Ο Παναγιώτης Λάλεζας είναι όχι μόνο μια χαρακτηριστική φωνή στο παραδοσιακό τραγούδια, αλλά κι ένας χαρισματικός ερμηνευτής (διαφορετικά πράγματα αυτά τα δύο, όσο και αν κάποιοι πεισματικά επιμένουν ότι πρόκειται για ένα και το αυτό). Το έχει αποδείξει πολλάκις τα τελευταία χρόνια τόσο σε προσωπικές κυκλοφορίες, όσο και σε συνεργασίες (με τελευταία τη θαυμάσια τη συμμετοχή του στο αξέχαστο “Αερόπλανο”, το οποίο διασκεύασε πέρυσι στον προσωπικό της δίσκο η Αρετή Κετιμέ).  Οι περγαμηνές του είναι λοιπόν αρκετές, οπότε και του επιτρέπεται το εδώ πείραμα. Διότι, όπως και να το κοιτάξουμε, περί πειράματος πρόκειται. Όχι πρωτόφαντο μα στα σίγουρα σπάνια θα ακούσετε στεριανούς (και μάλιστα με αδυσώπητα ξεκάθαρη την καταγωγή αυτή στο λαρύγγι τους) να θέλουν να ερμηνεύσουν ανθούς της θαλασσινής μουσικής κουλτούρας.  Είναι δύσκολο αυτό που προσπαθεί να κάνει ο Παναγιώτης Λάλεζας στο Οι Φίλοι Όταν Σμίξουνε (προσοχή: δεν αποπειράται να γεφυρώσει). Παίρνει τα παιξίματα μιας ομάδας προικισμένων μουσικών και με οδηγό την πολυε6τή πείρα του πάνω στη μεταφορά και εκφορά του παραδοσιακού τραγουδιού παραδίδει μία νέα χώρα και γαία. Παράξενη μεν, αληθινότατη δε. Και αυτό διότι –προς τιμήν του– δεν ποντάρισε πάνω σε κάποια παραγωγή η οποία θα εκχυδάιζε τα παραδοσιακά αυτά τραγούδια από την Κύθνο, τη Μύκονο και τη Νάξο (για να αναφέρω μερικά από τα μέρη καταγωγής ετούτης της ανθολόγησης), μήτε προσπάθησε να πάρει τα πλέον γνωστά ώστε να προσδοκά ότι θα συμπεριληφθεί σε λίστες με all time classics για δεξιώσεις γάμων σε ξενοδοχεία, πανδοχεία και ταβέρνες ανά την επικράτεια. Για όσους δεν το ξέρουν, υπάρχει μία σέκτα του ελληνικού τραγουδιού που λειτουργεί με μια πιουριστική διάθεση απέναντι στο αντικείμενο. Και ο Λάλεζας απέδειξε ότι ανήκει σε αυτήν, για άλλη μια φορά. Δόξα τω Θεώ δηλαδή! Το αποτέλεσμα θα σας ξενίσει στο πρώτο άκουσμα. Τα τραβήγματα της φωνής του Λάλεζα δεν είναι συνηθισμένα στα γρήγορης ανάδευσης νησιώτικα δημιουργήματα. Ως εκ τούτου, ο δίσκος μπιστάει στην πρώτη ακρόαση, χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει πάντως ότι δεν αφήνει άμεσα να φανούν και τα χαρίσματά του –όπως ο χειρισμός των οργάνων που αναφέραμε παραπάνω, ή η συμπαθητική ηχοληψία (με ενδοιασμούς όμως στη μίξη εκ μέρους μας). Προσωπικά μόλις στο 6ο με 7ο άκουσμα του δίσκου άρχισα να αντιλαμβάνομαι όχι μόνο ότι με ευχαριστεί αφάνταστα το αποτέλεσμα, αλλά και το μέγεθος της δουλειάς που έχει εντοιχίσει ο Παναγιώτης Λάλεζας Γιατί αντί να χτίσει ο διακεκριμένος ερμηνευτής μια γέφυρα μεταξύ των δύο τόπων, της στεριάς και του ύδατος, προτιμά να δημιουργήσει μία νέα γαία, όπου και τοποθετεί μουσικούς και εαυτόν έτοιμους προς ακρόαση και κρίση.   Θα μου επιτρέψετε να σταθώ, εν κατακλείδι, σε δύο τσακιράτες στιγμές του Οι Φίλοι Όταν Σμίξουνε. Η πρώτη είναι τα “Άσπρα Ποδάρια”, το παραδοσιακό αυτό τραγούδι από την Κέα με το εξαίρετο βιολί του Μανόλη Κόττορου (ο οποίος, μαζί με τον Λάλεζα, έχει και τη γενική μουσική επιμέλεια του δίσκου). Η δεύτερη είναι στο ναξιώτικο “Κοτσάτος Απειράνθου”, σημείο αισθητικής απογείωσης, με όχημα την τραχιά τσαμπούνα του Τάσου Βιτζηλέου –ουδόλως τυχαίως ακούγεται ο Λάλεζας να αναπολεί τους παλαιότερους καιρούς, όταν η συχνοτική πανδαισία του αρειμάνιου και αψιού κατσικοδέρματος όριζε τη μνήμη και την πολιτισμική ραχοκοκαλιά του τόπου αυτού γενικότερα και όχι αυστηρώς τοπικιστικά. Στα σαφέστατα πλην η φτωχή –αν και όχι ακριβώς κακή– αισθητική του εξωφύλλου-εσωφύλλου, η οποία προσπαθεί να απευθύνει τον Λάλεζα ακριβώς σε αυτούς που δεν θα τον εκτιμήσουν μα θα προτιμήσουν, αντιθέτως, το άμεσα καταναλώσιμο κυνονησιώτικο.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured