Βουτιά στο παρελθόν, συγκεκριμένα στη δεκαετία του 1980, όπου τα φουσκωτά μαλλιά και οι βάτες ήταν η τελευταία λέξη της μόδας, όπου η dark και new wave μουσική ήταν ακόμα underground – αλλά όχι με τη σημερινή, τρέντυ χροιά που έχει αποκτήσει η λέξη... Οι South Of No North εμφανίστηκαν τότε στο προσκήνιο ως ένα πολλά υποσχόμενο νέο ελληνικό σχήμα. Πόσο πολλά υποσχόμενο, όμως, δεν είχε ιδέα κανείς. Κάποιοι τους αποκάλεσαν τους Έλληνες Bauhaus. Προσωπικά δεν δηλώνω φαν τέτοιων συγκρίσεων, ειδικά όταν τα αντικείμενα της σύγκρισης είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους. Η μπάντα αυτή, όμως, παραμένοντας το ίδιο αγαπητή σήμερα όσο και πριν 25 χρόνια (και ίσως πιο πολύ), με τα τραγούδια της να ακούγονται και να χορεύονται ακόμα στα post-punk και darkwave στέκια της Αθήνας (και όχι μόνο), έχει σιγουρέψει τη θέση της ανάμεσα στα «θρυλικά» ελληνικά συγκροτήματα. Και επειδή τα άλμπουμ της δεν ήταν, μέχρι πριν κάποια χρόνια, διαθέσιμα παρά μόνο σε συλλεκτικά βινύλια, η Dead Scarlet είχε την ιδέα να τα επανακυκλοφορήσει ένα-ένα σε CD – μια πολύ σωστή κίνηση, η οποία έδωσε και το έναυσμα στους νεότερους να τους γνωρίσουν καλύτερα. Στα χέρια μου έχω λοιπόν τη digipack επανέκδοση του τρίτου δίσκου τους, του ομώνυμου South Of No North του 1989, με το αγοράκι στο εξώφυλλο, όπου έχουν συμπεριληφθεί και δύο βιντεάκια – το κλιπ του “Pro Cabaret” και μια live εκτέλεση του “Sha La La”. Αρχικά, ακούγοντας το άλμπουμ με την παρούσα tracklist, σχημάτισα την εντύπωση πως μάλλον θα έπρεπε να έχει επιλεγεί άλλο κομμάτι για εναρκτήριο, αντί του “Silver Rain” – ίσως το “Angel” ή το “Something Good”. Μετά, όμως, από πολλές ακροάσεις, η εισαγωγή μού ακούγεται ιδανική. Παράξενο; Ένα είναι το σίγουρο. Ακούγοντας το άλμπουμ, μαζί με την αναπόφευκτη νοσταλγία-καημό για τις εποχές που έχω χάσει, έρχεται και μια πλημμύρα συναισθημάτων με ό,τι αυτά συνεπάγονται: ρομαντισμός, μελαγχολία, πόνος, έρωτας, ελπίδα, ξεπεσμός, εγκατάλειψη, εξαθλίωση, απώλεια του εαυτού εξαιτίας του Άλλου. Τα κομμάτια είναι ένα κι ένα, αν έπρεπε όμως να διαλέξω θα έβαζα με τη σειρά τα εξής: το “Pro Cabaret”, με τις συνεχείς αλλαγές του, το αγαπημένο “Sha La La” και το “Angel”. Και το “Death By Stereo”. Φυσικά και το “House Of Breath” (τελικά η επιλογή κατέστη αδύνατη!), το οποίο και κλείνει το δίσκο. Τον κλείνει μάλιστα αφήνοντας μια γεύση πικρίας, μέσα σε μια ατμόσφαιρα δραματική, σχηματισμένη από τις μελωδικές κιθάρες και τα keyboards σε συνδυασμό με τη βαθιά φωνή του Ανδρέα Γρηγοριάδη, το πάθος στην ερμηνεία του και τους βγαλμένους από τη ζωή στίχους. Εδώ να γίνει και μια σημείωση σχετικά με το όνομα του συγκροτήματος. Οι South Of No North βαφτίστηκαν από το ομότιτλο βιβλίο του Τσαρλς Μπουκόφσκι, αλλά με μια βασική διαφορά: ναι μεν στο βιβλίο περιγράφονται οριακές καταστάσεις στις ζωές ατόμων ξεπεσμένων στο ποτό, στον τζόγο, στα ναρκωτικά και σε οτιδήποτε εκμηδενίζει την ανθρώπινη ύπαρξη, λείπει όμως ο λυρισμός που έχει το συγκρότημα, ο όμορφος τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει τις ιστορίες του. Αντ’ αυτού, η γραφή του Μπουκόφσκι είναι ξερή, χωρίς κανένα στολίδι και στα όρια του χυδαίου.  To oμώνυμο αυτό άλμπουμ των South Of No North αποτελεί κατά γενική ομολογία το καλύτερό τους, μαζί με το Fell Frozen. Αν, μάλιστα, την εποχή που γράφτηκε υπήρχαν και οι σύγχρονες μέθοδοι ηχογράφησης το αποτέλεσμα θα ήταν αψεγάδιαστο. Από την άλλη βέβαια, ο παλιωμένος ήχος ενός 1980s άλμπουμ μπορεί να είναι κι αυτός που τελικά προσδίδει την όλη μαγεία στο άκουσμά του. Μπορεί έτσι τα μαλλιά των μελών της μπάντας στις φωτογραφίες να φαντάζουν στις μέρες μας αστεία και να μην έχουν πια πέραση, ευτυχώς όμως δεν ισχύει το ίδιο και για τη μουσική τους.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured