένο μπλουζ του Γιάννη Σπάθα στο “Ουρλιαχτό” ή η όμορφη μελαγχολία στο “Καρδιά Στο Κλουβί”, είναι άλλα δύο εξαιρετικά παραδείγματα.
Δεν λείπουν βέβαια και κάποιες αστοχίες ή αναχρονισμοί. Κάποιες, ας πούμε, φορές όπου το φλερτ με τα συμφραζόμενα του new age γίνεται εντονότερο ή άλλες όπου στο –έτσι κι αλλιώς απομακρυσμένο από τη σύγχρονη έκφραση– μουσικό τοπίο, προστίθεται μία κάπως επίπεδη παραγωγή, η οποία κατά περιόδους αποδεικνύεται ανίσχυρη. Η θέληση, τέλος, των αδερφών Κατσιμίχα να εμπλέξουν στο όλο κόλπο και την τραγουδιστική μπαλάντα, αν και γίνεται λίγες φορές, φαίνεται κάπως βεβιασμένη και ατυχής ως επιλογή.
Εν ολίγοις, το Beat Poetry δεν στοιχειοθετεί κάποια θριαμβευτική επιστροφή. Ούτε όμως και μια αποτυχία. Οι αδελφοί Κατσιμίχα αποδεικνύουν μέσω αυτού ότι έχουν λόγο ύπαρξης στην Ελλάδα του 2012. Ακόμα κι αν πλέον ηχούν ελαφρώς «παλαιομοδίτες», οι επιλογές των ποιημάτων τους κάνουν κατά διαστήματα επίκαιρους: ακούστε/διαβάστε λ.χ. τα δύο ποιήματα του William S. Burroughs που «συγχωνεύονται» εδώ στο “Απατεώνες Του Κόσμου” ή το “Καρδιά Σαν Κλουβί” του Charles Bukowski. Μπορεί επί της συνολικής επιτέλεσης να διατηρώ τις προσωπικές μου ενστάσεις, καταλαβαίνω όμως ότι η υλοποίηση του σχεδίου των Κατσιμιχαίων είναι πλήρης και με μια κάποια ουσία.
Υ.Γ.: Η πλούσια έκδοση με την οποία κυκλοφορεί το CD καταμετράται επίσης στα συν. Μέσα σε αυτή βρίσκει κανείς ένα σημείωμα των δύο δημιουργών, τους στίχους των ποιημάτων και πληροφορίες (βιογραφικές και άλλες) περί των σημαινόντων προσώπων του εν λόγω λογοτεχνικού κινήματος.
{youtube}Y1Z7A5IBf2k{/youtube}