Μοιάζει να χάθηκε η μαγεία από τις Μαγγανείες του Θανάση Παπακωνσταντίνου και του Γιάννη Χαρούλη στη διαδρομή της τρίχρονης παρελκυστικής διαδικασίας παραγωγής και κυκλοφορίας της πολυαναμενόμενης αυτής δισκογραφικής δουλειάς. Οι προσδοκίες που γέννησε η συνεργασία (μερικώς) διαψεύστηκαν τελικά, ενώ η δυναμική των τραγουδιών, όπως είχε αναδειχθεί στις πρώτες ζωντανές εκτελέσεις, περιορίστηκε με τον χρόνο, κάνοντάς τα να φθάσουν γηρασμένα από την αναμονή και τη δοκιμασία των τριών χρόνων δισκογράφησής τους.
Κατέστη νομίζω προφανής η ετεροβαρής αφοσίωση και επένδυση των δύο καλλιτεχνών σε αυτή τη συνεργασία, τόσο από το παρασκήνιο της ηχογράφησης, όσο και από το τελικό αποτέλεσμα. Ο μεν Θανάσης Παπακωνσταντίνου λειτούργησε μάλλον διεκπεραιωτικά, βασιζόμενος σε απομεινάρια ποιητικού και συνθετικού οίστρου από παλαιότερες εποχές• ο δε Γιάννης Χαρούλης, προσδοκώντας την ερμηνευτική του ωρίμανση και τη διεύρυνση της καλλιτεχνικής του αποδοχής, επένδυσε όλη του την ορμή και θετική διάθεση.
Οι συνθέσεις βρίσκονται σε ικανοποιητικό επίπεδο, διατρέχοντας το έντεχνο και το παραδοσιακό τραγούδι και εμπλουτιζόμενες ενορχηστρωτικά από μια ποικιλία μουσικών οργάνων. Τρία τραγούδια τα ακούμε μάλιστα σε επανεκτέλεση: το “Ραμόν” (πρωτοηχογραφήθηκε από τον Διονύση Σαββόπουλο στον Σαμάνο), την "Ουρά Του Αλόγου" (το είχε πρωτοπεί η Φένια Παπαδόδημα) και το παραδοσιακό "Μια Μάνα Που 'Χε Ένα Γιο" (το γνωρίσαμε από τη Μελίνα Κανά). Από το νεότερο υλικό, πάλι, ξεχωρίζουν οι “Άγιοι”, ο “Ακίνητος” και η “Πρώτη Άνοιξη”, παρότι ανήκουν στα χαμηλότονα του δίσκου. Οι στίχοι όμως του Παπακωνσταντίνου –αναγνωρίσιμοι ακόμα και στους ελάχιστα μυημένους στη καλλιτεχνική του διαδρομή– δεν προσεγγίζουν τις σημαντικές δουλειές που άφησε πίσω του, στην κορύφωση της διαδρομής του. Για τον Χαρούλη, ωστόσο, αποτελούν σαφώς το καλύτερο υλικό που κλήθηκε να ερμηνεύσει σε σχέση με τα στιχουργήματα των προηγούμενων εργασιών του, τα οποία ήταν αισθητά κατώτερης ποιότητας. Και είναι ακριβώς οι ερμηνείες του που ξεχωρίζουν στις Μαγγανείες, αποτελώντας το δυνατό σημείο του δίσκου: διακρίνονται από ιδιαίτερη μεστότητα και εκφέρονται από μια καθαρή φωνή, με ιδιαίτερη χροιά, χρωματισμένη από το κρητικό γλωσσικό ιδίωμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η νέα πνοή που πέτυχε να φέρει στην “Ουρά Του Αλόγου”.
Με την αποδοχή του να διευρύνεται διαρκώς –εν μέρει δικαιολογημένα, γιατί έχει ικανότητες, εν μέρει υποβοηθούμενη και από μια επικοινωνιακή έκρηξη– ο Γιάννης Χαρούλης επένδυσε πολλά στις Μαγγανείες, αναμένοντας ίσως να εδραιώσουν την παρουσία του στη σύγχρονη μουσική σκηνή. Όχι όμως και ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο οποίος συνείσφερε μέτριο υλικό και μένει τελικά ως ο πιο εκτεθειμένος αυτής της συνάντησης. Συνολικά, λοιπόν, ο δίσκος αποδεικνύεται κατώτερος των προσδοκιών που γέννησε.
{youtube}SYTX__Dd_nE{/youtube}