«Με τον ίσκιο μου σα μετρήθηκα, των ανθρώπων τα πάθια τα φοβήθηκα», μας τραγουδάει στον νέο του δίσκο ο Σωτήρης Δογάνης. Στα σίγουρα πάντως δεν φοβήθηκε να αναμετρηθεί με το ειδικό βάρος του λεγόμενου έντεχνου τραγουδιού – το οποίο έχει αποδειχθεί δυσβάσταχτο για τους νεότερους εκπροσώπους του στην τελευταία δεκαετία – ούτε και σκιάχτηκε από τον «κρητοέντεχνο» νεοπαραδοσιακό συρμό, ώστε να αποπειραθεί να κρύψει τις κρητικές του (εκ Ρεθύμνου) καταβολές και ερεθίσματα. Γι’ αυτό και βγαίνει νικητής, καταθέτοντας έναν δίσκο που έχει κάτι να πει στο βαλτωμένο ηχητικό πεδίο όπου διάλεξε να κινηθεί. Χωρίς να καινοτομεί ή να βρίσκει τη μαγική φόρμουλα της προς τα εμπρός κίνηση, ο Δογάνης μας θυμίζει Στη Μοναξιά Του Πλήθους πώς θα έπρεπε να έχει το συγκεκριμένο είδος ελληνικού τραγουδιού.  Βέβαια, ο καλλιτέχνης δεν στέκει μόνος σε αυτό το ταξίδι. Μερίδιο της ευθύνης για το καλό αποτέλεσμα φέρουν οι κύριοι συνοδοιπόροι του στον δίσκο, ο Μιχάλης Τερζής στη σύνθεση, η Άννα Μπιθικώτση στους στίχους και ο Μιχάλης Νικολούδης στις ενορχηστρώσεις. Προσωπικά μάλιστα με εξέπληξαν (ευχάριστα) οι δύο Μιχάληδες της υπόθεσης. Δεν τους παραγνωρίζω, ούτε αγνοώ κάποιους σημαίνοντες σταθμούς της δισκογραφίας τους, νιώθω όμως ότι εδώ και χρόνια δεν έχουν καταθέσει πράγματα με τη δέουσα βαρύτητα. Στη Μοναξιά Του Πλήθους όμως ξανασηκώνουν τα μανίκια και ξανασφίγγουν τους μυώνες τους: δεν πραγματοποιούν καμία υπέρβαση, αλλά βάζουν τα δυνατά τους σε ό,τι ξέρουν καλά να κάνουν. Και έτσι προκύπτει ένα πολύ φροντισμένο μελωδικό φόντο. Οικείο και δίχως εκπλήξεις για όσους παρακολουθούν την «έντεχνη» δισκογραφία (σιχαίνομαι τον όρο, αλλά πρέπει και να συνεννοηθούμε), μα με τα πάντα στη θέση τους εκ μέρους Νικολούδη, με κομψές πιρουέτες εκ μέρους Τερζή με καθαρές και λαμπερές εκτάσεις στην παραγωγή – και όλα συνυφασμένα με το πνεύμα των στίχων και τη φωνή του Δογάνη. Στον δικό της πάλι τομέα η Άννα Μπιθικώτση τα καταφέρνει αναλόγως καλά. Δεν υπογράφει το «μεγάλο τραγούδι», κατορθώνει όμως να υπάρχει σε όλα κάτι, ακόμα και στις πιο αδιάφορες στιγμές του συνόλου. Αξιοποιεί έτσι τη λογοτεχνική της εμπειρία, ταυτόχρονα δε μαρτυρεί και το καλό της γούστο – και δεν το θεωρώ δεδομένο κάτι τέτοιο, ούτε καν για την κόρη του μεγάλου Γρηγόρη Μπιθικώτση.  Ο Σωτήρης Δογάνης, με τη σειρά του, αποτελεί το σημείο συνάντησης όλων των παραπάνω. Δεν είναι ασφαλώς πρωτόβγαλτος στη δισκογραφία – αν και όσοι δεν παρακολουθείτε το θρησκευτικό τραγούδι ίσως και να τον αγνοείτε – και έχει πια κατακτήσει την απαιτούμενη εκείνη συνάφεια μεταξύ των φωνητικών ικανοτήτων και των ψυχωμένων ερμηνειών. Αποτελεί έναν από τους κύριους άσσους της εν λόγω δουλειάς και διακρίνεται στο σύνολο των επιλογών. Προσωπικά ξεχώρισα βέβαια το “Κόσμε Όμορφε”, το “Μόνο Ένας Θεός Το Ξέρει” (όπου ο Γιάννης Πλούταρχος θα είχε να αντλήσει χρήσιμα μαθήματα ερμηνευτικής αν έδινε τη δέουσα προσοχή – και δεν το λέω υποτιμητικά για κανέναν αυτό), καθώς και τις δύο συνεργασίες του άλμπουμ, με τον θαυμάσιο Βασίλη Σκουλά στο “Μ’ Ένα Ριζίτικο” και με τη λαμπερή Σοφία Τσέρου στο “Όμορφή Μου Αρετούσα”. Λιγότερο εντυπωσιασμένος έμεινα από επιλογές όπως το “Σ’ Ένα Δρόμο Ουρανό”, το “Άγιος Ο Άνθρωπος”, ή το “Παράξενη Μοίρα”: όχι μόνο γιατί ως υλικό τα βρίσκω απλώς αξιοπρεπή, αλλά και γιατί νομίζω ότι ο Δογάνης παρασύρθηκε λίγο, θυσιάζοντας το χρώμα της έκφρασής του χάριν μιας ακαδημαϊκότητας – απότοκο ίσως της πλούσιας του εμπειρίας και κατάρτισης στο θρησκευτικό τραγούδι (είναι άλλωστε και καθηγητής Βυζαντινής Μουσικής).  Συνολικά ένας καλός δίσκος, με λόγο ύπαρξης, αισθητική και μια ανάγκη για γνήσια έκφραση και επαφή με τον κόσμο της μουσικής να τον διαπερνά. Συγκρίνετέ τον με τους τόσους και τόσους κακούς αναγνώστες του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη που έχουν ταλαιπωρήσει (και ταλαιπωρούν) τ’ αυτιά μας και θα καταλάβετε και μόνοι σας τη διαφορά. 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured