Δεν είναι η πρώτη φορά που ο συνθέτης Ηλίας Ανδριόπουλος προσεγγίζει το ποιητικό έργο του Οδυσσέα Ελύτη Προσανατολισμοί. Το 1984 είχε εμπιστευτεί για το δύσκολο αυτό εγχείρημα τη νεαρή τότε Άλκηστη Πρωτοψάλτη. Η αλλοτινή προσέγγιση του συνθέτη ήταν πιο λαϊκή, στον δρόμο που είχε χαράξει λίγα χρόνια πριν με τα Λαϊκά Προάστια, τα οποία και είχαν γνωρίσει τεράστια επιτυχία με τη φωνή της μεγάλης Σωτηρίας Μπέλλου. Φέτος ο Ηλίας Ανδριόπουλος επιχειρεί μία νέα προσέγγιση των Προσανατολισμών, με την ερμηνεία αυτή τη φορά να την αναλαμβάνει η Νένα Βενετσάνου. Συστάσεις για τη Βενετσάνου δεν χρειάζονται. Η καλλιτεχνική αξία και η ποιοτική στόφα της ερμηνεύτριας επιβεβαιώνονται άλλωστε και στους νέους Προσανατολισμούς: αποδεικνύεται, όπως πάντα, επαγγελματίας και προσεγγίζει το έργο με ιδιαίτερη σοβαρότητα και σπουδή. Επιπλέον, η μια πλευρά του καλλιτεχνικού δημιουργήματος – οι στίχοι δηλαδή του Ελύτη –διαθέτει και αυτή αδιαμφισβήτητη αξία, αξία η οποία εκ προοιμίου προσδίδει ειδικό βάρος στον δίσκο. Το ζητούμενο λοιπόν για τον συνθέτη όταν έχει στη διάθεσή του τη φωνή της Νένας Βενετσάνου και το ποιητικό έργο του Ελύτη, θα πρέπει να είναι το πώς θα πάρει τα στοιχεία αυτά και με τη σύνθεση και την ενορχήστρωσή του θα φτάσει σε ένα καλό αποτέλεσμα. Ο Ανδριόπουλος δυστυχώς στο δια ταύτα απέτυχε, κατά την προσωπική μου τουλάχιστον γνώμη. Όλος ο δίσκος, από την αρχή ως το τέλος, κινείται σε αργόσυρτους και άνευρους ρυθμούς, οι οποίοι προκαλούν ανία και δεν αναδεικνύουν τη δύναμη των στίχων του Ελύτη. Οι συντελεστές, τόσο η Βενετσάνου όπως προανέφερα, όσο και ο πιανίστας Αντώνης Ανισέγκος που τη συνοδεύει, έχουν επιτελέσει το έργο τους αψεγάδιαστα από τεχνική και καλλιτεχνική άποψη, πετυχαίνοντας να συγκινήσουν στο εναρκτήριο “Τραγούδι Του Αρχιπελάγους (Ο Έρωτας)”, αλλά και στο “Πουλιά Στα Χίλια Χρώματα”. Έστω και αν η ερμηνεύτρια μοιάζει σε αρκετά σημεία παγιδευμένη στην αργόσυρτη ερμηνεία που της επιβάλλει η άρρυθμη μουσική σύνθεση. Υψηλή και η ποιότητα της παραγωγής, αψεγάδιαστος ο ήχος, πολύ καλή δουλειά και στο συνοδευτικό ένθετο – με τη μετάφραση των ποιημάτων στα Αγγλικά και στα Γαλλικά να μας υπενθυμίζει την οικουμενικότητα των ποιημάτων του Ελύτη. Η ευθύνη λοιπόν για το μετριότατο αποτέλεσμα ανήκει αποκλειστικά στον συνθέτη, ο οποίος αποφάσισε να προσεγγίσει το έργο ακαδημαϊκά και με διάθεση που θα αποκαλούσα ελιτίστικη. Όσο και αν προσπάθησα να σκεφτώ μια αιτία για την οποία θα έπρεπε να πραγματευτεί με τον συγκεκριμένο τρόπο το έργο, δεν κατέληξα κάπου. Εφόσον μάλιστα είχε ήδη μελοποιήσει επιτυχημένα το έργο το 1984, θα περίμενε κανείς μία επαναπροσέγγιση η οποία θα ταρακουνούσε, απευθυνόμενη ίσως και σε ένα μεγαλύτερο κοινό. Τι νόημα έχει να κάνεις ένα δίσκο για μια πολύ συγκεκριμένη πνευματική «ελίτ», που ούτε καν και αυτή πιστεύω ότι θα εκτίμησε τελικά το εν λόγω εγχείρημα, λόγω υψηλών προσδοκιών;  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured